Ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική φύση και επιχειρηματικότητα με αρωγό τις αρχαίες συνταγές του Ιπποκράτη έδωσε η Ισπανία, μέσω της εξαγοράς της ελληνικής εταιρείας φυσικών καλλυντικών Apivita από τον Ισπανικό όμιλο Puig.
Μετά από πολύμηνη «μάχη» γνωστών πολυεθνικών ομίλων, το πλειοψηφικό πακέτο της ελληνικής εταιρείας Apivita κατέληξε στην Puig σύμφωνα με τα ισπανικά ΜΜΕ. Αν και τα ακριβή ποσά που θα κατέχει η κάθε πλευρά παραμένουν άγνωστα, σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες η οικογένεια Κουτσιανά, θα διατηρήσει την καταστατική μειοψηφία στην εταιρεία ενώ πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Apivita θα παραμείνει ο κ. Νίκος Κουτσιανάς.
Παρά την εξαγορά, οι εγκαταστάσεις της Apivita θα παραμείνουν εντός ελληνικών συνόρων ενώ θα αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες του ερευνητικού εργαστηρίου και των υπερσύγχρονων εγκαταστάσεων στο Μαρκόπουλο. Επιπλέον με την κεφαλαιακή επάρκεια που διασφαλίζει η συμφωνία θα συνεχιστούν όλες οι υφιστάμενες συνεργασίες της APIVITA και θα δοθεί η ευκαιρία να ενισχυθούν και να αναπτυχθούν ακόμα περισσότερο, όπως οι συνεργασίες με μια ολόκληρη κοινότητα από παραγωγούς και καλλιεργητές σε όλη τη χώρα που εξασφαλίζουν την απόλυτη ιχνηλασιμότητα και εξαιρετική ποιότητα των πρώτων υλών της εταιρείας.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι την ελληνική εταιρεία παραγωγής φυσικών καλλυντικών φλέρταρε τους προηγούμενους μήνες και η L'Oreal. Όπως είχαν αναμεταδώσει διεθνή μέσα ενημέρωσης ο γαλλικός όμιλος είχε ορίσει το τίμημα στα 20 εκατ. ευρώ ενώ έχει δεσμευθεί και για την κάλυψη των χρεών της Apivita, ύψους 30 εκατ. ευρώ, χωρίς όμως να διασφαλίζεται το μέλλον των 300 εργαζομένων της καθώς και η διατήρηση της ηγεσίας από την οικογένεια Κουτσιανά.
Σημαντικό κριτήριο στην επιλογή της Puig από πλευράς της οικογένειας Κουτσιανά αποτέλεσε το γεγονός ότι παρά το μεγάλο μέγεθος της και την παγκόσμια παρουσία της, η ισπανική εταιρεία παραμένει κατά βάση μια οικογενειακού χαρακτήρα και ιδιοκτησίας. Για την ολοκλήρωση της συμφωνίας καίριο ρόλο έπαιξε και η κατανόηση από πλευράς της Puig ότι η Αpivita «παραμένει μία ελληνική εταιρεία, πιστή στη φιλοσοφία και στις αξίες, και στο διαφορετικό, αειφόρο μοντέλο επιχειρηματικότητας, που την ανέδειξε σε ολόκληρο τον κόσμο» διευκρινίζει η ανακοίνωση.
Puig: Ο Ισπανικός κολοσσός των Cosmetics
Ο όμιλος Puig, ο οποίος δραστηριοποιείται στον κλάδο των Cosmetics κατέγραψε 1,645 εκατ. ευρώ πωλήσεις το 2015 με τα προϊόντα του να διανέμονται σε περισσότερες από 150 χώρες.
Στο πορτφόλιο της ισπανικής εταιρείας συμπεριλαμβάνονται μάρκες όπως η Carolina Herrera, Nina Ricci, Paco Rabanne, Jean Paul Gaultier, Penhaligon’s και L’Artisan Parfumeur, αλλά και εκπροσώπηση brands στην Ισπανία όπως η Prada, Valentino Comme des Garçons.
Από το κασελάκι με τα μαύρα σαπούνια ...στην εξαγορά
Η επιτυχημένη εξαγορά ήρθε να επισφραγίσει την πραγματοποίηση του ονείρου δύο νεαρών φαρμακοποιών, της Νίκης και του Νίκου Κουτσιανά, οι οποίοι γνωρίστηκαν το 1972, όταν η Νίκη πήγε να κάνει την πρακτική της σε ένα συνοικιακό φαρμακείο των Αθηνών. Παντρεύτηκαν στον ναό που υπήρχε ακριβώς δίπλα στο φαρμακείο (παρότι το προσκλητήριο γάμου, που είχε σχεδιάσει ο φίλος τους, σκιτσογράφος Σπύρος Ορνεράκης, τους απεικονίζει μέσα σε αυτό) και συνειδητοποιώντας το κοινό τους πάθος για τη φύση, άρχισαν να παράγουν τα πρώτα φυσικά καλλυντικά στην Ελλάδα.
Στην αρχή η διάθεση των προϊόντων γινόταν μόνο σε φίλους και συγγενείς ώσπου το 1977 η Νίκη έκλεισε 48 χειροποίητα σαπούνια σε ένα κουτί κι άρχισε να περπατάει στους δρόμους της Αθήνας, προσπαθώντας να πουλήσει στα φαρμακεία αυτό που αρχικά ουδείς αγόραζε: «μαύρα» ελληνικά σαπούνια, που δεν μύριζαν και πολύ ωραία, σε τιμή δεκαπλάσια από εκείνη ενός κοινού σαπουνιού, αφού οι βασικές πρώτες ύλες -πρόπολη και θυμάρι- ήταν φυσικές άρα και ακριβές.
Σε μια εποχή που το εισαγόμενο κέρδιζε τις εντυπώσεις σε σχέση με το ελληνικό οι πρώτες απαντήσεις ήταν αρνητικές. Εκείνη όμως συνέχισε μέχρι που τα σαπούνια άρχισαν να αποκτούν πελάτες. . .«Τελικά, πουλήσαμε αυτό που δεν μπορούσε να πουληθεί» είχε αναφέρει σε παλαιότερη συνέντευξή της η ιδρυτής της εταιρείας. Το όραμα του ζεύγους Κουτσιανά, με αφετηρία του την φύση και την χλωρίδα της χώρας μας, απέκτησε επισήμως το όνομα Apivita το 1979. H βάση για τα πρώτα τους φυσικά καλλυντικά ήταν κυρίως μελισσοκομικά προϊόντα και ελληνικά βότανα. Eν συνεχεία, βέβαια τα προϊόντα πολλαπλάσιάστηκαν το ίδιο και τα φυσικά υλικά που χρησιμοποιούνtαι για την παραγωγή τους.
Το 1991 αξιοποιώντας και αναδεικνύοντας τις ιδιότητες των αιθερίων ελαίων, κυκλοφορούν τη σειρά ΑROMATHERAPY και τη σειρά εξατομικευμένων καλλυντικών PERSONAL. O guru του marketing Philip Kotler τη χαρακτηρίζει «case study». Το 2001 προχωρούν σε μια ακόμα καινοτομία. Αφουγκραζόμενοι τις επιθυμίες των πελατών κυκλοφορούν τις μάσκες προσώπου, express beauty masks, σε συσκευασία μονοδόσεων σε φακελάκια.
Όπως είχε δηλώσει η Νίκη Κουτσιανά, «στην πραγματικότητα δεν πουλούσαμε τα προϊόντα -κι ακόμη δεν τα πουλάμε- αλλά το όραμα, τις ιδέες, την ανάγκη να διαδώσουμε τον Ιπποκράτη, να κάνουμε μια "επικονίαση" των ιδεών του, σαν τις μέλισσες».
Σήμερα πλέον, που η Apivita συμπληρώνει 38 χρόνια ζωής δραστηριοποιείται σε 15 χώρες, στην Κύπρο, στην Ισπανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, τη Ρουμανία, την Ιαπωνία, το Χονγκ Κονγκ, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ, την Αγγλία, την Κροατία, την Ουκρανία και Βουλγαρία και πρόσφατα και στην Ιταλία, σε συνεργασία με αλυσίδες φαρμακείων αλλά και στον χώρο του retail με δικά της καταστήματα, στα πρότυπα του flagship καταστήματος The APIVITA Experience Store στο κέντρο της Αθήνας.
Ειδικά στην περίπτωση της Ισπανίας, η εταιρεία αναπτύσσεται ραγδαία, καταγράφοντας αύξηση πωλήσεων της τάξης του 30% ετησίως. Σήμερα, έχει παρoυσία σε 80 πολυκαταστήματα El corte Ingles, σε 650 φαρμακεία και ένα flagship κατάστημα στη Μαδρίτη. Η εξαγωγική της δραστηριότητα αντιστοιχεί περίπου στο 38% του τζίρου της. Στο επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2016 οι πωλήσεις της ανήλθαν στα 21,057 εκατ. ευρώ έναντι 17,277 εκατ. ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2015, με τα κέρδη ebitda να διαμορφώνονται στα 3,507 εκατ. ευρώ έναντι 2,178 εκατ. ευρώ το 2015.
Ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο για την apivita ακούει στο όνομα έρευνα κι ανάπτυξη. Συγκεκριμένα η εταιρεία συμμετέχει σε δέκα ερευνητικά προγράμματα σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και συνεργάζεται με 71 ιδρύματα σε 22 διαφορετικές χώρες. Η έρευνα της εστιάζεται κυρίως στα βότανα της ελληνικής φύσης, τα μελισσοκομικά προϊόντα, αλλά και τον υποθαλάσσιο χώρο της Μεσογείου.
Τέλος, επίτευγμα του τμήματος Scientific Affairs της εταιρείας, είναι η συμμετοχή της Apivita με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στο πρόγραμμα της Ε.Ε. Horizon 2020, το σημαντικότερο πρόγραμμα της ΕΕ για την έρευνα και την καινοτομία που δρομολογήθηκε ποτέ.