Με την κλεψύδρα να αδειάζει επικίνδυνα για τα χρονικά περιθώρια μιας συμφωνίας, κοινό τόπο για το ύψος του πλαφόν στο αέριο θα αναζητήσουν στη σημερινή Σύνοδο υπουργών Ενέργειας τα δύο στρατόπεδα κρατών-μελών που έχουν δημιουργηθεί για το θέμα.
Όπως είναι γνωστό, το πλαφόν διχάζει εδώ και μήνες την Ε.Ε., με τη μία πλευρά (στην οποία συμπεριλαμβάνεται η Ελλάδα) να διεκδικεί ένα «ταβάνι» το οποίο θα μπορούσε να δώσει ένα ρεαλιστικό σήμα στις αγορές, και την άλλη (όπου συγκαταλέγονται και η Γερμανία με την Ολλανδία) να υποστηρίζει πως το μέτρο θα πρέπει να μπορεί να ενεργοποιηθεί μόνο σε απόλυτο εκτροχιασμό των τιμών του καυσίμου.
- Πλαφόν στο αέριο: Σύσκεψη χθες Ελλάδας, Βελγίου, Ιταλίας, Πολωνίας με πρωτοβουλία Σκρέκα
- Σκρέκας: Πλαφόν στα 188 ευρώ θα δώσει τα «σωστά σήματα στις αγορές»
- ΥΠΕΝ Μάλτας: Η Γερμανία κινδυνεύει να είναι η μειοψηφία στο πλαφόν - Σίμσον: Κοντά σε συμφωνία
Ενδεικτικό της απόστασης που χώριζε έως και πρόσφατα τα δύο στρατόπεδα είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, η πρόταση που προωθεί η χώρα μας μαζί με 14 ακόμη κράτη-μέλη (και με την οποία προσέρχονται στη σημερινή Σύνοδο), είναι ο ορισμός του πλαφόν 160-170 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Στο άλλο άκρο, η εισήγηση της Κομισιόν (η οποία επίσης υιοθέτησε συντηρητική προσέγγιση) ήταν το «ταβάνι» να καθορισθεί στα 275 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Αν θεωρηθεί ωστόσο ως «δείκτης» οι συμβιβαστικές εισηγήσεις που έχουν κατατεθεί από την τσεχική προεδρία μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, φαίνεται πως ένα μεγάλο μέρος του χάσματος έχει πλέον γεφυρωθεί. Κι αυτό γιατί ο πρόεδρος του Συμβουλίου και υπουργός Βιομηχανίας της Τσεχίας, Γιόζεφ Σικέλα, έθεσε επί τάπητος αρχικά μία πρόταση για τον καθορισμό του ύψος του πλαφόν στα 220 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, προσαρμόζοντάς το στην πορεία στα 200 ευρώ.
Προς «λευκό καπνό» σήμερα
Για τις 15 χώρες που επιθυμούν ένα πιο «επιθετικό» μηχανισμό διόρθωσης της αγοράς αερίου (όπως λέγεται το πλαφόν), ακόμη και μία τιμή στα 200 ευρώ ανά Μεγαβατώρα υπονομεύει το μέτρο. Ο πρώτος λόγος είναι ότι, όπως υποστηρίζουν πηγές από την ελληνική πλευρά, μία τέτοια τιμή δίνει λανθασμένο «σήμα» στις αγορές για τις αντοχές των ευρωπαϊκών οικονομιών στο κόστος προμήθειας του καυσίμου.
Παράλληλα, τα εν λόγω κράτη-μέλη εκτιμούν ότι ο συγκεκριμένος «διακόπτης» θα πρέπει να τοποθετηθεί σε τέτοια επίπεδα, ώστε ο μηχανισμός να ενεργοποιηθεί στην περίπτωση που μια νέα αυξητική πορεία στο κόστος του αερίου εξελιχθεί σε ισχυρό ανοδικό ράλι. Κάτι που μόνο απίθανο δεν θεωρείται, καθώς ίσως «τα χειρότερα είναι μπροστά» για την Ευρώπη όσον αφορά τις τιμές του καυσίμου, οι οποίες είναι δεδομένο πως θα πάρουν και πάλι την ανιούσα από την άνοιξη, όταν θα ξεκινήσουν να αναπληρώνονται οι ευρωπαϊκές αποθήκες για τον επόμενο χειμώνα.
Στην έκτακτη Σύνοδο των υπουργών Ενέργειας, που έγινε την περασμένη εβδομάδα, επιχειρήματα όπως τα παραπάνω δεν βρήκαν έδαφος στις πιο επιφυλακτικές χώρες, με συνέπεια το ύψος του πλαφόν να παραπεμφθεί για το σημερινό προγραμματισμένο Συμβούλιο. Σύμφωνα πάντως με όλους τους αναλυτές, θεωρείται περίπου βέβαιο ότι οι σημερινές διαπραγματεύσεις θα έχουν αντίθετη κατάληξη, οδηγώντας σε συμφωνία για το θέμα.
Οι εκτιμήσεις τοποθετούν τον κοινό τόπο των δύο στρατοπέδων στα επίπεδα των 190 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Μία τιμή που ναι μεν δεν κάνει τον μηχανισμό τόσο «επιθετικό» όσο θα ήθελαν οι χώρες που είναι υπέρμαχοι του μέτρου, ωστόσο δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε να λειτουργήσει σαν «ασπίδα» για την Ευρώπη, όταν από την άνοιξη θα αρχίσει να αναπληρώνει ξανά τις αποθήκες αερίου.
Οι παραπάνω εκτιμήσεις κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος πληροφοριών του Reuters, δημοσίευμα του οποίου πριν από λίγες ώρες αναφερόταν σε νέα συμβιβαστική πρόταση της τσεχικής προεδρίας, με το ύψος του πλαφόν στα 188 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Οι λόγοι της συμφωνίας
Στους λόγους που όλες οι χώρες έχουν σήμερα κίνητρο να βρουν κοινό τόπο, σημαντική θέση έχει το πολιτικό «στίγμα» που θέλει να δώσει η Ε.Ε. διεθνώς, καθώς ένα ακόμη «ναυάγιο» εκ των πραγμάτων καταργεί το ευρωπαϊκό αφήγημα για συλλογική αντιμετώπιση των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, μόνο τυχαία δεν είναι η αναφορά στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής της περασμένης εβδομάδας, με την οποία οι αρχηγοί των κρατών-μελών καλούν του υπουργούς Ενέργειας να καταλήξουν σε συμφωνία. Έτσι, πέρα από το να εκφράζει ικανοποίηση για την έως τώρα επιτευχθείσα πρόοδο, η Σύνοδος «καλεί το Συμβούλιο να οριστικοποιήσει στις 19 Δεκεμβρίου 2022 τις εργασίες του», όπως αναφέρεται στο κείμενο χαρακτηριστικά.
Σε τεχνικό επίπεδο, μια σημερινή συμφωνία θα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην προεργασία που έγινε στο έκτακτο Συμβούλιο της προηγούμενης εβδομάδας, όπου οι Ευρωπαίοι υπουργοί Ενέργειας κατέληξαν σε ένα μηχανισμό αυτόματης απόσυρσης του πλαφόν. Πηγές της ελληνικής πλευράς δήλωναν στο insider.gr, πως η οριστικοποίηση του μηχανισμού αυτόματης απόσυρσης αποτελεί αποφασιστικό βήμα για να βρεθεί κοινός τόπος και για το ύψος στο οποίο θα μπει το ανώτερο όριο τιμής.
Κι αυτό γιατί ο συγκεκριμένος μηχανισμός «απαντά» στις ανησυχίες των κρατών-μελών που αντιτίθενται στο μέτρο, και οι οποίες εκφράζουν φόβους ότι μπορεί στην πορεία να προκαλέσει διαταραχές στις εισαγωγές αερίου στη «Γηραιά Ήπειρο».
Κρίσιμα μέτρα για «ξεκλείδωμα»
Η ίδια η λειτουργία του πλαφόν, αλλά και το πολιτικό μήνυμα της διαμόρφωσης μιας κοινής θέσης για το ύψος του, δείχνουν γιατί είναι κρίσιμο να βρεθεί κοινός τόπος στη σημερινή Σύνοδο. Ωστόσο, μία συμφωνία σήμερα είναι κρίσιμη και για έναν επιπλέον καθοριστικό λόγο, καθώς θα ξεμπλοκάρει μία σειρά από σημαντικά μέτρα που περιλαμβάνονται στον ίδιο Κανονισμό. Μέτρα που πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα, για να ενισχύσουν την ασφάλεια τροφοδοσίας της Ευρώπης και τη συγκράτηση των τιμών του καυσίμου, ενόψει του επόμενου χειμώνα.
Έτσι, με την οριστικοποίηση του ύψους του πλαφόν, θα ξεκλειδώσουν οι κοινές αγορές αερίου από κράτη-μέλη, για τουλάχιστον το 15% της δυναμικότητας των αποθηκών αερίου στην Ε.Ε., το οποίο θα βελτιώσει τη διαπραγματευτική τους ισχύ. Επίσης, θα βελτιωθούν οι μηχανισμοί αλληλεγγύης, σε περίπτωση ελλείψεων εφοδιασμού.
Παράλληλα, θα «πάρει εμπρός» και επίσημα η διαδικασία για τη δημιουργία ενός νέου δείκτη αναφοράς για την τιμολόγηση του LNG έως τον Μάρτιο του 2023, ως εναλλακτικού benchmark από το TTF. Τέλος, θα ανάψει το «πράσινο φως» και για την απλοποίηση της αδειοδότησης νέων έργων ΑΠΕ, ενισχύοντας έτσι την ενεργειακή αυτονομία της «Γηραιάς Ηπείρου».