Η υγιής ανταγωνιστικότητα και το κοινωνικά δίκαιο μοντέλο ανάπτυξης δε θα μπορέσουν να επιτευχθούν, εάν δεν επικεντρωθούν στο ανθρώπινο κεφάλαιο, ως μέσο για την μετάβαση της χώρας μας σε μια οικονομία, που θα παράγει προϊόντα και υπηρεσίες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Ο στόχος της αύξησης της απασχόλησης, μέσω της αξιοποίησης του εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, θα προσφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στην οικονομία, μειώνοντας ταυτόχρονα την μεταναστευτική εκροή και περιορίζοντας την πληθυσμιακή μείωση. Ο στρατηγικός σχεδιασμός επιβάλει τη στόχευση σε Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ), την προώθηση της εγγυημένης εργασίας, την αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσω της καθιέρωσης ισχυρών κανόνων διαφάνειας, και της βέλτιστης αξιοποίησης του εργαλείου των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).
Επιπλέον, η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, είτε μέσω των ιδιωτικοποιήσεων, είτε μέσω των αναδιοργανώσεων των δημοσίων υπηρεσιών, θα βάλει τάξη στο άναρχο και σπάταλο παζλ που επικρατεί στη δημόσια περιουσία. Ο συντονισμός των παραπάνω διαδικασιών, θα επιφέρει μια ποιοτική μετατόπιση του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας, προς την κατεύθυνση της παραγωγής προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, ανταγωνιστικού χαρακτήρα, πάντοτε εντός του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Η μετάβαση σε ένα βιώσιμο υπόδειγμα ανάπτυξης προϋποθέτει μια ισορροπία μεταξύ τριών βασικών πυλώνων, οι οποίοι αποτελούν το οικονομικό βάθρο της παρούσας κυβέρνησης.
Οι πυλώνες είναι:
- η οικονομική ανάπτυξη μέσω εφικτών στόχων,
- η κοινωνική ευημερία και η δικαιοσύνη χωρίς αποκλεισμούς,
- η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και του φυσικού κεφαλαίου της χώρας.
Αναλογιζόμενοι τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κρίσης, η προοπτική αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), με βάση το υφιστάμενο μοντέλο ανάπτυξης, ακόμα και αν ήταν εφικτή, δε θα ήταν ικανή για την πολυπόθητη υπέρβαση και για τη "φυγή προς τα εμπρός", διότι οι επιπτώσεις της κρίσης ανέδειξαν μια σειρά ισχυρών κοινωνικών, οικολογικών και πολιτικών αποσταθεροποιήσεων.
Είναι επιβεβλημένο, όσο ποτέ άλλοτε, να εργαστούμε σκληρά, πρωτίστως στο εσωτερικό, μετασχηματίζοντας τις μη ορθολογικές, οικονομικά μη αποδοτικές και κοινωνικά άδικες εγχώριες δομές. Ιδιαίτερη βαρύτητα όμως, πρέπει να δείξουμε και σε θέματα εξωστρέφειας, αναπτύσσοντας εμπορικές, και όχι μόνο, σχέσεις με τους στρατηγικούς μας εταίρους.
Η κυβέρνηση λοιπόν, έχοντας πλήρη επίγνωση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας (γεωπολιτική θέση, πολιτισμός, κλιματολογικές συνθήκες, υποδομές, ανθρώπινο δυναμικό), αλλά και των μεγάλων προβλημάτων που αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της κοινωνικής συνοχής και των θεσμικών υπολειτουργιών, αναλαμβάνει την υλοποίηση πολιτικών, που θα έχουν ως κεντρικούς αναπτυξιακούς στόχους:
- τη δραστική μείωση της ανεργίας και την αποκατάσταση των συνθηκών πλήρους απασχόλησης,
- την αναστροφή της πληθυσμιακής γήρανσης και της μείωσης του πληθυσμού,
- την αντιμετώπιση του φαινομένου της εκροής των υψηλής κατάρτισης εργαζομένων (brain drain),
- την πραγματική μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων,
- τον οικολογικό επανασχεδιασμό της οικονομίας,
- την ενεργή πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων, αναβάθμισης επιχειρήσεων και βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Οδεύουμε προς την ολοκλήρωση του προγράμματος 2015-2018, το οποίο δημιούργησε ιδεολογικούς κραδασμούς από τη μία και ρεαλιστικούς στόχους από την άλλη. Η επίτευξη θετικών ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ, δεν αποτελεί από μόνη της υπόδειγμα σταθεροποίησης. Πρακτικές μακιαβελικού χαρακτήρα για την επίτευξη επίπλαστων στόχων δεν ταιριάζουν σε αυτή την Κυβέρνηση και για αυτό δεν πορευόμαστε με το μότο "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα". Τις επιπτώσεις τέτοιων πρακτικών τις βιώσαμε με άσχημα αποτελέσματα. Για να υπάρξει πραγματική οικονομική και κοινωνική σταθεροποίηση, πρέπει να επιτευχθούν ρυθμοί ανάπτυξης, οι οποίοι μετά την αφαίρεση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας, να επιτρέπουν την αύξηση του ΑΕΠ σε κατά κεφαλήν όρους. Δεν υπάρχουν περιθώρια αποτυχίας που θα πυροδοτούσαν την περαιτέρω αύξηση μεταναστευτικών εκροών και την επιδείνωση του φαύλου κύκλου της κρίσης.
Το αποτύπωμα της Κυβέρνησης θα πρέπει να είναι διακριτό στο τέλος της θητείας της. Αυτό θα αποτελέσει και το εναρκτήριο λάκτισμα της επόμενής της θητείας. Υπάρχει σχέδιο, υπάρχει όραμα, υπάρχει θέληση.
Επιμέλεια: Στέλλα Κεμανετζή