Υποδομές: Πώς η άνοδος του επιτοκιακού κόστους επηρεάζει Δημόσια Έργα, ΣΔΙΤ, Παραχωρήσεις – Τα νέα projects και το χρηματοδοτικό μοντέλο

Γιώργος Παπακωνσταντίνου
Viber Whatsapp
Μοιράσου το
Υποδομές: Πώς η άνοδος του επιτοκιακού κόστους επηρεάζει Δημόσια Έργα, ΣΔΙΤ, Παραχωρήσεις – Τα νέα projects και το χρηματοδοτικό μοντέλο
Οι όμιλοι στο χώρο των μεγάλων έργων αλλά και το υπ. Υποδομών/Μεταφορών έχουν να αντιμετωπίσουν την άνοδο του κόστους χρήματος. Ποιες είναι οι επιπτώσεις. Το κεφάλαιο κίνησης, τα δάνεια, τα ίδια κεφάλαια και οι διαγωνισμοί. Γιατί επανήλθε η παλιά πρόταση ΣΤΕΑΤ.

Οι υψηλές τιμές των υλικών, που εκτροχιάζουν τους προϋπολογισμούς των δημοσίων έργων αλλά και γενικότερα των υποδομών, η αύξηση του ενεργειακού κόστους, ακόμα και η έλλειψη τόσο του εξειδικευμένου στελεχιακού δυναμικού (μηχανικοί κ.α.) όσο και απλών τεχνικών – εργατών, συνθέτουν, μεταξύ άλλων προβλημάτων και δυσχερειών, ένα δύσκολο «παζλ» για τους ομίλους του κατασκευαστικού κλάδου, ακόμα και τα ισχυρά ονόματα όπως οι ΑΒΑΞ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ΕΛΛΑΚΤΩΡ, INTRAKAT, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ.

Η άνοδος στο επιτοκιακό κόστος

Ωστόσο, όπως τα ίδια τα στελέχη του χώρου παραδέχονται σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, το τελευταίο ιδίως χρονικό διάστημα έχει ανακύψει ένα ακόμα σοβαρό ζήτημα που σε έναν βαθμό μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τα έργα και τους διαγωνισμούς που έρχονται, σε συνδυασμό με την χρηματοοικονομική εικόνα των επιχειρήσεων. Πρόκειται για τις (ανοδικές) πιέσεις που παρατηρούνται στο μέτωπο του επιτοκιακού κόστους λόγω της ανόδου που προηγήθηκε στο κόστος του χρήματος με την αύξηση των βασικών επιτοκίων και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, θέμα που δεν είναι γνωστό και σαφές αν έχει «κλείσει», δηλαδή αν θα πάμε σε νέες ανατιμήσεις ή όχι. Η άνοδος των αποδόσεων σε κρατικά και εταιρικά ομόλογα ή στο κόστος δανεισμού είναι η μία πλευρά. Η άλλη σχετίζεται με τις παρενέργειες σε έργα, δημόσια ή ΣΔΙΤ/Παραχωρήσεις.

ΣΔΙΤ – Παραχωρήσεις

Στον τομέα των ΣΔΙΤ και των Παραχωρήσεων, όπου πέραν των υφιστάμενων αναμένονται νέες συμβάσεις και νέοι διαγωνισμοί πολλών δις. ευρώ συνολικά (από διάφορα υπουργεία, κυρίως το Υποδομών και Μεταφορών αλλά όχι μόνο, όπως και από το ΤΑΙΠΕΔ κ.α.), όπως σημειώνουν στελέχη του χώρου τα αυξημένα επιτόκια επιδρούν σε αρκετά επίπεδα. Από τη μία πλευρά, επιβαρύνουν το κατασκευαστικό κόστος μέσα από το αυξημένο κόστος του αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης για την κατασκευή. Επίσης μειώνουν την καθαρή παρούσα αξία των αναμενόμενων μελλοντικών εσόδων, είτε από την είσπραξη διοδίων είτε από τις εγγυημένες καταβολές του δημοσίου, όπως είναι οι λεγόμενες πληρωμές διαθεσιμότητας (για περίοδο, ως συνήθως, άνω των 25 ετών). Επιπλέον, επιβαρύνουν το χρηματοδοτικό κόστος του παραχωρησιούχου ή του ιδιώτη φορέα για τον δανεισμό που χρηματοδοτεί την κατασκευή και πληρώνει στο κράτος το δικαίωμα για την ανάληψη της παραχώρησης, αλλά και το κόστος των ιδίων κεφαλαίων που εισφέρει. Μένει να φανεί κατά πόσο αυτοί οι επιβαρυντικοί παράγοντες μειώσουν, λιγότερο ή έως και σε σημαντικό βαθμό, το ύψος των προσφορών που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές για να αποκτήσουν το δικαίωμα χρήσης των παραχωρηθέντων περιουσιακών στοιχείων, είτε αυτά είναι οδικοί άξονες, είτε κτήρια, είτε άλλου είδους υποδομές (απορρίμματα, φράγματα, ύδρευση, φοιτητικές εστίες κ.α.).

Τα δημόσια έργα

Σε σχέση με τα αμιγώς δημόσια έργα, η αύξηση των επιτοκίων επιβαρύνει το κόστος των τεχνικών εταιρειών που χρειάζονται κεφάλαιο κίνησης για την εκτέλεσή τους. Αυτό το αυξημένο χρηματοδοτικό κόστος αναγκαστικά θα περάσει και στο τελικό ύψος των προσφορών που υποβάλλουν οι εταιρείες σε σχετικούς διαγωνισμούς έργων που «τρέχουν» και κυρίως έπονται. Αντίστοιχο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί τον τελευταίο χρόνο σε όλους τους διαγωνισμούς έργων, όπου οι προσφερόμενες εκπτώσεις είναι σημαντικά μειωμένες, ακόμα και πέριξ ή κάτω του 10%, προκειμένου να απορροφηθούν οι διεθνείς ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, τα μεταφορικά, τον τεχνικό εξοπλισμό και τα καύσιμα. Ουσιαστικά, το αυξημένο χρηματοδοτικό κόστος θα περάσει και εκείνο στις προσφορές των εταιρειών στους διαγωνισμούς και στον τελικό προϋπολογισμό των έργων που θα «πληρώσει» το Ελληνικό Δημόσιο.

Η χρηματοοικονομική εικόνα

Είναι δηλαδή προφανές ότι πέραν των άλλων δεδομένων προβλημάτων, «απόνερα» σε έργα και διαγωνισμούς θα επιφέρει και η αύξηση των επιτοκίων, ήτοι η αύξηση του κόστους χρήματος. Αλλωστε, όχι μόνο για τα έργα που προχωρούν και δημοπρατούνται με δημόσιο μοντέλο, αλλά κυρίως και σε ΣΔΙΤ – Παραχωρήσεις, μεγάλο μέρος των απαραίτητων κεφαλαίων προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό και βέβαια ίδια κεφάλαια. Προφανώς, η μεταφορά του επιτοκιακού κόστους αφορά και σε ιδιωτικές αναπτύξεις, όπως βέβαια και τον τομέα ακινήτων – οικοδομής. Επιπρόσθετα, ακόμα και αν υπάρχει σε έναν βαθμό δανεισμός «κλειδωμένος» με συγκεκριμένα επιτόκια για κάποιο χρονικό διάστημα, είναι προφανές ότι η άνοδος των επιτοκίων θα επηρεάσει τον συνολικό δανεισμό επιχειρήσεων και γενικότερα τα κόστη.

Τα ομολογιακά δάνεια

Στελέχη της αγοράς, όχι μόνο του χώρου των υποδομών αλλά και του Τραπεζικού τομέα όπως και του Χρηματιστηρίου, σημειώνουν μία ακόμα παράμετρο. Αυτήν που έχει να κάνει με τα εταιρικά ομολογιακά δάνεια. Κατά πόσο έχουν δίκιο θα φανεί προσεχώς, πάντως, μερίδα στελεχών της αγοράς εκτιμά ότι τουλάχιστον προς το παρόν, και μέχρι να «κάτσει η σκόνη», το λεγόμενο «παράθυρο ευκαιρίας» για την έκδοση εταιρικών ομολόγων χαμηλού κόστους με συμμετοχή του επενδυτικού κοινού φαίνεται να έχει κλείσει. Μάλιστα, κάποια στελέχη εκτιμούν ότι κανονικά αυτό έχει συμβεί εδώ και πολλούς μήνες, όταν έγινε εμφανής η προοπτική έντονης ανόδου των διεθνών επιτοκίων, αν και κάποια γκρουπ κατάφεραν νωρίτερα να αξιοποιήσουν, στον βαθμό που ήταν εφικτό, το κλίμα στις αγορές. Όσες εταιρίες πρόλαβαν να εκδώσουν ομολογίες με χαμηλά επιτόκια απολαμβάνουν αντίστοιχο χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης των αντληθέντων κεφαλαίων – αν και κάποιοι ομολογιούχοι καταγράφουν απώλειες – πλην όμως μένει να φανεί αν στο μέλλον θα έχουν τη δυνατότητα αναχρηματοδότησής τους με έκδοση νέων «φτηνών» ομολόγων. Αν αλλάξει πάλι η κατάσταση, τότε προφανώς θα δοθούν εκ νέου ευκαιρίες, ειδάλλως, θα χρειαστούν και άλλες κινήσεις, όπως αύξηση κεφαλαίου με τη συμμετοχή των μετόχων ή προσφυγή σε τραπεζικό δανεισμό, με υψηλότερο επιτόκιο και παροχή εγγυήσεων με δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και εκχώρηση απαιτήσεων.

Αξίζει να αναφέρουμε ότι ήδη καταγράφηκαν πιέσεις, όχι όμως σε βαθμό που να δημιουργήσουν έντονους προβληματισμούς, σε αποδόσεις εταιρικών ομολόγων… κανονικών ή «πράσινων», χωρίς να είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες προφανώς. Εξάλλου, η άνοδος του κόστους είναι μεγάλη, το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, όπως αποτυπώνεται στην απόδοση του 10ετούς ομολόγου, θυμίζει προ ολίγων ετών επίπεδα, οπότε λογικό είναι να επηρεάζονται και οι εταιρικές εκδόσεις. Υπενθυμίζεται ότι εδώ και περίπου ένα με ενάμιση έτος έχουν εκδοθεί ομολογίες από ομίλους όπως οι Noval, Prodea, Lamda, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ElvalHalcor, Premia κ.α., η Ελλάκτωρ πρόσφατα είχε «τρέξει» διαδικασία επαναγοράς του «ακριβού» ομολόγου λήξεως 2024 (εξέδωσε μάλιστα και ομολογιακά δάνεια για τη χρηματοδότηση της πράξης), με την Intrakat να επιλέγει και μια άλλη διαδικασία, δηλαδή τη διενέργεια ΑΜΚ ύψους 100 εκατ. ευρώ.

«Βγαίνουν» έργα πολλών δισ. ευρώ

Σε κάθε περίπτωση, όλα αυτά έχουν τη σημασία τους καθώς προσεχώς αναμένεται νέο «μπαράζ» δημοπρατήσεων και διαγωνιστικών διαδικασιών, όπως πολλές φορές στο παρελθόν έχει αναδείξει το insider.gr με συνεχή θεματολογία του. Μάλιστα, ανάμεσ σε αυτά τα έργα υπάρχει πλήθος ΣΔΙΤ, ύψους 5 έως 6 ευρώ συνολικά (οδικά, κτηριακά, φράγματα, ύδρευσης, απορρίμματα, λειτουργία Μετρό στη Θεσσαλονίκη κ.α.), projects που σχετίζονται με συμβάσεις παραχώρησης (όπως το «φιλέτο» του ΒΟΑΚ το οποίο υπενθυμίζεται ότι τα σχήματα που διεκδικούν το έργο είναι οι ΑΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ΑΒΑΞ, VINCI, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ – INTERTOLL, αν και μένει να φανεί κατά πόσο θα προκύψουν αλλαγές), ιδιωτικές αναπτύξεις (κορυφαία όλων η επένδυση της Lamda στο Ελληνικό) και δημόσια έργα.

Μάλιστα, υπάρχουν και εκκρεμότητες για μεγάλους διαγωνισμούς που είναι αναγκαίοι για να μειωθεί η κίνηση στο Λεκανοπέδιο, όπως οι επεκτάσεις της Αττικής Οδού (η Λ. Κύμης έχει ανάδοχο και θα υπογραφεί, αναμένονται νεότερα για το χρηματοδοτικό μοντέλο όσον αφορά στην επέκταση προς το Ελληνικό με μελέτες της Lamda αλλά και προς τα λιμάνια Ραφήνας, Λαυρίου), αλλά και ο διαγωνισμός του ΤΑΙΠΕΔ για τη νέα 25ετή σύμβασης παραχώρησης (με φλέγον ζήτημα την τιμολόγηση των διοδίων). Επίσης, θα προχωρήσουν έργα σιδηροδρομικά, για τον Προαστιακό και πάσης φύσεως υποδομές.

Γιατί επανήλθε η παλιά πρόταση ΣΤΕΑΤ για έσοδα παραχωρήσεων – ιδιωτικοποιήσεις

Και αν εξαιρέσουμε σε έναν βαθμό projects που έχουν σχέση με το Ταμείο Ανάκαμψης και θεωρητικά έχουν «κλειδωμένους» πόρους (αλλά κι εδώ τα κόστη ξεφεύγουν), προφανώς στα υπόλοιπα το χρηματοδοτικό κόστος παίζει τον ρόλο του, εξ ου και εσχάτως επανήλθαν στην επικαιρότητα διαρροές για μια παλιότερη πρόταση στελεχών του κλάδου (αλλά και του ΣΤΕΑΤ υπό τον Γ. Συριανό, που πλέον έχει αυξημένες διοικητικές θέσεις στον όμιλο ΑΚΤΩΡ –ΑΚΤΩΡ Παραχωρήσεις) για χρηματοδότηση έργων από τα έσοδα των ιδιωτικοποιήσεων, θέμα που προ μηνών είχε αναδείξει το insider.gr.

Μάλιστα, από τον σύνδεσμο προτείνονταν σοβαρό ποσοστό και συγκεκριμένα πάνω από το ήμισυ των χρημάτων που καταβάλλονται για την ανάληψη έργου Παραχώρησης (Upfront – fee), να καταβάλλεται για την χρηματοδότηση έργων (απευθείας ή με Πληρωμές Διαθεσιμότητας) και το υπόλοιπο να καταβάλλεται για την αποπληρωμή του χρέους. Προφανώς, έργα όπως η Αττική Οδός, η Εγνατία Οδός ή ο ΒΟΑΚ προσεχώς θα μπορούσαν να ενδείκνυνται για τέτοιες κινήσεις, δηλαδή μέρος των εσόδων να πάει σε χρηματοδότηση νέων projects όπως οι επεκτάσεις της Αττικής Οδού (π.χ. η σήραγγα Ηλιουπόλεως κ.α.), έργων ΣΔΙΤ και άλλων υποδομών. Κατά συνέπεια, το μοντέλο χρηματοδότησης παίζει ρόλο (δημόσιο, ΣΔΙΤ ή Παραχώρηση), με την κουβέντα αυτή πλέον να επηρεάζεται και από την διεθνή κατάσταση στον τομέα των επιτοκίων.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

gazzetta
gazzetta reader insider insider