Δια στόματος Ντε Γκίντος, αντιπροέδρου της ΕΚΤ, η διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας λίγα 24ωρα μετά την απόφαση για νέα αύξηση επιτοκίων και ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού «QT», εξηγεί ότι δεν υπάρχει Plan B. Ο κ. Ντε Γκίντος ξεκαθάρισε ότι «Η νομισματική πολιτική λειτουργεί μετριάζοντας τη ζήτηση, η οποία με τη σειρά της μετριάζει την ανάπτυξη. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση... Δεν έχουμε άλλη επιλογή. Αλλά πιστεύω ότι το να μην έχουμε τη δυνατότητα να παρεκκλίνουμε από τον στόχο είναι καλό πράγμα...».
Τα τρία βήματα που καθορίζουν αυτή την «TINA» (σ.σ. Δεν υπάρχει άλλη λύση) θα είναι:
- «Πρώτον, οι αυξήσεις κατά 50 μονάδες βάσης μπορεί να γίνουν ο νέος κανόνας βραχυπρόθεσμα.
- Δεύτερον, θα πρέπει να αναμένουμε αύξηση των επιτοκίων με αυτόν τον ρυθμό για ένα χρονικό διάστημα.
- Και τρίτον, τα επιτόκιά μας θα εισέλθουν τότε σε περιοριστικό έδαφος».
Με αυτά τα τρία βήματα που θα έχουν διάρκεια τουλάχιστον μέχρι και το 2024 θα πρέπει να κανονίσουν κυβερνήσεις και αγορές την πορεία τους...
* Οι αγορές ήδη έχουν αρχίσει να δείχνουν την... δυσκολία τους να χωνέψουν μια τόσο δραστική «συρρίκνωση» της ρευστότητας και ήδη αντιδρούν με «βίαιες» μετακινήσεις κεφαλαίων σε προστατευμένες περιοχές.
Αυτή την στιγμή οι μεγαλύτερες επενδύσεις (μετακινήσεις κεφαλαίων) χαρτοφυλακίου ύψους δεκάδων τρισ. δολ. σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία γίνονται στα... νησιά Καϋμάν.
Την ίδια στιγμή το σύνηθες χριστουγεννιάτικο ράλι δεν φαίνεται ούτε στην Γουόλ Στριτ, ούτε στις ασιατικές αγορές, ούτε πολύ περισσότερο στην Ευρώπη συμπεριλαμβανομένου και του λονδρέζικου City.
Οι ασιατικές αγορές βρίσκονται χαμηλότερα λόγω της πτώσης στην Wall Street, ενώ τα «ισχυρά» μακροοικονομικά στοιχεία από τις ΗΠΑ, έχουν αναζωπυρώσει τους φόβους ότι η Fed θα διατηρήσει την σκληρή στάση της με μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων και κυρίως περαιτέρω σφίξιμο στο QT.
Χαρακτηριστική η αντίδραση στους δείκτες υψηλής τεχνολογίας του Nasdaq που διολίσθησε άλλο ένα 2%...
Το περιβάλλον όμως μπορεί να επιδεινωθεί και από την Ασία, όπου για πρώτη φορά από το 1981 η Ιαπωνία γνωρίζει δομικό πληθωρισμό (χωρίς καύσιμα και ενέργεια) 3,7% με ανοδική τάση, κάτι που εξηγεί και την κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας να αυξήσει ξαφνικά και αναπάντεχα το εύρος του φάσματος των επιτοκίων της.
Οι επιθετικές κινήσεις των Κεντρικών Τραπεζών «οριζόντια» και συντονισμένα πλέον υποχρεώνουν τους επενδυτές σε αναδίπλωση στις χρηματαγορές.
* Από την πλευρά του μετώπου των κυβερνητικών αντιδράσεων οι «κινήσεις» προβλέπεται επίσης ότι θα... προσαρμοστούν, καθώς ο δανεισμός από το 2023, όπως φαίνεται και από τις εξηγήσεις του κ. Ντε Γκίντος, θα γίνει πολύ – πολύ δυσκολότερος και ακριβότερος.
Για την ακρίβεια έχει ήδη αρχίσει να γίνεται «ακριβότερος» και μάλιστα με τέτοια ταχύτητα που ορισμένες κυβερνήσεις του Ευρωπαϊκού Νότου ξαναθυμούνται τις δραματικές καταστάσεις του 2010 – 2011, που για την Ελλάδα οδήγησαν στην αναγκαστική αναδιάρθρωση του χρέους... Η Ιταλία για παράδειγμα μέσα στις συνθήκες αυτές πρέπει να δανειστεί περί τα 350 δις ευρώ, ήτοι πάνω από 50 δις περισσότερα από το 2022.
Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι το πως αυτή η «πίεση» θα επηρεάσει το τραπεζικό σύστημα και αν αυτό έχει τις αντοχές για να αντιμετωπίσει αυτό το διπλό χτύπημα, τόσο από τις αγορές όσο και από την οικονομία. Η αχίλλειος πτέρνα εδώ είναι τα χαρτοφυλάκια με assets Level 3, αλλά γι' αυτά ο κ. Ντε Γκίντος απέφυγε να γίνει ιδιαίτερα σαφής.
Παραδέχθηκε όμως ότι οι πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα αποκτούν διαστάσεις που αναδεικνύουν μεγάλους κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα γενικότερα στο σύστημα και ιδιαίτερα στο μη τραπεζικό του κομμάτι, που όμως είναι κεφαλαιακά το μεγαλύτερο.
«Οι συνθήκες χρηματοπιστωτικής σταθερότητας έχουν επιδεινωθεί λόγω της χαμηλότερης ανάπτυξης, του υψηλότερου πληθωρισμού και της αυστηροποίησης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Ανησυχώ ότι οι αγορές θα μπορούσαν να υποτιμήσουν την εμμονή του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ μειώθηκε από 10,6% σε 10,1%, αλλά αυτό δεν αρκεί.
Επιπλέον, ανησυχώ μήπως οι αγορές θεωρήσουν ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι ασύμβατη με τη νομισματική πολιτική, ότι υπάρχει πιθανή σύγκρουση. Αυτό συνέβη στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Σεπτέμβριο. Τέλος, οι τράπεζες διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιακή θέση και μπορούν να αντέξουν έναν κλυδωνισμό. Έχω όμως πολύ περισσότερες αμφιβολίες για τα μη τραπεζικά ιδρύματα, ιδίως τα αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου. Το επίπεδο μόχλευσής τους είναι τεράστιο, έχουν εξαιρετικά ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία και συσσωρεύουν επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία. Έτσι, μια απότομη αύξηση των ποσοστών θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα...».