Οι αρχές που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το νέο προϋπολογισμό της ΕΕ, δηλαδή για το πόσα και με ποιους όρους θα είναι τα κονδύλια που θα έχει διαθέσιμα η Ελλάδα για να κάνει το κουμάντο της μετά το 2027 είναι προφανώς μια βάση πραγμάτευσης προς έναν – δύσκολο – πολιτικό συμβιβασμό που ίσως διαρκέσει έως την ελληνική προεδρία του 2027, όπως έγραφε πρώτο το insider.gr.
Το κείμενο ωστόσο δίδει το στίγμα των (στενών) δυνατοτήτων και των περιθωρίων που υπάρχουν - πολιτικά και οικονομικά - στην Ευρώπη. Σκέψη για νέο Ταμείο Ανάκαμψης λοιπόν αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει στον ορίζοντα, αντιθέτως, υπάρχει η ώρα του «λογαριασμού». Δηλαδή, θα πρέπει να βρεθούν νέες πηγές εσόδων για να παίρνει χρήματα η Κομισιόν από τα κράτη ή από τον ιδιωτικό τομέα και έτσι να αποπληρώνει τις επιδοτήσεις των 357 δισεκατομμυρίων ευρώ πανευρωπαϊκά ή 18 δισεκατομμυρίων ευρώ στην περίπτωση της Αθήνας που θα διατεθούν μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Να μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και τα δάνεια (των ακόμα 18 δισ. ευρώ στην περίπτωση της Ελλάδας), τα οποία ούτως ή άλλως ως κράτος οφείλουμε να αποπληρώσουμε αφού τα πάρουμε πίσω από τις επιχειρήσεις που τώρα κάνουν αιτήσεις. Αυτό δεν είναι υπό διαπραγμάτευση, είναι δεδομένο...
Έρχεται λοιπόν η ώρα του λογαριασμού. Γιατί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λέει και άλλα, πολλά, στην ίδια έκθεση. Πρώτον ότι είναι «πρωτοφανές το μέγεθος των προκλήσεων στο παγκόσμιο πολιτικό και οικονομικό τοπίο». Προειδοποιεί λοιπόν για τους κινδύνους που υπάρχουν και που ελλοχεύουν. Και εξηγεί ότι με κονδύλια ανάλογα με αυτά που είχαμε διαθέσιμα στο παρελθόν (προ Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή με 1,2 τρισ. ευρώ ή με 1% του ΑΕΠ της ΕΕ περίπου) θα πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει, λέει η Επιτροπή, να μην πηγαίνει χαμένο ούτε ένα ευρώ.
![](public://2025-02/untitled1.jpg)
Στην περίπτωση της Ελλάδας μιλάμε για τα κονδύλια που δικαιούμαστε μέσω του ΕΣΠΑ ή μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και πολλών άλλων δράσεων που πλέον θα σχεδιάζονται με τελείως διαφορετικό τρόπο από την «μανιέρα» δεκαετιών (από τα ΜΟΠ και τα ΚΠΣ έως τα ΕΣΠΑ): ενιαία, συνδεδεμένα με μεταρρυθμίσεις, με πράσινα και ψηφιακά ορόσημα και με πολύ ισχυρότερο ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Με «καρότο» (που μπορεί να είναι και «παγίδα») την πολύ μεγάλη ευελιξία στην ανακατανομή. Γιατί παγίδα; Γιατί η ευελιξία θα υπάρχει για να τροφοδοτούν τα ίδια λεφτά τις νέες ανάγκες που θα προκύπτουν. Δηλαδή τα κράτη θα μπορούν να αλλάζουν σχεδιασμό και με τα ίδια αυτά λεφτά να καλύπτουν και τις νέες ανάγκες μίας (απευκταίας προφανώς) φυσικής καταστροφής ή διεθνούς κρίσης.
Το γεγονός πως το νέο πλαίσιο θα είναι συνδεδεμένο με μεταρρυθμίσεις (στο πρότυπο του Ταμείου Ανάκαμψης), προφανώς δεν είναι πρόβλημα για την Αθήνα που έχει μακρά εμπειρία όχι μόνο λόγω του (επιτυχούς) σχεδιασμού του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και της εμπειρίας στα σχέδια προσαρμογής (μνημονίων) που προηγήθηκαν.
Το ζήτημα είναι άλλο: πως η προειδοποίηση της ΕΕ για το μέλλον αφορά ουσιαστικά στο παρόν. Αυτή τη στιγμή, μας λέει η Κομισιόν, έχετε πάρα πολλά λεφτά και πιθανότατα δεν θα τα ξαναδείτε, οπότε αξιοποιήστε τα! Να σημειωθεί πως η Γερμανία αρνείται προς το παρόν ακόμη και να δεχθεί να προστεθεί στο ποσό η απώλεια της τάξης του 20% που προκάλεσε ο πληθωρισμός (δηλαδή να τιμαριθμοποιηθεί ο νέος προϋπολογισμός της ΕΕ). Αλλά και η Επιτροπή, για να αποδείξει ότι υπάρχουν πολλά λεφτά που «κάθονται» και να κινητοποιήσει τα κράτη περιλαμβάνει και πίνακα, ο οποίος δείχνει ότι ειδικά αυτά τα χρόνια, λόγω του Ταμείου Ανάκαμψης, μένουν αναξιοποίητα ανά την Ευρώπη πολλά κονδύλια συνοχής (δηλαδή τύπου ΕΣΠΑ).
![](public://2025-02/untitled2.jpg)
Το μήνυμα που μεταφέρεται είναι όχι μόνο να απορροφηθούν τα χρήματα που τώρα υπάρχουν, αλλά και να πιάσουν τόπο. Επίσης θα πρέπει να πιάσουν τόπο πέρα τα χρήματα και οι μεταρρυθμίσεις με τις οποίες συνδέονται. Γιατί αυτή τη στιγμή η Ελλάδα με ρυθμό ανάπτυξης λίγο πάνω από το 2%, ουσιαστικά αυξάνει το ΑΕΠ της λόγω των εισροών από την ΕΕ κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. όσο για τα κονδύλια του ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ (που προφανώς επίσης ρέουν) ουσιαστικά είναι το μαξιλάρι που εμποδίζει την ύφεση….
Το ζητούμενο είναι λοιπόν πώς θα πάμε καλύτερα. Πώς θα προχωρήσουν όλες αυτές οι κινήσεις που ζητά διακαώς ο επιχειρηματικός κόσμος αλλά και η κοινωνία, για να έχουμε διατηρήσιμη ανάπτυξη, πραγματική σύγκλιση εισοδημάτων, συνεχή αύξηση της ανταγωνιστικότητας, των εξαγωγών και των ξένων επενδύσεων. Και προφανώς για να έχουμε σταθερότητα τιμών αλλά και μείωση των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών στο μέλλον. Γιατί αυτό που δεν θα αλλάξει είναι η μακροχρόνια ανάγκη για σφιχτή δημοσιονομική πολιτική λόγω του «νοικοκυρεμένου» και μειούμενου μεν, αλλά υψηλότατου ακόμη, δημόσιου χρέους.
Εύκολες μέρες λοιπόν δεν υπάρχουν στον ορίζοντα. Σε πολλά επίπεδα. Και νέες ανάγκες και πληγές ανοίγουν. Η ώρα του λογαριασμού έρχεται.
Το γεγονός πως η Ελλάδα έχει επισήμως περιθώριο έως το 2026 για τις επιδοτήσεις και ως το 2028 για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης δεν σημαίνει πως υπάρχει χρόνος και επίσης καλό θα είναι στην παρούσα συγκυρία να μην «ποντάρουμε» με το τέλος χρόνου αλλά να επιταχύνουμε, να κάνουμε πράξη όσα πρέπει να γίνουν σε πάρα πολλά και δύσκολα πεδία. Για να αλλάξει «πίστα» η χώρα, για να αλλάξει τους όρους λειτουργίας της οικονομίας και της αγοράς και να αυξήσει το επίπεδο ευημερίας. Αυτό απαιτεί όμως ένα άλμα για μεγάλο μέρος της κρατικής μηχανής και φορέων που ακόμη δεν έχει γίνει. Δεν μιλάμε απλά για την ανάγκη να ανέβουν οι ρυθμοί όπου υπάρχει καθίζηση, αλλά για κατανόηση του τι δεν έγινε, τι «στράβωσε» στο δρόμο και τι πάει στραβά και πρέπει να αλλάξει άμεσα. Ένα τέτοιο άλμα όμως απαιτεί και συναίνεση πολιτική – έστω στα βασικά – αλλά και στήριξη από την επιχειρηματικότητα και από την κοινωνία.