Στοιχεία που δείχνουν πως στην Ελλάδα της κρίσης οι εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν πλεονέκτημα σε σχέση με αυτές που δραστηριοποιούνται μόνο στην εγχώρια αγορά σε όρους παραγωγικότητας, κερδοφορίας και ρυθμού αύξησης της απασχόλησης εμπεριέχει μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος που υπογράφεται από την Χέδερ Γκίμπσον, σύζυγο του Ευκλείδη Τσακαλώτου και την οικονομολόγο Γεωργία Παύλου.
Σύμφωνα με τη μελέτη που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, η μέση ποσοστιαία απόκλιση της παραγωγικότητας μεταξύ εξαγωγικών και μη εξαγωγικών επιχειρήσεων εκτιμάται σε 14% για το σύνολο του δείγματος, καταδεικνύοντας ένα σημαντικό πλεονέκτημα ως προς την παραγωγικότητα για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις, που είναι ακόμη πιο ισχυρό σε κάποιους τομείς δραστηριότητας.
Επίσης, τα αποτελέσματα καταδεικνύουν υψηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας για τις μόνιμα εξαγωγικές και τις νέες εξαγωγικές επιχειρήσεις, ενώ υπάρχει αρνητική, αν και μη στατιστικά σημαντική, επίδραση για τις επιχειρήσεις που διακόπτουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα.
Η σχέση μεταξύ εξαγωγικής δραστηριότητας και ρυθμού μεταβολής της παραγωγικότητας αποδυναμώνεται όσο αυξάνεται το μέγεθος της επιχείρησης. Ενδεικτικά, τα αποτελέσματα υποδηλώνουν υψηλότερη αύξηση της παραγωγικότητας για τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις – ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις.
Η μέση ποσοστιαία απόκλιση της κερδοφορίας μεταξύ εξαγωγικών και μη εξαγωγικών επιχειρήσεων, όταν ως προσέγγιση της κερδοφορίας χρησιμοποιείται ο δείκτης αποδοτικότητας ενεργητικού (RoA), εκτιμάται σε 2,8% για το σύνολο του δείγματος κατά την υπό εξέταση περίοδο και είναι ακόμη υψηλότερη σε κάποιους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, στηρίζοντας την υπόθεση ότι οι εξαγωγικές επιχειρήσεις μπορούν να είναι πιο κερδοφόρες από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται μόνο στην εγχώρια αγορά.
Ως προς τις πιθανές προτάσεις πολιτικής, οι αποκλίσεις της παραγωγικότητας μεταξύ εξαγωγικών και μη εξαγωγικών επιχειρήσεων υποδηλώνουν ότι στην Ελλάδα είναι απαραίτητη η συνεχής δημιουργία συνθηκών που θα ενθαρρύνουν τη δραστηριότητα επιχειρήσεων υψηλής παραγωγικότητας και τις εξαγωγές προκειμένου να επιτευχθούν διατηρήσιμοι ρυθμοί ανάπτυξης.
Δεδομένου ότι οι αποκλίσεις της παραγωγικότητας είναι πιο σημαντικές για τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις από ό,τι για τις μεγάλες επιχειρήσεις, τα μέτρα βιομηχανικής πολιτικής θα πρέπει να διαφοροποιούνται κατά μέγεθος επιχείρησης.
Διαφορετικές πρωτοβουλίες και υποστηρικτικές υπηρεσίες απαιτούνται για τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις από ό,τι για τις μεγάλες επιχειρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορετική σημασία που έχουν για τις μεν και για τις δε οι αποκλίσεις της παραγωγικότητας κατά μέγεθος μεταξύ των εξαγωγικών και μη εξαγωγικών επιχειρήσεων.