Σε φάση επαναδραστηριοποίησης βρίσκονται οι δύο ηγέτες του κλάδου των ιχθυοκαλλιεργειών, Σελόντα και Νηρέας, οι οποίες μετά απο μια μακρά και δύσκολη περίοδο κρίσης προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο έδαφος στις αγορές του εξωτερικού.
'Έτσι ένα χρόνο μετά την εξυγίανση τους από τις πιστώτριες τράπεζες, οι δύο εταιρείες, έχουν αρχίσει πλέον να ατενίζουν το μέλλον τους με αισιοδοξία, έχοντας την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία της υψηλής τιμής των ψαριών, να κάνουν οικονομίες κλίμακας και να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος έναντι της ανταγωνίστριας Τουρκίας, όντας πλέον χρηματοοικονομικά σωστά δομημένες.
Ενδεικτικό της θετικής πορείας που καταγράφουν οι δύο leader της αγοράς είναι ότι ο Νηρέας, έκλεισε το 2015 με τζίρο 185 ευρώ, εκ των οποίων τα 150 εκατ ευρώ είναι εξαγωγές, ενώ για τη Σελόντα έκλεισε με τζίρο 130 εκατ ευρώ εκ των οποίων τα 100 εκατ. ευρώ αφορούν εξαγωγές.
Οι εταιρείες του κλάδου είχαν πάντα καλό προϊόν και έντονη εξαγωγική δραστηριότητα, όμως η φύση του αντικειμένου απαιτούσε υψηλά κεφάλαια κίνησης και σύναψη δανεισμού, με αποτέλεσμα τα χρόνια της κρίσης το κόστος χρηματοδότησης να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα για την υγιή ανάπτυξη των εταιρειών.
Να σημειωθεί ότι οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης τόσο της Σελόντα όσο και του Νηρέα ξεκίνησε από τις τράπεζες πριν από ένα ένα χρόνοκαι το αποτέλεσμα της διαδικασίας κρίνεται επιτυχές, δεδομένης της αύξησης πωλήσεων, της επιστροφής στην κερδοφορία και της ύπαρξης πλέον θετικών ιδίων κεφαλαίων.
Υπενθυμίζεται ότι οι τράπεζες έχουν αποκτήσει τον έλεγχο του μάνατζμεντ τόσο της Σελόντα (από τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν απέκτησαν το 82% διαγράφοντας δάνεια ύψους 50 εκατ.) όσο και του Νηρέα (όπου την περασμένη άνοιξη απέκτησαν το 75% «κουρεύοντας» δάνεια 58,6 εκατ.).
Πήραν κεφάλι οι Τούρκοι λόγω κρίσης
Τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης αλλά και των προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετώπιζαν οι δύο μεγάλοι του κλάδου κατεγράφη επενδυτική άπνοια, η οποία αντικατοπτρίστηκε στην πτώση του συνολικού όγκου παραγωγής.
Από 140.000 τόνους του 2007, το 2015 η ελληνική παραγωγή περιορίστηκε στους 110.000 τόνους. Κερδισμένη είναι η Τουρκία, που αναδεικνύεται σε σημαντικό «παίκτη» της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας. Τους 30.000 τόνους που απώλεσε η Ελλάδα τους «κέρδισε» η Τουρκία, η οποία από 70.000 τόνους ανέβηκε στους 100.000 τόνους.
Ωστόσο όπως έδειξε και πρόσφατη έρευνα του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες έχουν τις δυνατότητες να διατηρήσουν την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία τους. Αναγκαία, ωστόσο προϋπόθεση είναι να διπλασιάσουν την παραγωγή τους μέχρι το 2030, στους 235.000 τόνους και να ενισχύσουν περισσότερο την εξωστρέφειά τους (στο 85% - 90%), ανεβάζοντας τις εξαγωγές στους 200.000 τόνους με αξία άνω του 1 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τον ΣΕΘ θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής δύο συνθήκες:
• Πρώτον, να δημιουργηθεί μια εθνική στρατηγική προώθησης με έμφαση τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού προϊόντος και
• Δεύτερον, να δοθεί έμφαση στην έρευνα και καινοτομία, με στόχο αφενός τη μείωση του κόστους παραγωγής των υφιστάμενων ειδών ώστε να γίνουν πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με τα εισαγόμενα και αφετέρου στη βελτίωση της τεχνογνωσίας στην παραγωγή νέων ειδών.
Από εκεί και πέρα, αναγκαία θεωρείται η απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών καθώς το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο που διέπει το καθεστώς ίδρυσης και λειτουργίας των μονάδων είναι πολύπλοκο και γραφειοκρατικό, με αποτέλεσμα να δημιουργεί ασάφειες και αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκομένων Υπηρεσιών.