Με έναν υπέρογκο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων, στα επίπεδα του 43,1% επί των συνολικών χορηγήσεων, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να είναι «στρεσαρισμένες», επισημαίνει στην ετήσια έκθεσή του ο ESM.
Παρότι οι συστημικές τράπεζες έχουν πετύχει μέχρι σήμερα τους στόχους που έχουν θέσει από κοινού με τον SSM για μείωση των επισφαλειών έως το 2019, θα πρέπει να θέσουν «πιο φιλόδοξους στόχους» την επόμενη διετία, υπογραμμίζει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
Η θέση αυτή συμπίπτει με τις πιιέσεις που ασκεί η ΕΚΤ μέσω του SSM για μείωση των NPEs στο 20% στο τέλος του 2021, ζητώντας συνολικά από τις ελληνικές τράπεζες να κόψουν τα κόκκινα δάνεια κατά 60 δισ. ευρώ τα επόμενα 3,5 χρόνια.
Η έκθεση του ESM επισημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση νομοθέτησε το 2017 σημαντικά μέτρα που διευκολύνουν τις τράπεζες να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στα επίπεδα του 35,3% στο τέλος του 2019, όπως ο εξωδικαστικός μηχανισμός και η ηλεκτρονική πλατφόρμα πλειστηριασμών για ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων.
Τα αρχικά αποτελέσματα των μέσων αυτών, ωστόσο, δεν ανταπεξήλθαν στις προσδοκίες, σημειώνει ο ESM. Τονίζει δε η μείωση των NPLs αποτέλεσε βασικό δεδομένο κατά τη διενέργεια των stress tests που ολοκληρώθηκαν τον Μάιο, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο οι τράπεζες διαθέτουν επαρκή κεφαλαιοποίηση για να απορροφήσουν τυχόν ζημίες σε διάφορα οικονομικά σενάρια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πάντως, το ενδεχόμενο σύστασης bad bank στην Ελλάδα για τη δραστική αντιμετώπιση του «ελέφαντα στο δωμάτιο», όπως χαρακτήρισε πρόσφατα τα κόκκινα δάνεια ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και της Eurobank Νικόλαος Καραμούζης, δεν βρίσκεται στο τραπέζι, ελλείψει χρημάτων.
Τα αδιάθετα κεφάλαια του ESM, που ανέρχονται στα 25-27 δισ. ευρώ, δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τις τράπεζες, αναφέρουν οι ίδιες πληροφορίες.