Στην ανάγκη ταχείας ολοκλήρωσης της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης, πριν ενσκήψει η επομένη κρίση, αναφέρθηκε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας σήμερα Δευτέρα στο Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών στο Βερολίνο.
«Είναι ανάγκη να συμπληρωθούν τα κομμάτια της αρχιτεκτονικής που λείπουν, έτσι ώστε η περιοχή να είναι έτοιμη για την επόμενη κρίση. Αργά ή αργότερα, η επόμενη κάμψη θα έρθει», επεσήμανε η Κριστίν Λαγκάρντ και ενθάρρυνε την άμεση προώθηση της ενοποίησης των κεφαλαιαγορών και τραπεζική ενοποίηση στη ζώνη του ευρώ για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ΟΝΕ.
«Οι προσεχείς συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου παρέχουν μια εξαιρετική ευκαιρία να λάβουμε τα επόμενα βήματα για την τραπεζική ένωση. Μια συμφωνία σχετικά με το χρονοδιάγραμμα για την ενιαία εγγύηση των καταθέσεων, μαζί με ένα οδικό χάρτη για τον περιορισμό των τρωτών σημείων στον τραπεζικό τομέα, θα αποτελούσε ακόμη μεγαλύτερη κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση», είπε απευθυνόμενη στο γερμανικό ακροατήριο που αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό την ενιαία εγγύηση καταθέσεων.
Στην ομιλία της με θέμα «Μια πυξίδα για την ευημερία: τα επόμενα βήματα της οικονομικής ολοκλήρωσης της ευρωζώνης», η Λαγκάρντ αναφέρθηκε στον επείγοντα χαρακτήρα της ολοκλήρωσης της αρχιτεκτονικής της ευρωζώνης πριν από την επόμενη κρίση.
«Μια πιο ενοποιημένη ζώνη του ευρώ μπορεί να είναι μια πυξίδα για την ευημερία της περιοχής και ένας φάρος ελπίδας στον κόσμο. Μπορεί να αποτελέσει πηγή παγκόσμιας οικονομικής σταθερότητας και η απόδειξη ότι η διεθνής συνεργασία μπορεί ακόμα να αποδώσει καρπούς», ανέφερε σχετικά η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ. «Σε μια στιγμή που η πολυμέρεια αμφισβητείται σε όλο τον κόσμο, πολλοί ζητούν από τις χώρες της Ευρώπη να δείξουν ότι η συνεργασία μπορεί να μεταφραστεί σε οικονομική ασφάλεια», προσέθεσε.
Στη βάση αυτή η Λαγκάρντ υποστήριξε πως ένα απαραίτητο βήμα για την ενδυνάμωση της ευρωζώνης είναι η θέσπιση μιας Κεντρικής Δημοσιονομικής Ικανότητας (Central Fiscal Capacity), ήτοι ενός μηχανισμού που θα συμβάλει στη βελτίωση της ικανότητας της ζώνης του ευρώ να αντισταθμίζει τους κραδασμούς, ανακουφίζοντας σε περιόδους ύφεσης από τη δημοσιονομική σύσφιγξη και δημιουργώντας δημοσιονομικά αποθέματα στους καλούς καιρούς.
Όπως εξήγησε, ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να μειώσει τον αντίκτυπο μιας άλλης κρίσης κατά 50%: «Διαπιστώσαμε ότι με ένα σχετικά μικρό κόστος ίσο με το 0,35% του ΑΕΠ ετησίως μια κεντρική δημοσιονομική ικανότητα θα μπορούσε να μειώσει τις αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή κατά περισσότερο από 50%», ανέφερε σχετικά.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι κυρίως δικαιούχοι ενός τέτοιου σχήματος μόνιμης στήριξης θα είναι κράτη όπως η Φινλανδία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία. Για το λόγο αυτό και θα πρέπει να συνεισφέρουν στο ταμείο ποσό της τάξης του 0,5%- 1,5% του ΑΕΠ ετησίως όταν οι οικονομίες τους θα έχουν ανακάμψει. Στην Ελλάδα η συνεισφορά υπολογίζεται περί το 1% του ΑΕΠ ετησίως (1,8 δισ. ευρώ) ποσό πολύ υψηλότερο από άλλα κράτη. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι τα κράτη θα λάβουν ποσό της τάξης του 10% με 20% του ΑΕΠ τα χρόνια της κρίσης αν τεθεί ένα ανώτατο όριο στις σωρευτικές μεταβιβάσεις.
«Ανάλογα με το βάθος της ύφεσης, οι χώρες θα λαμβάνουν κεφάλαια από το ταμείο που θα τις βοηθούν να αντισταθμίζουν τις ελλείψεις στον προϋπολογισμό τους. Σε ακραίες περιπτώσεις, το ταμείο αυτό θα μπορούσε να δανειστεί, ωστόσο τυχόν δανεισμός θα επιστρεφόταν από τις μελλοντικές συνεισφορές των μελών τους... θα είναι ένα προσωρινό μαξιλάρι και όχι ένα μόνιμο μαξιλάρι», ανέφερε η Γαλλίδα επικεφαλής του ΔΝΤ.