Παραδοσιακά πριν τις εκλογές το οικονομικό κλίμα βελτιώνεται. Αυτή τη φορά, καθώς τα σύννεφα διεθνώς μαζεύονται και πάλι πάνω από τον ουρανό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ελληνικός δείκτης αυτό που κατάφερε - σύμφωνα με τις μετρήσεις που έγιναν λίγες μέρες πριν τις εκλογές (και αποτυπώθηκαν στο αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης) - ήταν να περιοριστεί στο ελάχιστο η υποχώρησή του. Δεν τον παρέσυρε η κλιμάκωση των πιέσεων στην ΕΕ που λαμβάνει χώρα όλους τους τελευταίους μήνες.
Τον Ιούλιο του 2019 ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα, ένας δείκτης που είναι το «βαρόμετρο» για την πορεία της ανάπτυξης, είχε φτάσει στις 106,6 μονάδες για να ενισχυθεί επιπλέον έως τις 113 μονάδες λίγο πριν την πανδημία, τον Φεβρουάριο του 2020. Μετά τα lockdown κατατροπώθηκε (όπως και το ΑΕΠ) για να κάνει ένα άλμα έως τις 114,1 μονάδες τον Φεβρουάριο του 2022. Μετά, η επιβράδυνση ακολούθησε τις πληθωριστικές πιέσεις ειδικά στο κλάδο τροφίμων για να ξεκινήσει ένας νέος γύρος ανόδου από τα τέλη του 2022 με το δείκτη τον Μάιο στις 108,1 μονάδες στην Ελλάδα και στις 95,2 μονάδες στην ΕΕ.
Οι πιέσεις στο οικονομικό κλίμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν αναμενόμενες, αφού ναι μεν αποφεύχθηκε το σενάριο της συνολικής εισόδου της οικονομίας σε ύφεση αλλά η Γερμανία υπέστη μείωση ΑΕΠ κατά 0,5% το πρώτο τρίμηνο, στη Γαλλία η ανάπτυξη ήταν οριακή (0,9%), ενώ πολλά άλλα κράτη που είναι εμπορικοί πελάτες της Ελλάδος αντιμετωπίζουν τριγμούς. Προφανώς, η ανησυχία συνεχίζεται, καθώς η ενεργειακή κρίση δεν έχει λήξει και πλέον, δια στόματος Κριστίν Λαγκάρντ, έχει προεξοφληθεί μία (τουλάχιστον) ακόμα κίνηση ανόδου των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Όλα αυτά λοιπόν εξηγούν γιατί το κλίμα στην Ελλάδα αντέχει μεν αλλά οι παραγωγικοί κλάδοι διατηρούν (δικαίως) τις επιφυλάξεις τους για το μέλλον. Ένας στους δύο Έλληνες επιχειρηματίες απάντησε στην έρευνα συγκυρίας του Μαΐου ότι αντιμετωπίζει δυσκολία στην προσπάθειά του να προβλέψει το μέλλον. Αλλά και για το παρόν καταγράφουν οι επιχειρηματίες πιέσεις στην εξαγωγική τους δραστηριότητα.
Στην εσωτερική αγορά, στο λιανεμπόριο, ειδικά στα πολυκαταστήματα, πιέσεις υπάρχουν. Στις υπηρεσίες, αυτό που σώζει την παρτίδα είναι ο τουρισμός καθώς οι προσδοκίες στον κλάδο ενισχύονται σημαντικά. Μαζί όμως ενισχύεται και ένας άλλος παράγοντας: η προσδοκία για άνοδο τιμών αυξάνεται σημαντικά. Η ίδια τάση για ανατιμήσεις καταγράφεται και στη βιομηχανία, αλλά και σε άλλες δραστηριότητες. Τούτο όμως προκαλεί «παρενέργειες» και στην… άλλη πλευρά του δείκτη προσδοκιών: στους καταναλωτές.
Το μήνα Μάιο ο δείκτης για την καταναλωτική εμπιστοσύνη ενισχύθηκε σημαντικά, επανήλθε στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 21 μηνών, δηλαδή στην αίσθηση που υπήρχε το καλοκαίρι του 2021. Αυτό άλλωστε είναι σήμερα και το πιο μεγάλο ανάχωμα στο οικονομικό κλίμα. Συνδεδεμένο σε μεγάλο βαθμό και με την προεκλογική ευφορία.
Δύο παράγοντες ήταν αυτοί που πήγαν πολύ καλύτερα: οι προσδοκίες για την απασχόληση αλλά και οι προσδοκίες για την πορεία της οικονομίας το επόμενο διάστημα. Επέστρεψαν στα επίπεδα που είχαν τον Μάρτιο του 2020, λίγο πριν ξεσπάσει δηλαδή η πανδημία. Και εδώ όμως υπάρχουν κάποια στοιχεία που χρήζουν προσοχής: είναι αμείωτο το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι δεν έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες στην προσωπική τους οικονομική κατάσταση, ενώ βλέπουν μικρή μόνο βελτίωση στο πεδίο των πληθωριστικών πιέσεων. Να μην ξεχνάμε τον Μάιο, σύμφωνα με την Eurostat, o δομικός πληθωρισμός «σκάλωσε» στο 7,2% και ο δείκτης τιμών τροφίμων αλλά και βιομηχανικών ειδών επιταχύνθηκαν.
Με βάση όλα αυτά είναι δεδομένο ότι υπάρχουν θετικές προσδοκίες. Προσδοκίες που συνδέονται άρρηκτα με τον εκλογικό κύκλο και με την αναμονή για καλύτερες οικονομικές συνθήκες και για παρεμβάσεις που θα στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις την επόμενη μέρα.
Παρόλα αυτά, καθώς το διεθνές περιβάλλον είναι ιδιαίτερα ασταθές, έχει πολύ μεγάλη σημασία το κατά πόσο θα διατηρηθεί (και θα ενισχυθεί) το καλό αυτό αποτέλεσμα, η δυναμική που έχει δημιουργηθεί. Θα πρέπει να διασφαλισθεί πως από τις «εποχικού» χαρακτήρα τάσεις εμπέδωσης της εμπιστοσύνης στους καταναλωτές και στον τουριστικό κλάδο να οδεύσουμε σε μία τάση που να αφορά στο σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας με τρόπο που να «αντέχει» στους πιθανούς μελλοντικούς τριγμούς.