Προβληματισμένοι για τις προθέσεις της ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, αναφορικά με το ενδεχόμενο αύξησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο τσίπουρο ως αντιστάθμισμα της προαναγγελθείσας κατάργησης του Ειδικού Φόρου στο κρασί, δηλώνουν εκπρόσωποι των οινοποιών και των αποσταγματοποιών
Με ανακοίνωσή του ο Κλαδικός Εθνικός Αγροτικός Συνεταιρισμός Αμπελοοινικων Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ) υπογραμμίζει τις επιφυλάξεις τις σχετικά με τις δηλώσεις του υπουργού Α.Α.& Τρ Ε. Αποστόλου για αύξηση του Ε.Φ.Κ. στο τσίπουρο από 0,59 ευρώ ανά κιλό που είναι σήμερα στα 6 ευρώ, καθώς όπως εκτιμούν υπονοεί την αύξηση του Ε.Φ.Κ. στο προϊόν που παράγουν οι διήμεροι μικροί παραγωγοί.
«Είναι γνωστό ότι το θέμα της φορολόγησης του προϊόντος και όσον αφορά τα οργανωμένα αποσταγματοποιεία, αλλά και τους διήμερους παραγωγούς που έχει παραπεμφθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Είναι θέμα πολυσύνθετο και χρήζει ειδικής αντιμετώπισης με διαδικασίες διαλόγου ανάμεσα στην πολιτεία και τους εμπλεκόμενους φορείς. Σαφώς εγείρονται θέματα ορθολογικοποίησης των όρων και προϋποθέσεων διακίνησης και παραγωγής του τσίπουρου, αλλά θα ήταν ατυχές να προδικαστεί η έκβαση της προσφυγής από εμάς του ίδιους και ιδιαίτερα την Κυβέρνηση», σημειώνει στην ανακοίνωση της η ΚΕΟΣΟΕ.
Το πρόβλημα της παράνομης διακίνησης χύμα τσίπουρου είναι ιδιαίτερα μεγάλο, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών ο όγκος του παράνομα διακινούμενου τσίπουρου αγγίζει τα 24 εκατ. λίτρα το χρόνο.
Την ίδια ώρα επίσημα δηλώνεται μόλις 6-7 εκατ. κιλά χύμα τσίπουρου. Όσο για την ποσότητα του εμφιαλωμένου τσίπουρου που παράγεται στην Ελλάδα, μόλις που αντιπροσωπεύει στο 1/3 του δηλωμένου χύμα τσίπουρου και δεν ξεπερνά τα 3 εκατ. λίτρα. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η παράνομη διακίνηση κοστίζει στην ελληνική οικονομία μόνο από την απώλεια φορολογικών εσόδων περί 97,7 εκατ. ευρώ, ενώ αν αναλογιστεί κανείς το σύνολο της εφοδιαστική αλυσίδας οι συνολικές απώλειες ξεπερνούν τα 250 εκατ. ευρώ.
Οι εκπρόσωποι των οινοποιών έχουν κατ' επανάληψη προτείνει τη λήψη μέτρων, ώστε να υπάρχει διαφάνεια στην παραγωγή και διακίνηση του προϊόντος. Ανάμεσα στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται η αυστηρή παρακολούθηση των στεμφύλων, που αποτελούν την α΄ ύλη για το τσίπουρο, ή η έκδοση διακεκριμένου συνόλου στις αποδείξεις λιανικής πώλησης στα σημεία εστίασης για το κρασί και τα συσκευασμένα ή μη αποστάγματα αμπελοοινικής προέλευσης, θα έδιναν λύσεις για το μεγαλύτερο μέρος της παράνομης παραγωγής και διακίνησης των αποσταγμάτων αμπελοοινικής προέλευσης τόσο όσον αφορά τους διήμερους παραγωγούς όσον και τα οργανωμένα αποσταγματοποιεία.
«Θεωρούμε ότι η λογική του συμψηφισμού του Ε.Φ.Κ. στο κρασί με αυτόν των αποσταγμάτων αμπελοοινικής προέλευσης δεν πρέπει να επικρατεί, αφού ο πρώτος έχει αποβεί μοιραίος για την βιωσιμότητα των οινοποιείων, ενώ παράλληλα η αύξηση του Ε.Φ.Κ. των αποσταγμάτων αμπελοοινικής προέλευσης θα εντείνει το φαινόμενο της παραοικονομίας, με μοιραίες επιπτώσεις στην ελληνική αμπελοκαλλιέργεια».
Οι εκπρόσωποι του κλάδου επισημαίνουν ότι μόνη αποτελεσματική λύση για την αντιμετώπιση της παραοικονομίας και στα δύο προϊόντα (κρασί και τσίπουρο) επιβάλλεται να είναι η αυστηρή διαδικασία τήρησης όρων εφαρμοζόμενης ιχνηλασιμότητα από το κράτος, ώστε να διασφαλίζονται ικανοποιητικές τιμές σταφυλιών και εισόδημα για τους αμπελουργούς, αλλά και ο υγιής ανταγωνισμός που αφορά άμεσα τα οργανωμένα αποσταγματοποιεία.