Είναι το απόλυτο «σύμβολο» μόδας, είναι μεταξύ των ακριβότερων προϊόντων μόδας που μπορεί να αποκτήσει κανείς στην κατηγορία της και... λέγεται πως η αγορά μίας τέτοιας τσάντας είναι καλύτερη επένδυση από την αγορά χρυσού ή χρηματιστηριακών μετοχών, καθώς θεωρείται σίγουρο το κέρδος σε μία ενδεχόμενη μεταπώληση.
Ο λόγος για τις τσάντες Birkin του οίκου πολυτελών προϊόνων Hermès.
Στο περιβάλλον των επενδύσεων σε μετοχές, ομόλογα και ακίνητη περιουσία, οι τσάντες high end σχεδιαστών έχουν αποκτήσει την «φήμη» της ασφαλής επένδυσης. Συγκεκριμένα, με τιμές που κυμαίνονται από 9.000 δολάρια έως και 500.000 δολάρια για μια τσάντα όπως η Hermès Himalaya Birkin, η ζήτηση τους για αγορά ως δυνητική επένδυση ξεπερνά αυτή της τέχνης, των κλασικών αυτοκινήτων και του σπάνιου ουίσκι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Art Market Research (AMR).
Ενώ σύμφωνα με το περιοδικό Time, «Οι τσάντες Birkin ξεπέρασαν τον S&P 500 και την τιμή του χρυσού τα τελευταία 35 χρόνια - με την πρώτη τσάντα Birkin να κυκλοφορεί το 1981». Μάλιστα, αναφέρεται πως η ετήσια απόδοση σε μία Birkin ήταν στο 14,2% σε σύγκριση με την μέση ετήσια απόδοση του S&P στο 8,7% και του χρυσού στο -1.5%.
Λίστα αναμονής
Η Birkin κατασκευάζεται στη Γαλλία με δέρμα «premium» κατηγορίας, όπως είναι το δέρμα αλιγάτορα και στρουθοκάμηλου, μεταξύ άλλων. Η κάθε τσάντα κατασκευάζεται «στο χέρι» από την αρχή μέχρι το τέλος και συμβολίζει την απόλυτη πολυτέλεια. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που είναι τόσο δύσκολο να την αποκτήσει κανείς.
Αν κάποιος σκέφτεται να αγοράσει μία Birkin Bag δεν μπορεί να μπει απλώς σε ένα κατάστημα και να τη ζητήσει. Υπάρχει μακρά λίστα αναμονής που και μπορεί να περάσουν μέχρι και έξι χρόνια, μέχρι να φτάσει στα χέρια του αγοραστή. Μάλιστα, η Hermès έχει θέσει όριο στις πόσες Birkin τσάντες μπορεί να αποκτήσει ένας πελάτης κάθε χρόνο.
Η μακρά λίστα αναμονής έχει δώσει «ζωή» στην αγορά μεταπώλησης, όμως ο ενδιαφερόμενος πρέπει να είναι διατεθειμένος να πληρώσει πολλά περισσότερα από την αρχική τιμή, καθώς η τιμή στη δευτερογενή αγορά μπορεί να είναι αυξημένη από 50% ή και ακόμα και διπλάσια από την αρχική λιανική τιμή πώλησης.
Σύμφωνα με τον ειδικό για τσάντες πολυτελείας, Mason Howell και το The Richlist: «η υψηλή εμπορική τιμή και τιμή μεταπώλησης οφείλεται - μεταξύ άλλων - στο γεγονός πως οι τσάντες αυτές είναι έργα τέχνης. Οι τεχνίτες που δημιουργούν μία από αυτές τις τσάντες εκπαιδεύονται για χρόνια και πρέπει να διαθέτουν δεκαετή εμπειρία πριν τους επιτραπεί να φτιάξουν μία Birkin.
Η αξία της μεγαλώνει
Αν κάποιος έχει στη διάθεση του ήδη μία Birkin και καταφέρει να τη διατηρήσει σε καλή κατάσταση, μπορεί να περιμένει μία... υγιής ετήσια απόδοση. Σύμφωνα με την εταιρεία ανάλυσης πλούτου Knight Frank, αν και η αγορά πολυτελούς «τσάντας» έχει πολλά brands που... πάνε καλά, η Hermès Birkin κυριαρχεί την high end κατηγορία.
Το 2019 οι τσάντες Birkin αύξησαν την αξία τους κατά 13%, ενώ σε ανάλυση της Knight Frank αναφέρεται πως η αξία των τσαντών Hermès Birkin έχει αυξηθεί κατά 500% τα τελευταία 35 χρόνια, δηλαδή κατά 14% κάθε χρόνο. Αυτό το στοιχείο κάνει τις τσάντες αυτές μία από τις καλύτερες επενδύσεις στην αγορά, ειδικά σε σύγκριση με τα έργα τέχνης, τα οποία είδαν την αξία τους να αυξάνεται μόλις κατά 5%.
Όσο πιο δύσκολο είναι να αποκτήσει κανείς ένα συγκεκριμένο μοντέλο της Birkin, είτε επειδή ανήκει σε μία εξαιρετικά περιορισμένη συλλογή, είτε λόγω της εξαιρετικά υψηλής τιμής της, τόσο πιο επιθυμητή γίνεται. Ένα τέτοιο είναι το μοντέλο Himalaya Birkin, φτιαγμένη από δέρμα κροκόδειλου του Νείλου και επεξεργασμένη με μία ειδική διαδικασία που αλλάζει σταδιακά το χρώμα από λευκό σε γκρι. Δεν έχει γίνει γνωστό, πόσες Himalayan Birkins Hermes έχουν κατασκευαστεί, όμως σύμφωνα με τους ειδικά, είναι μικρός ο αριθμός. Η τιμή λιανικής πώλησης ήταν κοντά στα 300.000 δολάρια, όταν κυκλοφόρησε το 2014, όμως η σπανιότητα «ανέβασε» την τιμή της και έγινε η ακριβότερη τσάντα που πωλήθηκε ποτέ σε δημοπρασία στα 432.000.
Λίγα χρόνια αργότερα, το 2018, «έσπασε» το δικό της ρεκόρ και πωλήθηκε έναντι 500.000 δολαρίων.
Κεντρική φωτογραφία: Getty / Ideal Images