Ο πιθανός – σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις – διάδοχος της κας Μέρκελ σε δύο εβδομάδες στην γερμανική Καγκελαρία κ. Ολαφ Σόλτς, νυν Υπουργός Οικονομικών, σύμφωνα με την θέση που πήρε στο Eurogroup στο Μπρνό της Σλοβενίας, θεωρεί ότι η κρίση της πανδημίας απέδειξε πως οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, λειτουργούν και είναι αρκετά ελαστικοί. Τόσο «ελαστικοί» ώστε να μπορεί να ανασταλεί η λειτουργία τους όταν αυτό είναι αναγκαίο όπως συνέβει τώρα με την πανδημία… Κατά συνέπεια οποιαδήποτε συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης πρέπει να συγκεντρωθεί όπως είπε στο πως θα τους διατηρήσουμε.
«Έχουμε ένα πλαίσιο για την σταθερότητα στην Ευρώπη και έχει αποδειχθεί, ειδικά μέσα στις υπάρχουσες συνθήκες κρίσης ότι είναι εξαιρετικά πρακτικό…Φυσικά, τώρα το σημαντικό είναι να καταλάβουμε πως θα διατηρήσουμε αυτούς τους σταθερούς κανόνες. Έχουν ήδη δείξει πρακτικά πλέον τις αντοχές τους…». Η τοποθέτηση του Σοσιαλδημοκράτη βασικού υποψήφιου για την Καγκελαρία, έριξε πάγο στις ζυμώσεις που ήδη έχουν αρχίσει και στο Eurogroup για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας μετά την ενεργοποίησή του από τις αρχές του 2023. Η τοποθέτησή αυτή, παρά το γεγονός ότι ο γάλλος ομόλογός του επέμεινε την ίδια στιγμή, ότι η Γαλλία θα συνεχίσει να έχει την προσοχή της στην στήριξη της απασχόλησης και της οικονομικής ανάπτυξης – στην Γαλλία οι προεδρικές εκλογές είναι την άνοιξη – έδωσε έμμεση στήριξη στην επιστολή οκτώ χωρών της Ε.Ε. (Σουηδία, Φινλανδία, Λετονία, Δανία, Ολλανδία, Τσεχία, Αυστρία και Σλοβακία) που ζητούν την επιστροφή στην δημοσιονομική αυστηρότητα όσο αφορά ειδικά το χρέος…
Απέναντι στον κ. Σόλτς, ο οποίος για λόγους εκλογικούς είναι υποχρεωμένος απέναντι στο γερμανικό του εκλογικό κοινό να εμφανίζεται αυστηρός απέναντι στους υπερχρεωμένους της Νότιας Ευρώπης, ο εντεταλμένος πρωθυπουργός της Ιταλίας έχει εκφρασθεί ξεκάθαρα ενάντια στην διατήρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ως έχει και σ΄ αυτό φαίνεται να έχει την έμμεση στήριξη του κ. Μακρόν ο οποίος με το εκλογικό του μέτωπο ανοικτό την άνοιξη του 2022, διακηρύσσει ότι η Γαλλία θα συνεχίσει να βάζει το χρέος σε δεύτερη μοίρα…
Αξιοσημείωτη ήταν η παρέμβαση της κας Λαγκάρντ η οποία ήταν παρούσα στο Eurogroup και η οποία ξεκαθάρισε ότι για την ΕΚΤ το χρέος έχει σημασία. Όπως είπε συμπληρώνοντας τα όσα πριν είχε πεί ο κ. Τζεντινόλι ο Επίτροπος της Κομισιόν για τα Δημόσια Οικονομικά, «Πρώτον το χρέος μετράει και δεύτερον μετράει ποιο είναι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη και τα δύο…».
Βέβαια στο πως το χρέος μετράει η επικεφαλής της ΕΚΤ διευκρίνισε και κάποια σημεία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Είπα για παράδειγμα ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους αξιολογείται πέραν των άλλων λαμβάνοντας υπ΄ όψη, το πως χρησιμοποιούνται οι πόροι που προέρχονται από δανεισμό και από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Αυτό σημαίνει για την Ελλάδα ότι όσο οι διαθέσιμοι δανειακοί πόροι στρέφονται σε σημαντικό μέρος τους στην εξυπηρέτηση παλιού χρέους (ακριβότερου ή εκτός αγοράς χρέους, όπως τα μνημονιακά δάνεια) και το κόστος δανεισμού από τις αγορές παραμένει χαμηλό, τόσο περισσότερο βελτιώνεται η αξιολόγηση της βιωσιμότητάς του.
Αυτό είναι ένας πολύ κρίσιμος παράγοντας καθώς το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει, ποσοστιαία ως προς το ΑΕΠ, το υψηλότερο στην Ευρώπη και το δεύτερο μεγαλύτερο στον ΟΟΣΑ…
Με άλλα λόγια το ενδεχόμενο να αρχίσει η Ελλάδα να προπληρώνει σταδιακά, όπως έκανε και με το ΔΝΤ, το διακρατικό δάνειο (GLF) που έχει συνδεθεί με το πρώτο μνημόνιο θα λειτουργήσει πολύ θετικά για τις αγορές και την βιωσιμότητά του με συνέπειες όχι μόνο στους Οίκους Αξιολόγησης, αλλά και – κυρίως – στο πως η ΕΚΤ θα συνεχίσει να «αγοράζει» ελληνικά ομόλογα και μετά την λήξη του PEPP..
Βέβαια η Κομισιόν δια του Επιτρόπου κ. Τζεντιλόνι επιχείρησε να μετριάσει την …επιθετικότητα της επιστροφής στο «παλιό» Σύμφωνο Σταθερότητας υποστηρίζοντας ότι το ζήτημα της αναθεώρησης της προσέγγισής του δεν έχει προτεραιότητα την ταχύτητα αλλά την ποιότητα, των προσαρμογών που ενδεχομένως να προωθηθούν.
Η ποιότητα είπε «είναι πιο σημαντικότερη από την ταχύτητα» όσο αφορά στην αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας. Πρέπει να διαμορφωθεί μία συμφωνία, όπως δήλωσε, που «θα μπορέσουμε να την επιτύχουμε αν κοιτάζουμε περισσότερο στο μέλλον αντί στο παρελθόν. Αν δεν καταφέρουμε να το κάνουμε πριν από το τέλος του χρόνου θα βρούμε τρόπο να το διαχειριστούμε…».
Όσο αφορά το χρέος επέμεινε ότι «η αξιολόγηση του χρέους δεν εξαρτάται μόνο από το μέγεθος, αλλά και από την γενική κατάσταση, τα επιτόκια δανεισμού και άλλους παράγοντες. Ξέρουμε ότι έχουμε κοινούς δημοσιονομικούς κανόνες, μας χρησιμεύουν οι κανόνες αυτοί και δεν είναι ευθύνη της Κομισιόν να προτείνει την αλλαγή τους». Η πραγματικότητα είπε «είναι ότι μετά την πανδημία και με την μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη πρέπει να σκεφτούμε το πως θα έχουμε μία βιώσιμη διαρκή ανάπτυξη…». Βέβαια μόλις τελείωσε ο κ. Τζεντιλόνι η κα Λαγκάρντ έκρινε ότι έπρεπε να υπενθυμίσει «Πρώτον το χρέος μετράει και δεύτερον μετράει ποιο είναι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη και τα δύο…».
Ψύχραιμοι παρατηρητές με γνώση του πως ο εκλογικός κύκλος επηρεάζει τις καταστάσεις στο Eurorgoup, μετά την συνάντηση στο Μπρνό, σχολίαζαν ότι παρά τα όσα λέγονται και την «σκληρή» στάση του Όλαφ Σόλτς, «αυτό που θα πρέπει να περιμένουμε από αυτές τις ζυμώσεις είναι ότι τελικά στις Βρυξέλλες θα επικρατήσει η θέση για περισσότερη ελαστικότητα όσο αφορά την προβλεπόμενη δέσμευση των χωρών για ετήσια μείωση του χρέους. Και ένα αναθεωρημένο κανόνα για το δημόσιο έλλειμμα που θα λαμβάνει υπ’ όψη του τις δημόσιες επενδύσεις με τρόπο που να ευνοεί την βιώσιμη ανάπτυξη, χωρίς όμως να τις «εξοστρακίζει» από το έλλειμμα… Και ταυτόχρονα αυτή η ελαστικότητα θα εξισορροπηθεί από μία αυστηρότερη εποπτεία». Σ΄ αυτή την κατεύθυνση η ΕΚΤ φαίνεται να βρίσκεται ήδη σε ετοιμότητα για αλλαγές στην νομισματική της πολιτική που θα υποστηρίζουν την συγκράτηση του κόστους χρηματοδότησης στην στροφή της πράσινης ενέργειας.
Η εικόνα αυτή όμως δεν αναμένεται να ξεκαθαρίσει πριν οριστικοποιηθεί η σύνθεση της νέας γερμανικής και γαλλικής κυβέρνησης…