Σημαντική πρόσθετη αξία προς τους μετόχους της αναμένεται να «ξεκλειδώσει» η Alpha Bank κατά τη φετινή χρονιά, διατηρώντας και επαυξάνοντας το πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων.
Η διοίκηση της τράπεζας έχοντας λάβει ήδη από πέρυσι την απόφαση να εντάξει πρώτη στο συνολικό μείγμα επιβράβευσης των μετοχων της, buyback, ύψους 61,1 εκατ. ευρώ (από τα κέρδη χρήσης 2023) φαίνεται να δρομολογεί ισχυρότερο πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων. Στη βάση του payout του 35% που έχει καθοριστεί, η τράπεζα, σύμφωνα με πληροφορίες, θα κινητοποιήσει μεγαλύτερες δυνάμεις στο buyback έναντι της χρηματικής διανομής, «κλίνοντας» προς μια ποσόστωση 60% - 40% (21% buyback - 14% μέρισμα έναντι συνόλου 35%).
Με τους αναλυτές να αναμένουν καθαρή κερδοφορία χρήσης 2024 προς τα 640 εκατ. ευρώ (περί τα 780 εκατ. ευρώ προσαρμοσμένη σε AT1), η συνολική επιβράβευση θα προσεγγίσει τα 224 εκατ. ευρώ. Υπό το σενάριο του 60% - 40%, περί τα 134,5 εκατ. ευρώ θα λάβουν τη μορφή buyback και 89,5 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθούν σε μέρισμα.
Με τη μετοχή της Alpha να διαπραγματεύεται σε άκρως ελκυστικά και χαμηλότερα, έναντι των ομοτίμων - και προφανώς έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζικών τίτλων - επίπεδα, ήτοι κοντά στο 0,56x σε P/TBV, το buyback ενδείκνυται ως το πιο αποτελεσματικό «εργαλείο» για το μέτοχο, ενισχύοντας παράλληλα τα EPS κατά 3,75% - 4%. Μάλιστα, τα κέρδη ανά μετοχή της τράπεζας δεν αναμένεται να πιεστούν από τα καθαρά έσοδα από τόκους (όπως συμβαίνει σε άλλες τράπεζες) καθώς η επίδραση στα τελευταία είναι περιορισμένη από την αντιστροφή του επιτοκιακού κύκλου, που φέρνει σε ευνοϊκή θέση την τράπεζα.
Στο σενάριο που τα επιτόκια φτάσουν στο 2% το 2025, τα καθαρά έσοδα από τόκους θα παραμείνουν σχεδόν σταθερά για την Alpha, προς τα 1,65 δισ. ευρώ, ενώ τυχόν περαιτέρω μείωση των επιτοκίων προς το 1,5% θα επιφέρει ελαφριά μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους της Alpha κατά 6% στα 1,543 δισ. ευρώ, έναντι διψήφιων ποσοστών υποχώρησης για άλλες τράπεζες.
Επιπλέον, τόσο η Alpha όσο και οι υπόλοιπες συστημικές φαίνεται πως έπραξαν σοφά, επιταχύνοντας τους ρυθμούς αποαναγνώρισης DTC (πλήρης απόσβεση επτά χρόνια νωρίτερα), παίρνοντας ως αντάλλαγμα υψηλοτερα payouts από τον επόπτη. Έτσι, το «case study» που έδειχνε ως «ταβάνι» ένα payout 50% επ' αόριστον θα αρχίζει σταδιακά να διαφοροποιείται καθώς οι τράπεζες «ξεκλειδώνουν» και περνούν επιτυχώς στις επόμενες πίστες (τα δύο «αγκάθια» - REOs - DTCs). Η επίπτωση στον δείκτη CET1 από την οικειοθελή απομείωση DTC θα είναι χαμηλότερη καθώς αφενός η διαγραφή μειώνει ισόποσα και το σταθμισμένο σε κίνδυνο ενεργητικό (RWA), αφετέρου, αποσβένεται ετησίως μέρος του DTA, το οποίο σήμερα αφαιρείται από τα κεφάλαια.
Η Alpha Bank διαθέτει DTC ύψους 2,4 δισ. ευρώ που καταλαμβάνει το 52% του CET1. Η τράπεζα θα «καίει» εποπτικό κεφάλαιο, ύψους 130 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί σε ποσοστό 29% του διανεμηθέντος μερίσματος (επίπτωση δηλαδή 130 εκατ. σε CET1 και RWA). Μάλιστα, οι εποπτικοί κεφαλαιακοί δείκτες αναμένεται να ενισχυθούν χωρίς να απαιτείται κάποια ομολογιακή έκδοση. Η διοίκηση της Alpha καθοδηγεί για 50% διανομή των κερδών χρήσης του 2025 (υπόθεση για 0,9 δισ. κερδοφορία), χωρίς να αποκλείεται να κινηθεί προς το 60% - 70% το 2026 - 2027.