Με συμβιβασμό των τραπεζών και την επιβολή προστίμου από την Επιτροπή Ανταγωνισμού που δεν ξεπερνά το 2,5% των συνολικών εσόδων τους από προμήθειες, κατέληξε η υπόθεση της έρευνας της ΕΑ για τις τραπεζικές χρεώσεις. Στο πλαίσιο της διευθέτησης με την ΕΑ, οι τράπεζες συμφώνησαν να μειώσουν για ορισμένο χρονικό διάστημα την προμήθεια DAF (σ.σ. προμήθεια για ανάληψη από ΑΤΜ άλλης τράπεζας από την τράπεζα του καταναλωτή που κάνει την ανάληψη) που χρεώνουν κατά περίπου 30%, ανεξάρτητα από την προμήθεια που χρεώνει σήμερα η κάθε τράπεζα.
Υπό αυτό το πρίσμα, από 1/1/2024 το ύψος της προμήθειας DAF ανά συναλλαγή ανάληψης μετρητών από ΑΤΜ με τη χρήση καρτών που έχουν εκδοθεί από άλλες τράπεζες, θα διαμορφωθεί κατ’ ανώτατο όριο ως ακολούθως:
- Τράπεζα Πειραιώς: έως το ύψος των 2 ευρώ, από το ισχύον ποσό των 3 ευρώ
- Εθνική Τράπεζα: έως το ύψος των 1,90 ευρώ, από το ισχύον ποσό των 2,60 ευρώ
- Alpha Bank: έως το ύψος των 1,80 ευρώ, από το ισχύον ποσό των 2,50 ευρώ
- Eurobank: έως το ύψος των 1,80 ευρώ, από το ισχύον ποσό των 2,50 ευρώ
- Attica Bank: έως το ύψος των 1,50 ευρώ, από το ισχύον ποσό των 2,00 ευρώ
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού υποχρεώνει τις ανωτέρω τράπεζες να διατηρήσουν τα παραπάνω επίπεδα προμήθειας DAF για χρονικό διάστημα τριών ετών από την εφαρμογή του μέτρου, με ρήτρα επανεξέτασης από την ΕΑ έως δύο επιπλέον έτη, μετά τη λήξη της τριετίας και με δυνατότητα επιβολής προστίμου από την ΕΑ σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.
Στο πλαίσιο του συμβιβασμού, οι τράπεζες και η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ) ως νομικό πρόσωπο συμφώνησαν στην ένταξή τους στη διαδικασία διευθέτησης διαφορών, αποδεχόμενες παράβαση του Άρθρου 1 Ν. 3959/2011 περί ανταλλαγής πληροφοριών. Ωστόσο, οι τράπεζες επέμειναν εμφατικά ότι σε καμία περίπτωση δεν παρέβησαν τους κανόνες ανταγωνισμού με τη μορφή της κατάρτισης συμφωνίας για καθορισμό τιμών – κάτι άλλωστε που διαπίστωσε και η ΕΑ- και προέκριναν την διαδικασία διευθέτησης για το σκέλος της ανταλλαγής πληροφοριών.
Με την ένταξη των τραπεζών στη διαδικασία διευθέτησης διαφορών η υπόθεση κλείνει οριστικά και αποτρέπεται μια μακρά αντιδικία, με όλα τα σχετικά αρνητικά αποτελέσματα. Νομικοί κύκλοι εκτιμούν ότι ο τελικός συμβιβασμός αποτελεί μια θετική εξέλιξη, τόσο για τις τράπεζες όσο και για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, αφού χωρίς συμβιβαστική λύση η υπόθεση θα οδηγείτο στην ακροαματική διαδικασία. Σε αυτή την περίπτωση, θα απαιτούνταν επιπλέον 9-12 μήνες για την έκδοση απόφασης. Καθώς οι αιτιάσεις στηρίζονται σε αμφιλεγόμενα στοιχεία είναι βέβαιο ότι την απόφαση θα ακολουθούσε η άσκηση έφεσης, η εκδίκαση της οποίας θα απαιτούσε επιπλέον 12-18 μήνες.
Η έρευνα της ΕΑ και τα πρόστιμα
Το συνολικό πρόστιμο των 41.756.180,10 ευρώ που επέβαλε η ΕΑ στις τράπεζες Πειραιώς, Εθνική, Alpha Bank, Eurobank και Attica Bank έρχεται κατόπιν ελέγχου κατά την περίοδο 2018-2019 και αφορά: α) στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη μετάπτωση στο λεγόμενο μοντέλο απευθείας χρέωσης (DAF) στα ΑΤΜ, δηλαδή της εισαγωγής απευθείας χρέωσης κατά την ανάληψη μετρητών από ΑΤΜ άλλης τράπεζας από εκείνης που έχει εκδώσει την κάρτα με την οποία γίνεται η ανάληψη και β) στην ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την πιθανότητα να υπάρξουν χρεώσεις σε τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Στο πλαίσιο της έρευνας της ΕΑ εξετάστηκαν περίπου 50 χρεώσεις προμηθειών. Αυτές εντοπίστηκαν σε αλληλογραφία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με τις τράπεζες, καθώς η ΕΕΤ συγκέντρωνε στοιχεία, ώστε να υπάρξει σχετικός εποπτικός διάλογος με την ΤτΕ. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕΤ είχε διοργανώσει και ειδική συνάντηση στην οποία συμμετείχαν ανώτατα στελέχη της ΤτΕ και οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών.
Στο πλαίσιο του συμβιβασμού, οι τράπεζες αναγνώρισαν την ανταλλαγή πληροφοριών, αναφέροντας ότι αυτή έγινε στο πλαίσιο ανάγκης θεσμικού διαλόγου με τη VISA και τη Mastercard με αφορμή την αλλαγή του τρόπου τιμολόγησης συγκεκριμένων συναλλαγών, κυρίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς και στο πλαίσιο εποπτικού διαλόγου για χρεώσεις με την Τράπεζα της Ελλάδος. Ο νομικός διάλογος μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων και της ΕΕΤ ήταν αναγκαίος ενόψει και του αυστηρού πλαισίου που ίσχυε στην Ελλάδα και απαγόρευε ορισμένες προμήθειες. Όπως ανέφεραν οι τράπεζες, σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε συντονισμός για καθορισμό τιμολογίου, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη διαδικασία διευθέτησης της ΕΑ.
Ο DAF αποτελεί παγκόσμια τραπεζική πρακτική και καλύπτει το κόστος της υπηρεσίας προς μη-πελάτη (επένδυση σε μηχανήματα ΑΤΜ, ενοίκιο χώρων εκτός τραπεζικού καταστήματος, συστήματα ασφαλείας, κόστος εφοδιασμού με χαρτονομίσματα κλπ). Δεν ελέγχθηκε από την ΕΑ η επιβολή του, καθώς δεν είναι παράνομη. Ελέγχθηκε η ταυτόχρονη εφαρμογή του από τις τράπεζες.
Η προμήθεια DAF
Στο πλαίσιο του ελέγχου από την ΕΑ εξετάστηκε η προμήθεια άμεσης χρέωσης (Direct Access Fee - DAF), η οποία καθιερώθηκε σταδιακά από το τραπεζικό σύστημα από το 2018 και μετά, για αναλήψεις μετρητών από ATMs. Η καθιέρωσή της έγινε αφότου το επέτρεψαν οι κανονισμοί των σχημάτων VISA και Mastercard. Σημειώνεται ότι και πριν από το DAF η ανάληψη μετρητών δεν ήταν ανέξοδη. Στη θέση του DAF ίσχυε η υποχρέωση καταβολής ενός ποσού από την εκδότρια τράπεζα (issuer fee), η οποία με τη σειρά της κατέβαλλε τμήμα του ποσού αυτού στην τράπεζα που παρείχε το ΑΤΜ.
Με βάση το DAF
* για τους Έλληνες καταναλωτές υπάρχει χρέωση για ανάληψη μετρητών, μόνο σε περίπτωση χρήσης ATM άλλης τράπεζας από αυτή που διατηρούν τον λογαριασμό τους. Για συναλλαγές από ATM της τράπεζάς τους η ανάληψη είναι δωρεάν
* για αλλοδαπούς καταναλωτές υπάρχει χρέωση σε κάθε ανάληψή τους, εφόσον χρησιμοποιούν κάρτες που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό (π.χ. Ολλανδός κάνει ανάληψη με κάρτα ING από ΑΤΜ ελληνικής τράπεζας).
Απόδειξη ότι δεν υπήρξε συμφωνία μεταξύ τραπεζών για το ύψος της προμήθειας DAF αποτελεί το μεγάλο εύρος της τιμολόγησης ανά συναλλαγή, που κυμάνθηκε μεταξύ 2 και 3 ευρώ για τις συστημικές τράπεζες. Ούτως ή άλλως, το ύψος της προμήθειας DAF για τις εγχώριες συναλλαγές θα γινόταν δημοσίως γνωστό, αφού αφορά απλώς μια επέκταση της προμήθειας DAF που είχε ήδη επιβληθεί στις διασυνοριακές συναλλαγές. Σημειώνεται, ότι στα ATMs δραστηριοποιείται και ένας μη τραπεζικός πάροχος, ο οποίος χρεώνει προμήθεια ανάληψης μετρητών σε όλους τους καταναλωτές σχεδόν 4 ευρώ, δηλαδή 25-35% υψηλότερα από τις τράπεζες, και με τον οποίο η ΕΑ ούτε ασχολήθηκε για συλλογή στοιχείων το 2019, ούτε επέβαλε κάποια μείωση.
Σημειώνεται ότι παρόλο που η ΕΑ εξέτασε ενδελεχώς περί τις 50 διαφορετικές τραπεζικές προμήθειες, πέρα από το DAF, δεν προέκυψαν στοιχεία για καμία άλλη ώστε να δικαιολογείται η μείωσή της.
Ποιοι καταναλωτές επωφελούνται από το παραπάνω μέτρο της ΕΑ σχετικά με το DAF
Σύμφωνα με στοιχεία που προσκόμισαν οι τράπεζες στην ΕΑ, από τις αναλήψεις μετρητών που γίνονται σε ATMs και για τις οποίες υπάρχει χρέωση (δηλαδή γίνονται με κάρτες που έχουν εκδοθεί από τράπεζες διαφορετικές από την τράπεζα που λειτουργεί το ATM), τα 2/3 αφορούν αλλοδαπούς καταναλωτές, κυρίως τουρίστες. Και αυτό είναι αναμενόμενο, καθώς οι Έλληνες καταθέτες επιλέγουν ΑΤΜ της τράπεζάς τους για να αποφύγουν οποιαδήποτε χρέωση.
Επομένως, από το μέτρο της μείωσης της προμήθειας ανάληψης μετρητών (DAF) που επέβαλε η ΕΑ, επωφελείται ένας σχετικά μικρός αριθμός Ελλήνων καταναλωτών, συγχρόνως όμως μειώνεται το τουριστικό συνάλλαγμα - με τη μορφή προμήθειας ανάληψης μετρητών - που έρχεται στη χώρα. Η απώλεια συναλλαγματικών εισροών υπολογίζεται σε περίπου 20 εκατ. ευρώ τον χρόνο.
Σημειώνεται ότι ο DAF αποτελεί παγκόσμια τραπεζική πρακτική και καλύπτει το κόστος της υπηρεσίας προς μη-πελάτη (επένδυση σε μηχανήματα ΑΤΜ, ενοίκιο χώρων εκτός τραπεζικού καταστήματος, συστήματα ασφαλείας, κόστος εφοδιασμού με χαρτονομίσματα κλπ). Δεν ελέγχθηκε από την ΕΑ η επιβολή του, καθώς δεν είναι παράνομη. Ελέγχθηκε η ταυτόχρονη εφαρμογή του από τις τράπεζες. Επίσης, δεν επιβλήθηκαν πρόστιμα σε τραπεζικά στελέχη, καθώς η έρευνα δεν αφορούσε σε φυσικά πρόσωπα και δεν τέθηκε κανένα θέμα πρόθεσης για την παραβίαση κανόνων του ανταγωνισμού.
Γιατί υπάρχουν οι προμήθειες
Σημειώνεται ότι την περίοδο του ελέγχου (2018-2019), το τραπεζικό σύστημα δραστηριοποιούνταν σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον, με κόκκινα δάνεια μεγάλου ύψους και ισχυρές πιέσεις από τις εποπτικές αρχές, εντός και εκτός Ελλάδος, να διαφοροποιήσουν τις πηγές εσόδων τους διότι τα έσοδα από τόκους, με σχεδόν μηδενικά τότε επιτόκια, έβαιναν μειούμενα. Είναι ενδεικτικό ότι στις τράπεζες της ευρωζώνης, το ποσοστό των εσόδων από προμήθειες είναι διπλάσιο των ελληνικών και συγκεκριμένα, 31% έναντι 16%.
Σήμερα οι τράπεζες προσφέρουν άκρως ανταγωνιστικά προϊόντα, και σε ευρωπαϊκό ακόμη επίπεδο, όπως στεγαστικό δάνειο με σταθερό επιτόκιο για μία δεκαετία 2,90%-3%.
Έχουν επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, ενώ έχουν αλλάξει και οι συναλλακτικές συνήθειες των πελατών, με ποσοστό άνω του 95% των συναλλαγών να γίνεται ήδη ψηφιακά.
Με αυτόν τον τρόπο, οι συναλλαγές έχουν γίνει απλούστερες και πιο γρήγορες, κάτι που έχει μια μικρή επιβάρυνση στη συναλλαγή, αλλά πολύ μεγαλύτερο όφελος για τους πελάτες, καθώς δεν χρειάζεται επίσκεψη σε κατάστημα για όλο και περισσότερες συναλλαγές, ακόμα και για προϊόντα καταθέσεων και χορηγήσεων, και η δυνατότητα ηλεκτρονικών συναλλαγών παρέχεται ολόκληρο το 24ωρο και όχι με ωράριο καταστήματος.