Τον άθλο να διατηρήσουν, εν μέσω έντονων αναταράξεων, άθικτο το μερίδιο που κέρδισαν τα προηγούμενα χρόνια στις διεθνείς αγορές, έχουν καταφέρει οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις, παρά την εικόνα στασιμότητας των ελληνικών εξαγωγών στο τρίμηνο Φεβρουάριος-Απρίλιος 2024 (+0,8% σε αποπληθωρισμένους όρους) και τα πρώτα στοιχεία της περιόδου Μαΐου-Ιουνίου που έδειξαν επιδείνωση των εξαγωγικών επιδόσεων κατά -8,2% από -1,1% ετησίως την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου.
Yιοθετώντας επιθετικές στρατηγικές στις διεθνείς αγορές, με κυρίαρχο όπλο τις ανταγωνιστικές τιμές, οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν να περιμένουν, πάντως, καλύτερες μέρες το β΄ εξάμηνο του έτους, όπως εκτιμά η Εθνική Τράπεζα.
Σε μελέτη της, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ εκτιμά ότι οι εξαγωγές θα ευνοηθούν το β΄ εξάμηνο από:
α) Την αντιστροφή της αρνητικής επίδρασης βάσης σύγκρισης (base effect) του πρώτου εξαμήνου της χρονιάς σε θετική κατά το δεύτερο εξάμηνο,
β) Την επαναφορά της παραγωγής ελαιολάδου και βαμβακιού σε πιο φυσιολογικά επίπεδα που θα μπορούσε να προσθέσει περί τις 2,5 ποσοστιαίες μονάδες στις εξαγωγικές επιδόσεις του δεύτερου εξαμήνου, ώστε να διαμορφωθούν κοντά στα επίπεδα του +3% ετησίως (σε αποπληθωρισμένους όρους).
Λαμβανομένου υπόψη, πάντως, ότι το 2024 παραμένει έτος έντονων προκλήσεων, αφενός λόγω της παρατεταμένης γεωπολιτικής αναταραχής και των πολιτικών εξελίξεων σε ΕΕ και ΗΠΑ που μπορούν να επηρεάσουν απρόσμενα αλλά καθοριστικά τις ελληνικές εξαγωγές, αφετέρου λόγω της κλιματικής αλλαγής που παραμένει διαρκής απειλή για την αγροτική παραγωγή (αυτή κατέχει κομβικό ρόλο στις ελληνικές εξαγωγές, με τα τρόφιμα να καλύπτουν το ¼ των εξαγωγών).
Όπως αναφέρει η μελέτη της ΕΤΕ, η ελληνική συμμετοχή στο ευρωπαϊκό εξαγωγικό «καλάθι» ξεπέρασε οριακά τις πρόσφατες επιδόσεις (σε 0,53% από 0,52% το 2022-2023), με τα ελληνικά προϊόντα να δίνουν σκληρή «μάχη» έναντι των ευρωπαίων ανταγωνιστών τους. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων εξαγωγέων παλεύει να διακρατήσει (ή και να αυξήσει) τα μερίδιά της στις διεθνείς αγορές θυσιάζοντας τιμές (74%), με μόνο ένα μικρό σχετικά μερίδιο (24%) να θυσιάζει όγκους.
Σε επίπεδο κλάδων, η μελέτη της ΕΤΕ διαπιστώνει ότι 6 από τους 11 κλάδους -oι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 67% των εξαγωγών- κινούνται ανοδικά. Ωστόσο, δεδομένης της έντονης μεταβλητότητας, είναι πρώιμο να εξαχθούν συμπεράσματα για την τάση δυναμικής των κλάδων.
Όσον αφορά τις αγορές προορισμού, η εικόνα είναι διττή:
Από τη μια πλευρά, οι μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές (Δυτική Ευρώπη, Βαλκάνια και Ανατολική Ευρώπη), οι οποίες καλύπτουν τα ⅘ των ελληνικών εξαγωγών, παρουσιάζουν σχετική σταθερότητα (0% μέχρι 3%, σε αποπληθωρισμένους όρους). Αξιοσημείωτη άνοδο της τάξης του 20% εμφανίζει η αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου.
Από την άλλη πλευρά, οι μικρότερες αγορές παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις – με τις αγορές της Αμερικής να ξεχωρίζουν θετικά (κυρίως η Βόρεια Αμερική, με άνοδο της τάξης του 20%) ενώ οι αγορές της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής πέφτουν με διψήφια ποσοστά.
Από τα παραπάνω, ως αξιοσημείωτη εξέλιξη ξεχωρίζει η στροφή που φαίνεται να επιχειρείται προς τις αγορές του Ατλαντικού (Βόρεια Αμερική και Ην. Βασίλειο) – εξέλιξη που αξίζει να διερευνηθεί, κυρίως ως προς την πτυχή αν αποτελεί διέξοδο στις δυσχέρειες που παρουσιάζει η εμπορική δίοδος του Σουέζ. Οι αγορές των ΗΠΑ, Καναδά και Ην. Βασιλείου κατέγραψαν ισχυρή ανάπτυξη κατά το τρίμηνο Φεβρουάριος-Απρίλιος 2024 (+21% σε αποπληθωρισμένους όρους), και αποδείχθηκαν αξιόλογη εναλλακτική για τα ελληνικά προϊόντα, είτε είχαν ήδη παρουσία εκεί είτε κατευθύνθηκαν εκεί στα πλαίσια αναζήτησης νέων αγορών.
Ειδικότερα, ΗΠΑ & Καναδάς κατέγραψαν αύξηση της τάξης του 22%, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι το ⅓ της αύξησης κάλυψαν προϊόντα που καταβάλουν προσπάθεια εισόδου στις εν λόγω αγορές. Τα προϊόντα που διαμόρφωσαν την ισχυρή αυτή επίδοση ήταν κυρίως τα προϊόντα μετάλλου (ράβδοι χάλυβα, αλουμίνιο και σωληνώσεις) τα οποία κάλυψαν σχεδόν το ½ της ανόδου και τα τρόφιμα (ελιές, κομπόστες, φέτα και λαχανικά) που κάλυψαν το ¼ της ανόδου.
Αντίστοιχα, το Ηνωμένο Βασίλειο κατέγραψε αύξηση της τάξης του 21%, με το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου να προέρχεται από προϊόντα με σταθερή εξαγωγική δραστηριότητα προς την αγορά αυτή. Επίσης, είναι αξιοσημείωτο ότι σχεδόν τα ¾ της επίδοσης καλύπτονται από ένα μόλις προϊόν (ηλεκτρικοί αγωγοί), ενώ σημαντική συμβολή έχουν τα τρόφιμα που καλύπτουν το 15% της ανόδου και τα προϊόντα τεχνολογίας (οθόνες υγρών κρυστάλλων και τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός) που καλύπτουν το 6% της αύξησης.