Με απώτερο στόχο την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών κατά τις συνδιαλλαγές τους με τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και την επίτευξη ίσων όρων ανταγωνισμού για όλα τα κανάλια διανομής, ο νέος νόμος εισάγει καινοτόμες ρυθμίσεις που θέτουν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση σε νέα τροχιά. Τα περιθώρια συμμόρφωσης πλέον ανύπαρκτα και η ανάγκη άμεσης κινητοποίησης εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων καθίσταται επιτακτική, ούτως ώστε να αποφευχθεί η επιβολή βαρύτατων κυρώσεων στους μη συμμορφούμενους με τη νέα πραγματικότητα.
Συγκεκριμένα, ο νέος νόμος απευθύνεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο ή επιθυμεί να εγκατασταθεί στην Ελλάδα και ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων, ανεξαρτήτως του κλάδου ασφάλισης στον οποίο δραστηριοποιείται. Τούτο πρακτικά σημαίνει, ότι τόσο οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και οι ανεξάρτητοι διαμεσολαβητές (πράκτορες, μεσίτες) έχουν υποχρέωση συμμόρφωσης με το νέο καθεστώς, με το βάρος αναμφισβήτητα να πέφτει στις ασφαλιστικές, λόγω της πολυπλοκότητας των δικτύων διανομής τους και την πλειάδα των νέων οργανωτικών υποχρεώσεων και κανόνων δεοντολογικής λειτουργίας που επιφυλάσσει για αυτές το νέο νομοθέτημα.
Ειδικότερα, για κάθε ασφαλιστική επιχείρηση που δραστηριοποείται στην Ελλάδα, ανακύπτει πλέον διττή υποχρέωση συμμόρφωσης υπό το ν. 4583/2018, αναλόγως του προσώπου που εμπλέκεται στη διανομή των προϊόντων της. Αν το πρόσωπο αυτό είναι υπάλληλος της επιχείρησης, τότε η ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να επανεξετάσει τη συνδρομή σε αυτό των νέων προϋποθέσεων διανομής, παρέχοντας στον υπάλληλο τα απαιτούμενα μέσα κατάρτισης και επαγγελματικής εξέλιξης, μέσω της υποχρεωτικής συμμετοχής του σε δεκαπεντάεωρη κατ’έτος εκπαίδευση και την απόκτηση σχετικής πιστοποίησης. Αν πάλι οι δραστηριότητες διανομής των (αντ)ασφαλιστικών προϊόντων της επιχείρησης έχουν ανατεθεί εν όλω ή εν μέρει σε ανεξάρτητους διαμεσολαβητές, τότε η ασφαλιστική επιχείρηση θα πρέπει να επανελέγξει το καθεστώς λειτουργίας τους, ούτως ώστε να εξασφαλίσει εφ΄εξής τη σύννομη συνεργασία με τα πρόσωπα αυτά. Με δεδομένο δηλαδή ότι ο ν. 4583/2018 αναγνωρίζει πλέον μόνο τρεις κατηγορίες διαμεσολαβητών. τους ασφαλιστικούς πράκτορες, τους συντονιστές ασφαλιστικών πρακτόρων και τους μεσίτες ασφαλίσεων (καταργώντας αντίστοιχα τη μέχρι προσφάτως διακριτή κατηγορία του ασφαλιστικού συμβούλου), κάθε ασφαλιστική επιχείρηση υποχρεούται να ενημερωθεί από έκαστο διαμεσολαβητή της σε σχέση με την κατηγορία υπό την οποία επέλεξε να λειτουργεί.
Τέλος, ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο νέος νόμος σε ότι αφορά τις υποχρεώσεις ενημέρωσης των καταναλωτών εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά τη διαδικασία πώλησης των προϊόντων τους. Κάθε καταναλωτής συγκεκριμένα, ήδη από το προσυμβατικό στάδιο, θα πρέπει να ενημερώνεται με πληρότητα και σαφήνεια τόσο για τα στοιχεία της ασφαλιστικής επιχείρησης με την οποία επιθυμεί να συμβληθεί, όσο και για τις προδιαγραφές του προτεινόμενου ασφαλιστικού προϊόντος, με την παράδοση σε αυτόν σχετικού ενημερωτικού εντύπου και σαφή υπόμνηση περί παροχής σε αυτόν ασφαλιστικής συμβουλής, κατάλληλης και συμβατής με το προφίλ του.
H συνθετότητα των περιγραφόμενων διαδικασιών, η ανάγκη άμεσης εφαρμογής του ν. 4583/2013 από τους υπόχρεους και οι κυρώσεις που επισύρει η μη συμμόρφωση ή η πλημμελής συμμόρφωση με αυτόν, ήδη έχει κινητοποιήσει την πλειοψηφία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων στην αναζήτηση των κατάλληλων συμβούλων που θα τη συνδράμουν στο δύσκολο αυτό εγχείρημα.