Τους τελευταίους μήνες, ο νέος ιός COVID-19 έχει επηρεάσει καθολικά τόσο τη χώρα μας, όσο και τον παγκόσμιο χάρτη, πυροδοτώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις, δημιουργώντας συνθήκες ύφεσης στην οικονομία. Έτσι, αναδύονται βασικές ανησυχίες για την υγεία, για την πορεία των εργασιακών σχέσεων, για το πλήγμα κάποιων κλάδων της αγοράς και για τη συνεισφορά στην κοινωνία τις δύσκολες αυτές ώρες. Κι ενώ κάποιοι οργανισμοί και επιχειρήσεις πραγματοποιούν μία εξαιρετική προσπάθεια για τη στήριξη στην κρίση που έχει δημιουργηθεί και σε οικονομικό επίπεδο, άλλοι παρουσιάζουν μία επιφανειακή και σε κάποιες περιπτώσεις παραπλανητική προσέγγιση στο όνομα της Εταιρικής Υπευθυνότητας.
Κάποιοι οικονομικοί κλάδοι πλήττονται σε πολύ ισχυρό βαθμό, όπως αυτοί του τουρισμού, των αερομεταφορών, της εστίασης και του εμπορίου. Ωστόσο, ορισμένοι άλλοι ευνοούνται σημαντικά από την παρούσα συγκυρία, όπως για παράδειγμα τα σουπερμάρκετ, οι βιομηχανίες τροφίμων, συγκεκριμένες φαρμακευτικές εταιρείες, αλλά και οι ταχυδρομικές και ταχυμεταφορικές επιχειρήσεις (couriers). Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο πήχης για τη συνεισφορά τους στην αντιμετώπιση της κρίσης της πανδημίας και η διατήρηση των εργασιακών πλεονεκτημάτων προς τους εργαζόμενούς τους, τίθεται σαφώς πιο ψηλά.
Όμως, ήδη κάποιοι, εκμεταλλευόμενοι τις συνθήκες, όπως ορισμένες εταιρείες ταχυμεταφορών (couriers), μπήκαν στον πειρασμό να αυξήσουν τις τιμές των υπηρεσιών και προϊόντων τους, προκαλώντας την κοινωνική κατακραυγή μέσω κακής δημοσιότητας, «δυναμιτίζοντας» με τον τρόπο αυτό την υπεύθυνη στάση τους απέναντι στην κοινωνία. Έτσι, στην πλειονότητά τους αναγκάστηκαν να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους, επιστρέφοντας στις πρότερες τιμές.
Επιπλέον, οι ευνοημένες επιχειρήσεις, οι οποίες εξακολουθούν να απασχολούν τους εργαζομένους τους δια ζώσης, θεωρούνται υπεύθυνες για την προστασία και τη διατήρηση της υγείας αυτών. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις, παρόλο που υποστηρίζουν πως τηρούν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, στην πραγματικότητα θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του προσωπικού τους με ακατάλληλες συνθήκες εργασίας ή με εξαντλητικά ωράρια. Ταυτόχρονα, είναι σημαντικό να διασφαλιστούν οι μέχρι τώρα εργασιακές σχέσεις και οι αντίστοιχες παροχές.
Έχει φτάσει όμως η ώρα για την έμπρακτη απόδειξη της κοινωνικής συνεισφοράς των εταιρειών στο πλαίσιο της Εταιρικής τους Υπευθυνότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι προσδοκίες για τις περιπτώσεις που δεν έχουν πληγεί από τη δύσκολη αυτή περίοδο είναι σαφώς αυξημένες σε σχέση με όλους τους κλάδους που έχουν πληγεί. Μέσω προγραμμάτων, η κοινωνία αναμένει τη χρήση των εταιρικών πόρων προς όφελος του κοινού καλού και την πραγματοποίηση φιλανθρωπικών ενεργειών μέσω άμεσων δωρεών ή παροχής υλικών σε ευπαθείς ομάδες, πέρα από τη στήριξη των δομών Υγείας. Ενώ κάποιες εταιρείες έχουν πραγματικά συμβάλλει με εξαιρετικό τρόπο στις ανάγκες της υγείας δεν ισχύει το ίδιο για πολλές άλλες εταιρείες που διαφημίζουν «επιθετικά» την Κοινωνική τους Κοινωνική Ευθύνη. Έτσι συναντάμε συχνά περιπτώσεις δυσανάλογων μικρών δωρεών για το βεληνεκές μίας συγκεκριμένης επιχείρησης ή δυσανάλογης προβολής για το μέγεθος της δωρεάς.
Αντιμέτωποι με αυτήν την πρωτόγνωρη απειλή είναι σημαντικό οι εταιρείες και οι οργανισμοί να δείξουν την πραγματική τους ευαισθησία οργανώνοντας ουσιαστικές δράσεις με γνώμονα τη δημιουργία ενός θετικού αντίκτυπου στην κοινωνία χωρίς να προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση μέσω μίας κατ’ επίφαση Εταιρικής Υπευθυνότητας!
Φωτογραφίες: Getty Images / Ideal Image