Απαισιόδοξοι εμφανίζονται οι Έλληνες CEOs για τις οικονομικές επιπτώσεις που θα έχει ο πόλεμος στην Ουκρανία προς τη χώρα μας, σύμφωνα με έρευνα από την Εταιρεία Ανώτατων Στελεχών Επιχειρήσεων (ΕΑΣΕ), σε συνεργασία με την ICAP CRIF.
Από τα ευρήματα προκύπτει πως το ποσοστό των CEOs που δηλώνει ότι επιδεινώθηκε η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας αυξήθηκε σε 52% έναντι 7% το προηγούμενο τρίμηνο.
Ακόμα, το 58% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η επίπτωση της αύξησης του πληθωρισμού και των τιμών της ενέργειας στην ανάπτυξη της οικονομίας θα είναι μεγάλη.
Αναλυτικά:
Το πρώτο τρίμηνο του 2022 ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος (ΕΑΣΕ/ICAP CRIF-CEO General Index) σημείωσε σημαντική πτώση στις 140 μονάδες. Η υποχώρηση του δείκτη οφείλεται στις αρνητικές συνθήκες που
διαμορφώθηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία και την αβεβαιότητα μεταξύ των CEOs για τον χρόνο λήξης των πολεμικών επιχειρήσεων, την επαναφορά στην κανονικότητα, τις νέες διεθνείς οικονομικές σχέσεις που θα επικρατήσουν και την επίδραση τους στην Ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις
Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης (ΕΑΣΕ-CEO Current status Index) σημείωσε υποχώρηση στις 136 μονάδες, ενώ και ο δείκτης προσδοκιών (ΕΑΣΕ-CEO Expectation Index) μειώθηκε για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο στις 144 μονάδες.
Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης της χώρας παρουσίασε κάθετη πτώση στις 160 μονάδες έναντι 257 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι βελτιώθηκε η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας συγκρινόμενη με 1 έτος πριν, μειώθηκε σε 20% έναντι 73% το προηγούμενο τρίμηνο. Παράλληλα το ποσοστό των CEOs που δηλώνει ότι επιδεινώθηκε η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας αυξήθηκε σε 52% έναντι 7% το προηγούμενο τρίμηνο.
Ο δείκτης πρόβλεψης της οικονομικής κατάστασης της χώρας ένα έτος μετά παρουσίασε πτώση στις 156 μονάδες έναντι 230 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που εκτιμά ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας θα είναι καλύτερη στο επόμενο έτος διαμορφώθηκε σε 28%, έναντι 65% το προηγούμενο τρίμηνο.
Ο δείκτης της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης του κλάδου στον οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις επιδεινώθηκε στις 156 μονάδες έναντι 222 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι η τρέχουσα κατάσταση του κλάδου τους είναι καλύτερη σε σχέση με 1 έτος πριν μειώθηκε σε 25% έναντι 64% το προηγούμενο τρίμηνο, ποσοστό που μειώνεται ακόμα περισσότερο σε 14% για τους CEOs των εμπορικών επιχειρήσεων
Ο δείκτης προσδοκιών για την οικονομική κατάσταση του κλάδου δραστηριοποίησης παρουσίασε πτώση στις 157 μονάδες έναντι 209 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που θεωρούν ότι σε ένα χρόνο οι κλάδοι που δραστηριοποιούνται θα είναι σε καλύτερη οικονομική κατάσταση σε σχέση με την τωρινή μειώθηκε σημαντικά σε 30% έναντι 59% το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ το ποσοστό αυτό διαμορφώθηκε σε 40% για τους CEOs των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων.
Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης των εταιρειών σημείωσε πτώση στις 117 μονάδες έναντι 157 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι η τρέχουσα οικονομική κατάσταση των εταιρειών τους έχει βελτιωθεί σε σχέση με ένα έτος πριν μειώθηκε σε 48%, ποσοστό που αυξημένο σε 60% για τους CEOs των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων
Ο δείκτης προσδοκιών των CEOs για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας τους το επόμενο έτος μειώθηκε στις 124 μονάδες έναντι 160 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που αναμένει βελτίωση στο επόμενο έτος ανήλθε σε 38%, ποσοστό που είναι αυξημένο σε 53% για τους CEOs των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων
Ο δείκτης τρεχουσών δαπανών για επενδύσεις παγίου κεφαλαίου σημείωση μικρότερη πτώση και διαμορφώθηκε στις 120 μονάδες έναντι 140 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι η τρέχουσα επενδυτική δαπάνη των επιχειρήσεων που διοικούν είναι υψηλότερη σε σχέση με το προηγούμενο έτος ανήλθε σε 25% έναντι 39% το προηγούμενο τρίμηνο.
Ο δείκτης επενδυτικών προσδοκιών παρουσίασε και αυτός επιδείνωση στις 137 μονάδες έναντι 157 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι οι επενδυτική δαπάνη στις επιχειρήσεις τους θα είναι υψηλότερη κατά τον επόμενο χρόνο, από 44% το προηγούμενο τρίμηνο μειώθηκε σε 28%, μερίδιο που αυξάνεται σε 43% για τους CEOs των βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Ο δείκτης τρέχουσας απασχόλησης σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους δείκτες παρουσίασε έστω και οριακή άνοδο στις 125 μονάδες έναντι 124 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των CEOs που δηλώνουν ότι ο αριθμός των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που διοικούν είναι μεγαλύτερος σε σύγκριση με ένα έτος πριν διαμορφώθηκε σε 52%, ποσοστό το οποίο είναι αυξημένο σε 67% για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
Ωστόσο ο δείκτης προσδοκιών απασχόλησης παρουσίασε επιδείνωση στις 144 μονάδες έναντι 156 του προηγούμενου τριμήνου. Το μερίδιο των CEOs που δηλώνουν ότι η απασχόληση στις εταιρείες που διοικούν θα είναι αυξημένη 1 έτος μετά διαμορφώθηκε σε 35% έναντι 46% το προηγούμενο τρίμηνο. Οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις διαφοροποιούνται σημαντικά έναντι των υπολοίπων αφού οι CEOs που τις διοικούν δήλωσαν σε ποσοστό 60% ότι η απασχόληση των εταιρειών τους θα είναι αυξημένη 1 έτος μετά.
Τουρισμός και πληθωρισμός
Εκτός των βασικών ερωτήσεων που υποβάλλονται κάθε τρίμηνο στους CEOs, ζητήθηκε επιπλέον η γνώμη τους για την επίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία στον Ελληνικό τουρισμό κατά την φετινή περίοδο.
Το 33% των CEOs δήλωσαν ότι θα υπάρξει μικρή αρνητική επίπτωση, το 56% μέτρια αρνητική επίπτωση, ενώ το 11% δήλωσε ότι η αρνητική επίπτωση θα είναι υψηλή, ποσοστό που αυξάνεται σε 21% για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις, ενώ αντίθετα μειώνεται σημαντικά για τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών
Οι CEOs ερωτήθηκαν επιπλέον για το ύψος της αρνητικής επίδρασης της αύξησης του πληθωρισμού και των τιμών της ενέργειας στην ανάπτυξη της οικονομίας.
Όλοι οι CEOs συμφωνούν ότι θα υπάρξει αρνητική επίδραση στην οικονομία σε κάποιο βαθμό.
Το 42% απάντησε ότι η επίπτωση θα είναι μέτρια, ενώ το 58% πιστεύει ότι η επίπτωση θα είναι μεγάλη. Ωστόσο παρουσιάζονται αξιόλογες διαφοροποιήσεις στις απαντήσεις ανάλογα με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις το 60% των CEOs εκτιμούν ότι η επίπτωση θα είναι μέτρια και το 40% μεγάλη.
Ο Νικήτας Κωνσταντέλος, CEO της ICAP CRIF, δήλωσε τα εξής:
Σε ανοδική τροχιά κινήθηκε η ελληνική οικονομία το 2021, καθώς το ΑΕΠ ενισχύθηκε κατά 8,3%, μετά την βαθιά ύφεση (-9%) που βίωσε η χώρα το 2020, εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, η οποία δημιούργησε σημαντικά προβλήματα στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Με τη σταδιακή ομαλοποίηση της αγοράς, από τα μέσα σχεδόν του 2021, η αρνητική πορεία αντιστράφηκε και η ελληνική οικονομία επέστρεψε δυναμικά, δημιουργώντας ευοίωνες προοπτικές για την “μετά Covid” εποχή.
Οι εκτιμήσεις για την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας είναι θετικές και για το 2022, ωστόσο οι τρέχουσες εξελίξεις που επικρατούν σε διεθνές επίπεδο, εκτιμάται ότι θα αποδυναμώσουν τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά 1-1,5 ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με τις αρχικές προβλέψεις. Ο παρατεταμένος πόλεμος στην Ουκρανία, οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους, δημιουργούν εκ νέου πολυδιάστατα προβλήματα στην αγορά, δημιουργώντας έντονο προβληματισμό και ανησυχία στον επιχειρηματικό κόσμο.
Εν αναμονή των εξελίξεων και πέρα από την θετική πορεία που κατέγραψε ο εταιρικός τομέας το 2021, η έκταση της οποίας θα διαπιστωθεί με την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των ισολογισμών για το συγκεκριμένο έτος, ενδιαφέρον έχει να αποτυπωθούν οι τάσεις που χαρακτήρισαν τους διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας τα προηγούμενα έτη, όπως αυτές προκύπτουν από τα οικονομικά δεδομένα και αποτελέσματα των ελληνικών εταιρειών.
Σαφώς, οι συνθήκες πανδημίας και τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπισή της, επηρέασαν αρνητικά το σύνολο του ελληνικού εταιρικού τομέα. Ωστόσο, διαφορετικές ήταν οι επιπτώσεις για τους επιμέρους επιχειρηματικούς τομείς. Υπάρχουν κλάδοι που κατέγραψαν σημαντικές απώλειες, αλλά και κλάδοι οι οποίοι επέδειξαν ανθεκτικότητα ή επηρεάστηκαν σε πολύ χαμηλό βαθμό. Σε γενικές γραμμές διαπιστώνεται ότι, παρά τη μείωση των πωλήσεων οι εταιρείες κατάφεραν να περιορίσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να διαχειριστούν καλύτερα τα κόστη τους, με αποτέλεσμα να διατηρήσουν ή να αυξήσουν, έστω και οριακά, τα περιθώρια κερδοφορίας. Επιπλέον, βελτιώθηκαν και οι μέσοι δείκτες αποδοτικότητας ιδίων και απασχολουμένων κεφαλαίων των συγκεκριμένων κλάδων.