Τα non - core revenues και τα χαμηλότερα LLPs (χαμηλότερες προβλέψεις για ζημιές από δάνεια), με έναν ελαφρώς υψηλότερο δείκτη κάλυψης, φαίνεται πως έκαναν τη διαφορά για την Alpha Bank στο πρώτο τρίμηνο του 2024.
Συγκεκριμένα, τα έσοδα από trading διαμορφώθηκαν στα 37,8 εκατ. ευρώ (ως αποτέλεσμα κερδών λόγω της αναδιάταξης του χαρτοφυλακίου ομολόγων) ξεπερνώντας κατά πολύ τον «πήχη» που έβαζε το consensus στα 15 εκατ. ευρώ. Τα καθαρά κέρδη της τράπεζας διαμορφώθηκαν στα 211 εκατ. ευρώ που αποτελεί και το υψηλότερο τριμηνιαίο επίπεδο από το τρίτο τρίμηνο του 2007, υπερβαίνοντας κατά 8% τις εκτιμήσεις των αναλυτών (στα 195 εκατ. ευρώ), ενώ τα λειτουργικά κέρδη υπερέβησαν κατά 4% την εκτίμηση του consensus, φτάνοντας τα 560 εκατ. ευρώ. Τα αποτελέσματα επιβαρύνθηκαν επίσης από συναλλαγή NPA ύψους 6,6 εκατ. ευρώ και λοιπές αναπροσαρμογές και φόρους ύψους 2,9 εκατ. ευρώ, με τα προσαρμοσμένα καθαρά κέρδη μετά από φόρους, να ανέρχονται στα 221,6 εκατ.
Η δυναμική στα καθαρά έσοδα από τόκους διατηρήθηκε και ήταν εάν όχι ελαφρώς καλύτερη, από αυτό που προδιαγράφεται στο guidance για φέτος. Τα NII, ευθυγραμμίστηκαν με τις εκτιμήσεις των αναλυτών στα 420 εκατ. ευρώ, με το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) να υποχωρεί ελαφρώς κατά 10 μονάδες βάσης, σε τριμηνιαία βάση, στο 2,3%.
Σημαντική υπέρβαση πέτυχε η τράπεζα στο πεδίο των προβλέψεων, καθώς διαμορφώθηκαν στα 63 εκατ. ευρώ, ήτοι κατά 12% χαμηλότερα από τη θέση των αναλυτών (72 εκατ. ευρώ), με το δείκτη κάλυψης να αυξάνεται παρ'όλα αυτά, ελαφρώς, στο 46%. Οι ζημιές απομείωσης για την κάλυψη πιστωτικού κινδύνου ανήλθαν στα 39 εκατ. ή 43 μονάδες βάσης στο πρώτο τρίμηνο, έναντι 65,4 εκατ. το προηγούμενο, με το κόστος κινδύνου να διαμορφώνεται στις 69 μονάδες βάσης, σημαντικά χαμηλότερα από την εκτίμηση του consensus (80 μονάδες βάσης - το guidance αμετάβλητο στις 75 μονάδες βάσης για φέτος).
Κατά βάση, το υψηλότερο αποτέλεσμα από curings - «θεραπείες» δανείων και τα repayments δούλεψαν αποτελεσματικά στην Ελλάδα (περιορισμένες οριστικές διευθετήσεις και write offs), αντισταθμίζοντας εισροές ύψους 170 εκατ. ευρώ και την αναταξινόμηση δανείων με την εγγύηση κρατικών φορέων ύψους 110 εκατ. ευρώ στην περίμετρο των χαρτοφυλακίων NPEs, βάσει εποπτικών απαιτήσεων.
Έτσι, τα NPEs του ομίλου μειώθηκαν κατά 17 εκατ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση, στα 2,22 δισ. ευρώ, με αρνητικό οργανικό σχηματισμό και υπό το βάρος της τελευταίας παραμέτρου. Λαμβανομένης υπόψη της συναλλαγής «Gaia», ο δείκτης NPEs ανέρχεται στο 5,7%, μειωμένος κατά 25 μονάδες βάσης.
Επιπλέον, οι νέες εκταμιεύσεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά σχεδόν 12% σε ετήσια βάση (στα 1,9 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο εκ των οποίων 1,7 αφορά επιχειρήσεις), με τα δάνεια του ομίλου να παρουσιάζουν αύξηση 1% σε τριμηνιαία, φτάνοντας στα 29,9 δισ. ευρώ, με την αύξηση να προέρχεται εξίσου από ιδιώτες και επιχειρήσεις.
Οι καταθέσεις μειώθηκαν ελαφρώς στα 47,3 δισ. ευρώ για τον όμιλο, από 48,4 δισ. στα τέλη του 2023, με τα 0,9 δισ. να αφορούν «μάζεμα» από επιχειρήσεις για αποπληρωμές και επενδύσεις και τα 0,4 δισ. να μεταφέρονται από ιδιώτες στο asset management, που διεύρυνε την παρουσία του στα 17,2 δισ. ευρώ, από 15,7 δισ. στα τέλη του 2023, με εισροές 1,8 δισ. ευρώ (0,7 δισ. αφορά διαφορά στο valuation).
Παράλληλα, πρόθεση της διοίκησης είναι να επιβραβεύσει τους μετόχους με 122 εκατ. ευρώ, μέγεθος που ήταν μεν in line με την εκτίμηση των αναλυτών, άλλα υπήρχε η προσδοκία για μια εξ ολοκλήρου διανομή και όχι 50 - 50 μέρισμα - buyback. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η ενεργοποίηση buyback θα αποτελέσει στήριγμα για τη μετοχή, στην προσπάθεια να καλύψει το μεγάλο χάσμα αποτίμησης έναντι των υπολοίπων.
Συγκεκριμένα, η διοίκηση της τράπεζας ανακοίνωσε την πρόθεσή της να διανείμει - με την επιφύλαξη της έγκρισης του SSM - 122 εκατ. ευρώ, από τη χρήση του 2023, τα 61 εκατ. ευρώ εξ αυτών διανέμοντας τα ως μέρισμα (0,026 ευρώ ανά μετοχή, μερισματική απόδοση 1,6%) και τα υπόλοιπα 61 εκατ. ευρώ θα στραφούν σε πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων. Επίσης, η Alpha στοχεύει σε μια διανομή επί των κερδών της τάξεως του 35% από τη φετινή χρήση.
Η διοίκηση επιβεβαίωσε το στόχο για EPS (προσαρμογή σε AT1) στα 0,31 ευρώ, επισημαίνοντας ότι οι τάσεις του πρώτου τριμήνου μπορούν να οδηγήσουν σε υπέρβαση των φετινών στόχων.