Στη συμβολή της Ελλάδας για την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναφέρθηκε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου Ιωάννης Κασουλίδης με ομιλία του στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών που γίνεται σε συνεργασία με το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Τρανό παράδειγμα συνεργασίας ήταν οι προσπάθειες ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. όπου η Κύπρος χειραφετήθηκε εντελώς. Χωρίς την Ελλάδα δεν θα πετυχαίναμε ασφαλώς την ένταξη. Η θέση των Αθηνών βασίζεται στην θέση ότι η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται», τόνισε ο κ. Κασουλίδης που είχε στενή συνεργασία με τον Ευάγγελο Βενιζέλο όταν και οι δύο ήταν κυβερνητικοί εκπρόσωποι των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου το 1995.
Ο κ. Κασουλίδης όπως είπε διαφωνεί με τη θέση ότι η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται, υποστηρίζοντας τα εξής: «Ανήκουμε στο ίδιο Έθνος αν και νομικά ανήκουμε σε δύο ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη. Είναι αυτονόητο ότι οι στραβοτιμονιές της μιας ή της άλλης μπορούν να βάλουν σε περιπέτειες την Ελλάδα ή την Κύπρο ή ακόμα και τις δύο μαζί. Για μένα Εθνικό Κέντρο είναι η Αθήνα, και με αυτό σαν πυξίδα για το Εθνικό θέμα της Κύπρου οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού και οι χειρισμοί συντονίζονται από κοινού.»
«Πολλοί στην Κύπρο πιστεύουν ότι πρέπει να παραμείνουμε όπως είμαστε γιατί το δίκαιο είναι με το μέρος μας. Μπορεί στη ζυγαριά όντως το δίκαιο να είναι με το μέρος μας, δεν πρέπει όμως να μείνουμε με δεμένα τα χέρια και να αναμένουμε κάποιους τρίτους να έλθουν να μας το αποδώσουν. Δεν θα έλθουν ποτέ. Εξάλλου γι’ αυτούς που μας παρακολουθούν σχηματίζουν την εντύπωση ότι και οι δύο πλευρές δεν θέλουν λύση» επισήμανε δε.
Η ομιλία Ιωάννη Κασουλίδη στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών για τα 50 χρόνια μεταπολίτευσης:
«Με τη σημερινή παρέμβαση μου στη συζήτηση μεταφέρω προσωπικές μου απόψεις ως Κύπριος αλλά χωρίς να εκπροσωπώ την Κύπρο.
Η χούντα με το Πραξικόπημα και τις άλλες παρεμβάσεις που προηγήθηκαν κατέστρεψε την Κύπρο και άνοιξε τον δρόμο για την Εισβολή της Τουρκίας. Ακόμα πιο σοβαρό ήταν το γεγονός ότι δεν ήταν σε θέση να υπερασπιστεί στρατιωτικά την Κύπρο αφού εκμαύλισαν το στράτευμα το οποίον έστρεψαν κατά του Ελληνικού λαού για να διατηρηθούν οι ίδιοι στην εξουσία. Τα γεγονότα στην Κύπρο οδήγησαν στην πτώση της χούντας και την έναρξη της Μεταπολίτευσης που είναι το θέμα του Κύκλου Ιδεών. Κάποιοι μπορούν να ακούγονται να λένε ότι θυσιάστηκε η Κύπρος. Οι Κύπριοι είναι περήφανοι γιατί έγιναν η αιτία για την παλιννόστηση της Δημοκρατίας στην κοιτίδα της. Απόλυτα υπεύθυνη για την καταστροφή της Κύπρου ήταν η Χούντα και σίγουρα η Χούντα δεν επεδίωκε την θυσία της Κύπρου για να ανοίξει τον δρόμο στην Δημοκρατία. Είναι οξύμωρο.
Έχουν έκτοτε παρέλθει πενήντα χρόνια, η Τουρκία κατέχει τη μισή Κύπρο, ούτε ένας Τούρκος στρατιώτης δεν έχει αποχωρήσει, ούτε ένας πρόσφυγας δεν πήγε στο σπίτι του και νέα τετελεσμένα έχουν εν τω μεταξύ συντελεστεί όπως το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων, στην Νεκρή Ζώνη, συντελέστηκαν αλλαγές σε βάρος μας, όπως για παράδειγμα τα Στροβίλια ενώ στην Αποκλειστική Ζώνη της Κύπρου υπάρχουν σοβαρές αμφισβητήσεις που επιβάλλονται δια της δύναμης του Τουρκικού Πολεμικού Στόλου.
Ήμουν από την αρχή υπέρ της αναζήτησης μιας αμοιβαίας αποδεκτής πολιτικής λύσης με σκοπό την αποχώρηση της Τουρκίας από την Κύπρο, την συμφιλίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων για να συμμεριστούν το Κράτος και τη διακυβέρνηση του. Ήμουν από την αρχή εναντίον της ιδέας του μακροχρόνιου αγώνα. Κάθε φορά που αποτυγχάνει μια προσπάθεια κατά μέσο όρο παίρνει δέκα χρόνια για να ξεκινήσει μια άλλη.
Το status quo δεν είναι στατικό και δεν είναι αμετάβλητο ενώ συνεχώς ψαλιδίζεται εις βάρος μας. Όσο τα χρόνια περνούν το κατοχικό καθεστώς και τα τετελεσμένα εδραιώνονται, ο εποικισμός επαυξάνεται και η δημογραφική σύνθεση αλλοιώνεται, ενώ οι δύο κοινότητες απομακρύνονται η μία από την άλλη. Κάποιοι στη Κύπρο και κάποιοι εδώ στην Ελλάδα (άτομα) συμβουλεύουν ότι η αναζήτηση λύσης δεν μας συμφέρει γιατί η Τουρκία έχει το απάνω χέρι, η λύση αν εξευρεθεί θα είναι επαχθής, άρα να περιμένουμε μέχρι να ανατείλουν καλύτερες μέρες. Μέχρι σήμερα και για πενήντα χρόνια οι μέρες που ανατέλλουν δεν είναι καλύτερες μάλλον το αντίθετο.
Πολλοί στην Κύπρο πιστεύουν ότι πρέπει να παραμείνουμε όπως είμαστε γιατί το δίκαιο είναι με το μέρος μας. Μπορεί στη ζυγαριά όντως το δίκαιο να είναι με το μέρος μας, δεν πρέπει όμως να μείνουμε με δεμένα τα χέρια και να αναμένουμε κάποιους τρίτους να έλθουν να μας το αποδώσουν. Δεν θα έλθουν ποτέ. Εξάλλου γι’ αυτούς που μας παρακολουθούν σχηματίζουν την εντύπωση ότι και οι δύο πλευρές δεν θέλουν λύση. Θα βοηθούσε πολύ αν με ψυχραιμία εντοπίζαμε εκείνα τα σημεία που εμείς δεν είχαμε δίκαιο και να προσπαθήσουμε με πρωτοβουλίες μας να επανορθώσουμε. Γιατί δεν έχουμε 100% δίκαιο. Η Κύπρος , ένα μικρό Κράτος, με πρόβλημα Κατοχής και σαφή Τουρκική υπεροπλία δεν μπορεί να αγνοεί τον Διεθνή Παράγοντα. Απεναντίας χρειάζεται τη στήριξη του. Ο εφησυχασμός με το Διεθνές Δίκαιο είναι λάθος. Αγνοούμε ίσως τί είναι Διεθνές Δίκαιο.
Το Διεθνές Δίκαιο, εν πολλοίς το διαμορφώνουν οι ισχυροί της Γης σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και επομένως και αυτό είναι μεταβλητό. Εδώ ένα κατανοητό παράδειγμα. Οι πρώτες αποφάσεις του ΕΔΑΔ, της Τιτίνας Λοιζίδου και της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής ήταν σαφώς υπέρ μας ενώ στη συνέχεια μεταβλήθηκαν με τις υποθέσεις Αρέστη και Δημόπουλου όπου αναγνωρίστηκε η Τουρκική Επιτροπή ως εσωτερικό ενδιάμεσο μέσο από το οποίο πρέπει να περάσει όποιος θέλει να προσφύγει πριν γίνει αποδεκτή προς εξέταση απευθείας από το ΕΔΑΔ., η προσφυγή του. Άρα καλό είναι να στηριζόμαστε στο Διεθνές Δίκαιο αλλά δε μπορεί από μόνο του να μας απαλλάξει από την παρουσία της Τουρκίας και την Κατοχή.
Βασικά εδώ προσπαθώ να περιγράψω τη ψυχολογία αρκετών Κυπρίων που λένε καλύτερα να μείνουμε όπως είμαστε. Τους κυριεύει το σύνδρομο της Άρνησης εξ αιτίας του φόβου για το πώς θα είναι η κατάσταση μετά την λύση και προτιμούν το παρόν που ξέρουν. Αγνοούν όμως τους κινδύνους που διατρέχουμε με το στάτους κβο, με τη θέση ότι το δίκαιο είναι με το μέρος μας άρα κάποιοι άλλοι πρέπει να πιέσουν την Τουρκία να φύγει και με το διεθνές δίκαιο όπως το καταλαβαίνουν.
Θέλω να αναφερθώ εδώ σε ένα επίκαιρο παράδειγμα. Θέλω να συγκρίνω το Κόσοβο με την Κύπρο. Νομικά η αφετηρία των δύο είναι εντελώς διαφορετική. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης διατύπωσε την διακριτή διαφορά. Η Μονομερής Ανακήρυξη Ανεξαρτησίας στην περίπτωση της Κύπρου είναι προϊόν άσκησης στρατιωτικής βίας με Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας να συνεπικουρούν, ενώ στο Κόσοβο οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας δεν θεωρεί το Δικαστήριο ότι βρίσκεται σε σύγκρουση με το ψήφισμα 1244 του ΟΗΕ. Η εισήγηση να καταστεί το Κόσοβο πλήρες μέλος του Σ.τ.Ε ξεσήκωσε θύελλες κάτω στη Κύπρο ότι δημιουργεί προηγούμενο για την ένταξη του ψευδοκράτους. Δεν δημιουργεί προηγούμενο. Άστε την θέση των Τούρκων περί του αντιθέτου, εκείνοι τη δουλειά τους κάνουν. Το Κόσοβο αργά ή γρήγορα και αναπόφευκτα θα γίνει Κ-Μ . Αν η δική μας θέση σήμερα είναι ότι δημιουργείται προηγούμενο για το ψευδοκράτος, τότε είναι που θα μας γυρίσει μπούμερανγκ.
Μια και είμαι στα νομικά θέματα θέλω να μιλήσω για την λύση δύο κρατών με χωριστή διεθνή κυριαρχία. Αυτή η λύση δεν συμφέρει ούτε στην μια κοινότητα ούτε στην άλλη.
Για τους Ελληνοκύπριους θα σημαίνει διεθνή σύνορα με την Τουρκία μέσα στο νησί, οι τριβές γύρω από τη Νεκρή Ζώνη θα συνεχιστούν, νέες περιπέτειες θα ξεκινήσουν και η ειρήνη δεν θα επικρατήσει.
Για τους Τουρκοκύπριους το κατ’ επίφαση Κράτος τους δεν θα είναι βιώσιμο. Θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την Τουρκία και θα απορροφηθεί από αυτή. Διεθνή αναγνώριση δεν θα αποκτήσει γιατί υπάρχει από τα περισσότερα κράτη του κόσμου μια σοβαρή επιφύλαξη για την δημιουργία προηγουμένου για όσες αποσχίσεις είναι αποτέλεσμα στρατιωτικής βίας από έξωθεν. Η πολιτισμική ταυτότητα και ο κοσμικός χαρακτήρας των Τ/Κ θα κινδυνεύσει να αφομοιωθεί. Όμως η ένταξη του Κράτους τους στην Ε.Ε , μια πολυπόθητη επιθυμία τους δεν θα εκπληρωθεί. Η Ε.Ε έχει καταστήσει σαφές ότι δεν μπορεί να αποδεχθεί σαν μέλος δύο Κυπριακά Κράτη. Ένα και τους πέφτει πολύ. Αντίθετα μια Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία θα φέρει αυτόματα τους Τ/Κ στην Ένωση.
Συμπερασματικά σαν Κυπριακός λαός, μετά το τραύμα της κατοχής, αντί να αντικρίσουμε κατάματα του τί μας συνέβη γίναμε ευκολόπιστοι, αφελείς και ερασιτέχνες. Κυρίως όμως μείναμε ακαθοδήγητοι.
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν στο εσωτερικό ένας χαρισματικός ηγέτης και απολάμβανε την αγάπη του συνόλου σχεδόν των Ελλήνων της Κύπρου. Αυτή η δύναμη του στο εσωτερικό ήταν η αδυναμία του στο εξωτερικό, όπου σχημάτιζε την αντίληψη ότι μπορούσε να παρακάμψει κάθε εμπόδιο που παρουσιαζόταν εκτός Κύπρου από παράγοντες και ενδιαφερομένους εκτός Κύπρου μεταξύ των οποίων και την Τουρκία. Θα αναφέρω εδώ κάποια από τα σοβαρά λάθη του που εξηγούν και την στάση των Κυπρίων.
Στις αρχές της δεκαετίας του '50 πρωτοστάτησε στην διεθνοποίηση του αιτήματος της Ενώσεως παρά την έντονη αντίδραση των Αθηνών και του συνόλου σχεδόν του Ελληνικού πολιτικού κόσμου που θεωρούσε το εγχείρημα άκαιρο και επικίνδυνο. Αποτέλεσμα να φέρει στο προσκήνιο, και μάλιστα με πρωταγωνιστικό ρόλο, την Τουρκία. Στην ίδια δεκαετία του '50 αγνόησε στα σχέδια του την Τ/Κ κοινότητα και τους αριστερούς του ΑΚΕΛ, ενός εκ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της Κύπρου.
Όταν η Κύπρος απέκτησε την ανεξαρτησία της με τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου που απέκλειε την Ένωση και την Διχοτόμηση ή διπλή Ένωση, και εξελέγη ως πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, στράφηκε ξαφνικά δηλώνοντας του ότι ο τελικός σκοπός ήταν η ¨Ένωση.
Ο Μακάριος απέκτησε τον ρόλο του Εθνάρχη ως είθισται με την άνοδο του στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο και μετά που εξελέγη Πρόεδρος ανάλαβε και τον ρόλο του πολιτικού ηγέτη και κράτησε και τους δύο ρόλους. Αυτό εξηγεί ότι δεν επέτρεψε την δημιουργία πολιτικών κομμάτων και μια υγιή δημοκρατική ζωή. Το 1963 πίστευε ότι θα μπορούσε να καθυποτάξει τους Τ/Κ με την έναρξη των διακοινοτικών ταραχών και στράφηκε προς την Μόσχα για αγορά εξοπλισμού. Παραβίασε το Σύνταγμα και το βέτο του Αντιπροέδρου σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και προχώρησε στην ένταξη της Κύπρου στο κίνημα των Αδεσμεύτων, ενώ οι ερωτοτροπίες με την Μόσχα συνεχίστηκαν στον βαθμό που να τον αποκαλέσουν οι Δυτικοί ως Κάστρο της Μεσογείου. Υποτίμησε τους κινδύνους του πραξικοπήματος και πίστευε ότι θα μπορούσε να εμποδίσει την Τουρκική Εισβολή.
Τέλος με την ομιλία του στο Συμβούλιο Ασφαλείας το 1974 που κάλεσε τις εγγυήτριες δυνάμεις να επέμβουν έδωσε νομικό έρεισμα ή δικαιολογία στους Τούρκους να εισβάλουν στην Κύπρο.
Μετά τον θάνατο του Μακαρίου οι περισσότεροι από τους διαδόχους του ακολούθησαν τις λεγόμενες παρακαταθήκες του και κατά συνέπεια και ο Κυπριακός λαός συνέχισε με την ίδια νοοτροπία. Φωτεινές εξαιρέσεις αποτέλεσαν οι Προεδρίες Γλαύκου Κληρίδη και Γιώργου Βασιλείου., αλλά δυστυχώς η νοοτροπία του λαού είχε εμπεδωθεί.
Εκείνο που άλλαξε ήταν οι σχέσεις Αθηνών-Λευκωσίας. Από τον Γλαύκο Κληρίδη και μετά δεν υπήρχαν διαφωνίες με τις εκάστοτε Ελληνικές Κυβερνήσεις αλλά από κοινού λήψεις αποφάσεων και συντονισμός ενεργειών. Τρανό παράδειγμα συνεργασίας ήταν οι προσπάθειες ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε. όπου η Κύπρος χειραφετήθηκε εντελώς. Χωρίς την Ελλάδα δεν θα πετυχαίναμε ασφαλώς την ένταξη. Η θέση των Αθηνών βασίζεται στην θέση ότι η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται.
Κλείνω εδώ εκφράζοντας τη προσωπική διαφωνία μου με αυτή τη θέση. Ανήκουμε στο ίδιο Έθνος αν και νομικά ανήκουμε σε δύο ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη. Είναι αυτονόητο ότι οι στραβοτιμονιές της μιας ή της άλλης μπορούν να βάλουν σε περιπέτειες την Ελλάδα ή την Κύπρο ή ακόμα και τις δύο μαζί. Για μένα Εθνικό Κέντρο είναι η Αθήνα, και με αυτό σαν πυξίδα για το Εθνικό θέμα της Κύπρου οι αποφάσεις λαμβάνονται από κοινού και οι χειρισμοί συντονίζονται από κοινού».