Tέλος στα υψηλά έξοδα αποστολής σε διασυνοριακές μεταφορές επιχειρεί να βάλλει η Κομισιόν, με δέσμη μέτρων που εκπόνησε για την ενίσχυση του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου και την ενδυνάμωση της ενιαίας ψηφιακής αγοράς.
Στόχος να δώσει λύση στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τόσο ευρωπαίοι καταναλωτές όσο και μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αναφορικά με την παράδοση δεμάτων και, ιδίως τα υψηλά έξοδα αποστολής σε διασυνοριακές μεταφορές, τα οποία τους εμποδίζουν να πραγματοποιούν περισσότερες πωλήσεις ή αγορές σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι τιμές που χρεώνονται από φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών για τη διανομή ενός μικρού δέματος σε άλλο κράτος μέλος συχνά είναι έως και 5 φορές υψηλότερες σε σχέση με τις εγχώριες τιμές, χωρίς πάντοτε σαφή συσχέτιση με το πραγματικό κόστος. Σε μελέτη που έγινε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι η αποστολή δέματος από την Ολλανδία στην Ισπανία κόστισε περίπου 13 ευρώ, ενώ η αντίστροφη αποστολή του ίδιου δέματος με ανάλογους όρους κόστισε 32,74 ευρώ.
«Πολλοί καταναλωτές εμποδίζονται να προμηθευθούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που επιθυμούν και έχουν επιλέξει μέσα από διασυνοριακή έρευνα αγοράς εντός της Ε.Ε., λόγω του υψηλού κόστους μεταφοράς και παράδοσης, το οποίο, μάλιστα, συχνά, ανακαλύπτουν κατά την ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής παραγγελίας. Άλλοτε τα μεταφορικά κόστη δεν είναι σαφή, διαφανή και αιτιολογημένα», σημειώνει η Διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας Αθηνά Κοντογιάννη.
Με αυτά τα δεδομένα η Ε.Ε. εκπόνησε πρόταση Κανονισμού για τις διασυνοριακές παραδόσεις δεμάτων (COM (2016) 285 final που στοχεύει:
- Στην αύξηση της διαφάνειας των τιμών. Για τον σκοπό αυτόν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιεύει κάθε χρόνο τιμολόγιο με τις βασικές ταχυδρομικές υπηρεσίες των φορέων παροχής καθολικής υπηρεσίας, με σκοπό να αυξήσει τον ανταγωνισμό μεταξύ ομόλογων φορέων και να διευκολύνει τη σύγκριση των τιμών με τις διασυνοριακές αποστολές.
- Στην ενίσχυση της κανονιστικής εποπτείας των υπηρεσιών ταχυδρομικής διασυνοριακής παράδοσης δεμάτων. Στο πλαίσιο αυτό θα παρέχεται στις εθνικές ταχυδρομικές ρυθμιστικές αρχές η δυνατότητα εκτίμησης των διαφορών των τιμών που προκύπτουν από σύγκριση των βασικών τιμών εθνικών και διασυνοριακών ταχυδρομικών αποστολών, ώστε να διαπιστωθεί σε ποιο βαθμό είναι οικονομικά προσιτές. Κριτήρια που λαμβάνονται ιδίως υπόψη είναι το βάρος του δέματος, η απόσταση ανάμεσα στον τόπο αποστολής και τον τόπο παράδοσης, τέλη και ειδικά κόστη εμπορικά κόστη ή κόστη διαχείρισης διασυνοριακής μεταφοράς, το εθνικό τιμολόγιο για αντίστοιχες αποστολές δεμάτων. Τα συμπεράσματά τους θα δημοσιοποιούνται σε συγκεκριμένη ιστοσελίδα.
- Στη μη διάκριση των ευρωπαίων πολιτών, ιδίως ως προς το ύψος των επιβαλλόμενων διαχειριστικών τελών και δαπανών μεταφοράς από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες των εθνικών φορέων παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας με δίκτυα μεταφοράς.
Με τον προτεινόμενο Κανονισμό παρέχονται στις εθνικές ταχυδρομικές ρυθμιστικές αρχές τα δεδομένα που χρειάζονται για την παρακολούθηση των διασυνοριακών αγορών και τον έλεγχο της οικονομικής προσιτότητας και του προσανατολισμού των τιμών στο κόστος. Η υποχρέωση παροχής των δεδομένων αυτών στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα βαρύνει εταιρείες οι οποίες απασχολούν άνω των 50 εργαζομένους ή έχουν δραστηριότητα σε πάνω από μια χώρες της ΕΕ.
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο αναμένεται ενίσχυση του ανταγωνισμού, στο μέτρο που καθιερώνονται υποχρεώσεις για τη διαφανή και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση τρίτων μερών στις διασυνοριακές υπηρεσίες παράδοσης δεμάτων και στις σχετικές υποδομές.
Η Κομισιόν διευκρινίζει ότι δεν ορίζει ανώτατο όριο στις τιμές παράδοσης δεμάτων. Η ρύθμιση των τιμών αποτελεί έσχατο μέσο, στις περιπτώσεις εκείνες που ο ανταγωνισμός δεν φέρνει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το 2019 η Επιτροπή θα προχωρήσει σε απολογισμό της προόδου που σημειώθηκε και θα εκτιμήσει εάν απαιτούνται περαιτέρω μέτρα.
Πάντως με την εφαρμογή του νέου θεσμικού πλαισίου, η Κομισιόν εκτιμά ότι θα επέλθει μείωση τιμών για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προμηθεύονται οι καταναλωτές διασυνοριακά, περισσότερες ευκαιρίες για τους καταναλωτές καθώς και αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου σε ποσοστό 4,3% και αύξηση του ύψους της κατανάλωσης πάνω από 2 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, αναμένεται ανάπτυξη των εταιρειών που πουλούν ηλεκτρονικά και διασυνοριακά κατά 6,2% και του όγκου των πωλήσεων μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου σε ποσοστό τουλάχιστον 5%, με ταυτόχρονη διεύρυνση της αγοράς για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.