Μετά τις ελλείψεις ενέργειας του 2022, οι ΗΠΑ έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα για να αναζωογονήσουν τον τομέα της πυρηνικής ενέργειας. Παραμελημένη εδώ και καιρό, η πυρηνική ενέργεια φαίνεται να επιστρέφει στις ΗΠΑ, έχοντας κερδίσει χρηματοδότηση και πολιτική υποστήριξη από την κυβέρνηση Μπάιντεν, καθώς θεωρείται ως μια προφανής επιλογή για να βοηθήσει στην επιτάχυνση μιας πράσινης ενεργειακής μετάβασης. Τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ προσπαθούσαν απλώς να διατηρήσουν λειτουργικούς τους υπάρχοντες πυρηνικούς αντιδραστήρες τους, αλλά, για πρώτη φορά μετά από 7 χρόνια, ένας νέος αντιδραστήρας τέθηκε σε λειτουργία, προκαλώντας αισιοδοξία για το μέλλον της πυρηνικής ενέργειας των ΗΠΑ.
Τον Ιούλιο, η Georgia Power έθεσε σε λειτουργία έναν νέο πυρηνικό αντιδραστήρα Westinghouse AP1000, στέλνοντας ενέργεια στο δίκτυο των ΗΠΑ. Ο αντιδραστήρας της μονάδας 3 στο εργοστάσιο Vogtle στη Γεωργία ξεκίνησε τη λειτουργία του τον περασμένο μήνα, μετά από επιτυχείς προκαταρκτικές δοκιμές τον Μάρτιο. Ο αντιδραστήρας παράγει περίπου 1.110 MW ενέργειας, αρκετή για να τροφοδοτήσει περίπου 500.000 σπίτια και επιχειρήσεις. Αυτός είναι ο πρώτος νέος αντιδραστήρας που τίθεται σε λειτουργία από το 2016, όταν η μονάδα Watts Bar Unit 2 τέθηκε σε λειτουργία στο Τενεσί.
Η κατασκευή νέων αντιδραστήρων στις ΗΠΑ ήταν εξαιρετικά περιορισμένη τις τελευταίες δεκαετίες, με τη μονάδα Watts Bar 1 να είναι η τελευταία που κυκλοφόρησε πριν από το Watts 2, το 1996. Μετά τη ραγδαία ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και του 1980, οι καταναλωτές και οι εταιρείες παραγωγής ενέργειας έγιναν ολοένα και πιο δύσπιστοι σχετικά με τις προοπτικές της πυρηνικής ενέργειας, μετά από πολλά πυρηνικά συμβάντα, όπως το ατύχημα του Three Mile Island (1979), την καταστροφή του Τσερνόμπιλ (1986), την πυρηνική καταστροφή της Φουκουσίμα (2011). Πολλοί φοβήθηκαν την πυρηνική ενέργεια και την πιθανότητα καταστροφής, απομακρύνοντας αρκετές κυβερνήσεις από την πυρηνική ενέργεια ως βασική πηγή ενέργειας.
Τα τελευταία χρόνια, η καλύτερη κατανόηση της πηγής ενέργειας έχει βοηθήσει τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο να επιδείξουν αναζωογονημένο ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια. Σε σύγκριση με άλλες πηγές ενέργειας- ιδιαίτερα σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα- η πυρηνική ενέργεια έχει αποδειχθεί εξαιρετικά ασφαλής. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι μπορεί να παρέχει μια τεράστια ποσότητα σταθερής ενέργειας χωρίς άνθρακα, σε αντίθεση με ορισμένες εναλλακτικές λύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Και μετά την αύξηση της ζήτησης ενέργειας ύστερα από την πανδημία και τις παγκόσμιες ελλείψεις ενέργειας που παρατηρήθηκαν το 2022 μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ηγέτες των χωρών αναζητούν ολοένα και περισσότερο αξιόπιστες πηγές καθαρής ενέργειας για να ενισχύσουν την ενεργειακή ασφάλεια και να υποστηρίξουν μια πράσινη μετάβαση.
Η νέα μονάδα 3 αναμένεται να παρέχει στους καταναλωτές ρεύμα για τα επόμενα 60 έως 80 χρόνια, σύμφωνα με την Georgia Power. Και η έναρξη της λειτουργίας ενός νέου αντιδραστήρα μετά από τόσο καιρό, αναμένεται να διαμορφώσει το δρόμο για το μέλλον της πυρηνικής ενέργειας των ΗΠΑ. Δείχνει ότι η ανάπτυξη του τομέα της πυρηνικής ενέργειας είναι και πάλι δυνατή, με την υποστήριξη μιας κυβέρνησης που επιδιώκει να αναπτύξει την καθαρή ενέργεια των ΗΠΑ. Αλλά θα μπορούσε να είναι μακρύς ο δρόμος μπροστά, με νέα πυρηνικά έργα να χρειάζονται δεκαετίες για να αναπτυχθούν.
Και πιο ακριβά και πιο αργά
Η κατασκευή δύο νέων αντιδραστήρων, των Vogtle 3 και 4 ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2009, και χρειάστηκε πολύ περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί για να ολοκληρωθεί. Ήταν επίσης πιο ακριβή από ό,τι είχε υπολογιστεί αρχικά. Το κόστος και για τους δύο αντιδραστήρες το οποίο αναμενόταν να φθάσει τα 14 δισεκατομμύρια δολάρια, έχει αυξηθεί στα 30 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ μπορεί να προκύψουν περισσότερα έξοδα ως την ενεργοποίηση της μονάδας 4 στις αρχές του 2024. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, η Georgia Power ήλπιζε είχε θέσει σε παραγωγική λειτουργία τους αντιδραστήρες το 2016 και το 2017, αλλά η διαδικασία καθυστέρησε μέχρι φέτος. Αυτό συνέβη κυρίως επειδή η κατασκευή ξεκίνησε πριν ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός. Πάντως οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ανάπτυξη των πυρηνικών αντιδραστήρων AP1000 σε αυτό το έργο, θα βοηθήσουν να ανοίξει ο δρόμος για μια πιο απλή διαδικασία ανάπτυξης τους στο μέλλον.
Ωστόσο, τα εμπόδια που αντιμετωπίστηκαν στην πρόσφατη ανάπτυξη των έργων πυρηνικής ενέργειας των ΗΠΑ, έχουν προσθέσει στην ύφεση που αντιμετωπίζει ο τομέας τις τελευταίες δεκαετίες, με πολλούς καταναλωτές να υποθέτουν ότι η πυρηνική εποχή έχει παρέλθει προ πολλού. Στην πραγματικότητα, ορισμένοι θεωρούν ότι η ανάπτυξη νέων πυρηνικών έργων είναι πολύ μικρή και έρχεται πολύ αργά. Το Energy Monitor ανέφερε κατά την έναρξη της μονάδας 3 ότι «οι διαρκείς αμφιβολίες σχετικά με το κόστος και την αποτελεσματικότητα των νέων μοντέλων πυρηνικών αντιδραστήρων, καθώς και τα διαρκή προβλήματα δημοσίων σχέσεων που σχετίζονται με τα πυρηνικά απόβλητα και τους χρόνους ανάπτυξης, καθιστά εξαιρετικά αβέβαιο ότι θα υπάρξει μια αναβίωση της πυρηνικής ενέργειας σε μεγάλη κλίμακα». Αυτό βασίζεται κυρίως στο υψηλό κόστος και τους μεγάλους χρόνους ανάπτυξης που συνδέονται με την δημιουργία πυρηνικών σταθμών, καθώς και στην κακή αντίληψη του κοινού για την πυρηνική ενέργεια.
Αντιστροφή του κλίματος
Όμως η δημόσια εύνοια για την πυρηνική ενέργεια έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Φέτος, μια δημοσκόπηση της Gallup έδειξε ότι το 55% της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ είναι τώρα «σθεναρά» ή «αρκετά» υπέρ της πυρηνικής ενέργειας, ενώ το 44% είναι αντίθετο. Αυτό είναι πολύ καλύτερο από τα αποτελέσματα του 2016, τα οποία έδειξαν ότι το 54% ήταν κατά και το 44% ήταν υπέρ. Αυτή η αλλαγή στην τάση της κοινής γνώμης πιθανότατα αντανακλά το τρέχον πολιτικό και κοινωνικό τοπίο, με τις κυβερνήσεις και τις περιβαλλοντικές ομάδες να πιέζουν για μια απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα υπέρ μιας πράσινης μετάβασης. Ο συνδυασμός της βελτιωμένης αντίληψης του κοινού για την πυρηνική ενέργεια, της πολιτικής υποστήριξης και χρηματοδότησης νέων έργων και της προθυμίας των φορέων εκμετάλλευσης να επενδύσουν σε νέες τεχνολογίες, αναμένεται να οδηγήσει σε αναζωπύρωση της βιομηχανίας πυρηνικής ενέργειας των ΗΠΑ.
Οι φίλοι και οι... εχθροί
Την ώρα που στις ΗΠΑ η πυρηνική ενέργεια δείχνει να επανακάμπτει, στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ζήτημα έχει εξελιχθεί σε πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των χωρών-μελών. Δύο στρατόπεδα έχουν δημιουργηθεί ύστερα από την ένταξη στην ταξινόμηση της ΕΕ της πυρηνικής ενέργειας ως πράσινης. Μια ομάδα χωρών με επικεφαλής τη Γαλλία έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της χρήσης και της επέκτασης της πυρηνικής ενέργειας, ενώ στον αντίποδα η Γερμανία και άλλες χώρες είναι κατά.
Για το ένα στρατόπεδο, η ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από την εξάρτηση της Ευρώπης από το φυσικό αέριο - και ιδιαίτερα από το ρωσικό- ύστερα από την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, καθιστά την χρήση της πυρηνικής ενέργειας ως μονόδρομο- ιδιαίτερα όταν έχει ταξινομηθεί από την ΕΕ ως πράσινη ενέργεια.
Στον αντίποδα, υπάρχει ο συνασπισμός 11 χωρών που αυτοαποκαλούνται «Φίλοι της Ανανεώσιμης Ενέργειας» και ζητούν αν μην συμπεριληφθεί η πυρηνική ενέργεια στους στόχους της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτό το μπλοκ των χωρών αποτελείται από τις Αυστρία, Βέλγιο, Εσθονία, Δανία, Γερμανία, Ιρλανδία, Λετονία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία. Ηγετική δύναμη εντός των «Φίλων» η Γερμανία, η οποία πλέον δεν παράγει καθόλου πυρηνική ενέργεια- συγκεκριμένα από τον Απρίλιο που τερματίστηκε η λειτουργία των τελευταίων τριών αντιδραστήρων.
Η απόφαση της Γερμανίας για απόσυρση των πυρηνικών εργοστασίων από το ενεργειακό της μείγμα, πάρθηκε ύστερα από την καταστροφή της Φουκοσίμα το 2011 και συνδυάστηκε με μια στροφή προς το (κατά κύριο λόγο ρωσικό) φυσικό αέριο. Στη δεδομένη χρονική συγκυρία το θέμα στη Γερμανία είναι πιο σύνθετο, καθώς εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού είναι οι Πράσινοι και με δεδομένη την... απέχθεια τους προς την πυρηνική ενέργεια η όποια συζήτηση δεν θα είχε καμία τύχη.
Όμως εντός της χώρας υπάρχει έντονος αντίλογος, όπως αυτός εκφράστηκε από τον πρωθυπουργό του κρατιδίου της Βαυαρίας, Μάρκους Ζέντερ. Όταν την άνοιξη κατέβηκε ο διακόπτης του πυρηνικού εργοστασίου Isar II (με έδρα τη Βαυαρία), ο κ. Ζέντερ τόνισε ότι το γερμανικό ομόσπονδο κρατίδιο θέλει να συνεχιστεί η λειτουργία πυρηνικών ηλεκτροπαραγωγικών εργοστασίων με δική του ευθύνη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2021 το 25,2% από το σύνολο της ηλεκτρικής ενέργειας που είχε παραχθεί εντός της ΕΕ ήταν από πυρηνικά εργοστάσια και ανερχόταν σε περίπου 100 γιγαβάτ (GW). Στην κορυφή βρισκόταν η Γαλλία με 68,9% της ενέργειας της να προέρχεται από αυτά, ακολουθούμενη από τη Σλοβακία με μερίδιο πυρηνικής ενέργειας 52,4% και το Βέλγιο με 50,6%.