Αύριο το ΥΠΟΙΚ μέσω του ΟΔΔΗΧ πρόκειται, εκτός απροόπτου, να ανακοινώσει το νέο πρόγραμμα δανεισμού για το 2021.
Σε επίπεδο όγκου δανεισμού το πρόγραμμα δεν φέρνει «νέα» καθώς η επίσημη πρόβλεψη θα διατηρείται για ένα φάσμα εκδόσεων μεταξύ 8 και 12 δισ. ευρώ.
Η έκπληξη έρχεται όμως από αλλού.
Τα προϊόντα δανεισμού για πρώτη φορά εδώ και πολλές δεκαετίες θα κινηθούν σε διάρκειες πρωτοφανείς, ακόμα και στα τριάντα χρόνια(!).
Αυτές τουλάχιστον είναι οι προθέσεις στο οικονομικό επιτελείο του Υπουργείου και έτσι θα κινηθεί το πρόγραμμα αν δεν υπάρξουν στο μεταξύ «δυσάρεστα» απρόοπτα.
Οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο όπως αναφέρεται αρμοδίως «τώρα που μιλάμε υπάρχουν», κανείς όμως δεν μπορεί να προβλέψει δεδομένης της συγκυρίας για το αν και πως θα διατηρηθούν το κρίσιμο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου που θα δρομολογηθούν οι μεγαλύτερες και σημαντικότερες εκδόσεις χρέους.
Τότε άλλωστε οι περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης θα βγούν στις αγορές επιδιώκοντας την προώθηση της μεγαλύτερης γκάμας προϊόντων χρέους. Το 2021 μάλιστα η Γερμανία, αλλά και η Ιταλία και η Γαλλία αναμένεται να είναι οι πρωταγωνιστές στα δύο άκρα του φάσματος καθώς η μεν Γερμανίας υπερδιπλασίασε (160 δισ. ευρώ) τον προβλεπόμενο όγκο κεντρικού κρατικού δανεισμού, ενώ η Ιταλία ετοιμάζει «χιονοστιβάδα» εκδόσεων μέσω το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Μέσα στο περιβάλλον αυτό και με την ΕΚΤ να «αγοράζει» τεράστιες ποσότητες κρατικού χρέους μέσω του PEPP (εκτακτο QE) και του APP (τακτικό QE), η ζήτηση για τα συγκριτικά αποδοτικά «ψίχουλα» που θα ζητήσει η Ελλάδα από τις αγορές προβλέπεται εξαιρετικά υψηλή.
Όπως ανέφερε αρμόδιο στέλεχος του ΥΠΟΙΚ στο Insider.gr «θα μπορούσαμε να σηκώσουμε μερικές δεκάδες δισεκατομμύρια χωρίς δυσκολία…μέσα στο πρώτο τρίμηνο. Όμως αφ’ ενός δεν τα χρειαζόμαστε και αφ’ εταίρου δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τεθεί σε αμφισβήτηση η εμπιστοσύνη που έχει χτιστεί μέχρι σήμερα, ότι όποιος έχει επιλέξει ελληνικά χαρτιά δεν πρόκειται να βρεθεί χαμένος έτσι κι αλλιώς. Κι ας μην έχουμε ακόμα το investment grade…».
Αλλωστε, όπως επιβεβαίωσε με δημόσια τοποθέτησή του ο διοικητής της ΤτΕ, η τρέχουσα νομισματική πολιτική της ΕΚΤ η οποία καθιστά επιλέξιμα τα ελληνικά ομόλογα για το PEPP θα διατηρήσει τις συνθήκες αυτές τουλάχιστον μέχρι το 2023.
Η βεβαιότητα αυτή δημιουργεί σημαντικά περιθώρια ενεργού διαχείρισης του χρέους από πλευράς ΟΔΔΗΧ τα οποία επιτρέπουν αφ΄ ενός πράξεις περαιτέρω επέκτασης της διάρκειας του και μείωσης του κόστους εξυπηρέτησης.
Τέτοιες πράξεις έχουν αρχίσει να υλοποιούνται από τις αρχές του χρόνου με swap μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και του ΟΔΔΗΧ που έχουν μεταθέσει σε διάρκειες 30 ετών κομμάτια διαπραγματεύσιμου μεσοπρόθεσμου χρέους που πλέον για το διάστημα αυτό «αποθηκεύονται» στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.
Η πρωτοφανής πτώση των επιτοκίων – σχεδόν μηδενικές αποδόσεις για τα πενταετή και αρνητικές για τα έντοκα γραμμάτια – διαμορφώνει επίσης ένα περιβάλλον αποπληρωμής ακριβού χρέους (ΔΝΤ) και βάζει στο τραπέζι «ιδέες» για το ενδεχόμενο προεξόφλησης μικρών ποσών του «μνημονιακού» χρέους πριν καν αυτό αρχίσει να αποπληρώνεται κανονικά.
Βέβαια όλα αυτά μπορούν να αναθεωρηθούν ανα πάσα στιγμή καθώς οι συνθήκες πανδημίας και ύφεσης διαμορφώνουν ένα εξαιρετικά ασταθές διεθνές περιβάλλον με αστάθμητους παράγοντες που υποχρεώνουν τον ΟΔΔΗΧ να ενεργεί ριζοσπαστικά μεν αλλά με πολύ προσοχή…