Με πρώτο αντικείμενο το «κλείσιμο» του 2021 στο αναπτυξιακό και στο δημοσιονομικό πεδίο, αλλά και την πορεία υλοποίησης των προαπαιτούμενων ξεκινά από την Τρίτη 11 Ιανουαρίου η εξ αποστάσεως διαβούλευση μεταξύ του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και των κλιμακίων των Θεσμών (ΕΚΤ, Κομισιόν, ESM) για τη 13η αξιολόγηση της χώρας σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ελληνική πλευρά θα προβάλει την ισχυρή ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας το 2021 (οι τελευταίες εκτιμήσεις όπως μεταφέρθηκαν εκ νέου σήμερα από τον Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα αναφέρονται σε ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ άνω του 7%), αλλά και την πολύ μεγάλη αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών που διασφάλισε την υπέρβαση του στόχου των φορολογικών εσόδων (άνοδος στα 52 διs. ευρώ, υψηλότερα κατά 12 δισ. ευρώ από το 2019).
Η εν λόγω υπέρβαση στόχων (στο ΑΕΠ και στα κρατικά έσοδα), αποτελούν τα «ατού» της κυβέρνησης για την πορεία της οικονομίας το 2022, αναλόγως βέβαια και του πώς θα εξελιχθεί το επόμενο διάστημα του 2022 η έξαρση της πανδημίας αλλά και της ενεργειακής κρίσης που έχει πλέον ορατές επιπτώσεις στην αγορά. Ανάλογα θα διαμορφωθούν οι ανάγκες για μέτρα στήριξης με τις επόμενες αποφάσεις να προσδιορίζονται από τον ΥΠΟΙΚ για το τέλος της εβδομάδας.
Το νέο πακέτο
Η κυβέρνηση θεωρεί πως προς το παρόν έχει το περιθώριο για νέα μέτρα στήριξης, έχοντας τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών, παρά το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας στο οποίο τελεί. Και τούτο καθώς οι πρώτες ανάγκες του 2022 καλύπτονται πλήρως από το αποθεματικό covid 1 δισ. ευρώ που υπάρχει στο νέο προϋπολογισμό.
Παρόλα αυτά, έχει διαμηνύσει πως οι νέες κινήσεις θα είναι πολύ περιορισμένες σε εύρος (σε σχέση με την προηγούμενη διετία των μέτρων στήριξης αξίας 43,3 δισ. ευρώ), με πρώτη κίνηση τη διεύρυνση του καθεστώτος αναστολών εργασίας με αποζημίωση ειδικού σκοπού, για να διαφυλαχθούν οι θέσεις απασχόλησης (κάτι το οποίο βρίσκει σύμφωνους και τους δανειστές).
Οι μεταρρυθμίσεις
Από την άλλη πλευρά, στο διαρθρωτικό πεδίο, αυτό που ενδιαφέρει είναι η πορεία υλοποίησης των προαπαιτούμενων που συμφωνήθηκαν το 2018 και θα πρέπει να λήξουν το επόμενο διάστημα για να βγει η χώρα από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας το 2022. Η 13η αξιολόγηση δεν περιέχει πακέτο μείωσης του χρέους. Ωστόσο είναι σημαντική καθώς θα δείξει τα επόμενα βήματα που οδηγούν στην ολοκλήρωση των εκκρεμοτήτων.
Θα πρέπει να συμφωνηθούν (και να τηρηθούν), τα τελικά χρονοδιαγράμματα σε πεδία της ενισχυμένης εποπτείας τα οποία μεταφέρονται χρονικά. Για παράδειγμα η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Κράτους προς ιδιώτες (ειδικά στο πεδίο των συντάξεων) που αποτελούν κόκκινο πανί για τον ESM λόγω της ανάγκης να αποδείξει το ελληνικό δημόσιο ότι μπορεί να «νοικοκυρέψει» τα οικονομικά του. Επίσης, ζήτημα υπάρχει με την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, αλλά και με τους δασικούς χάρτες. Οι δανειστές δέχονται ως «ελαφρυντικό» την πανδημία που έχει καθυστερήσει πολλές διαδικασίες αλλά και παράγοντες όπως οι πυρκαγιές και άλλες φυσικές καταστροφές. Επίσης, κάποια από τα προαπαιτούμενα έχουν μεταφερθεί ως ορόσημα και στόχοι στο Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, (πχ στελέχωση και ενίσχυση ΑΑΔΕ, πτωχευτικό πλαίσιο). Επίσης, η κυβέρνηση επιχειρεί να αντισταθμίσει αστοχίες που υπάρχουν με το «καλό πρόσωπο» σε άλλα πεδία όπως το ενεργειακό, οι ιδιωτικοποιήσεις (σ.σ. υπάρχει ισχυρή ικανοποίηση για το θέμα της Εγνατίας). Επίσης έχει δεχτεί πολύ καλά σχόλια το εθνικό πακέτο μεταρρυθμίσεων και κυρίως ο τομέας της ψηφιοποίησης ως απόδειξη ότι υπάρχει εθνική προσπάθεια για μεταρρυθμίσεις.
Υπενθυμίζεται πως εκκρεμούν 2 δόσεις από τη συμφωνία του 2018 εκ των οποίων τυπικά η 1 προβλέπεται να δοθεί τον Ιούνιο με την 14η αξιολόγηση. Η εκκρεμής «δόση» μαζί με τον τρόπο «εξόδου» θα είναι ουσιαστικά το αντικείμενο πολιτικής διαπραγμάτευσης η οποία ξεκινά. Η Επιτροπή επιθυμεί να υπάρξει μία απόφαση 2πλής «δόσης» τον Ιούνιο του 2022, αλλά δεν αποκλείεται να κριθεί πως η τελευταία δόση θα πρέπει να έρθει «κανονικά» τον Δεκέμβριο, όταν η χώρα - θεωρητικά – θα τελεί σε καθεστώς μετά-προγραμματικής παρακολούθησης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, για τις 25 Ιανουαρίου (και αφού μεσολαβήσει η σύνοδος του Eurogroup) έχουν ορισθεί οι τηλε-συναντήσεις σε πολιτικό επίπεδο. Η 13η αξιολόγηση θα πρέπει να οδηγήσει στη δημοσιοποίηση πορίσματος το Φεβρουάριο αλλά και σε πολιτική επικύρωση τον Μάρτιο από τη σύνοδο των ΥΠΟΙΚ.