Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μειώσει τα επιτόκια δύο φορές πριν από τη θερινή ανάπαυλα του Αυγούστου και άλλες δύο φορές πριν από το τέλος του έτους, χωρίς να επηρεαστεί από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, εκτιμά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
«Πρέπει να αρχίσουμε να μειώνουμε τα επιτόκια σύντομα, ώστε η νομισματική μας πολιτική να μην γίνει πολύ περιοριστική», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας σε συνέντευξή του στο Bloomberg. «Είναι σκόπιμο να γίνουν δύο μειώσεις επιτοκίων πριν από τις καλοκαιρινές διακοπές, ενώ τέσσερις κινήσεις συνολικά κατά τη διάρκεια του έτους φαίνονται λογικές. Μέχρι στιγμής, συμφωνώ με τις προσδοκίες των αγορών».
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητη την πολιτική της την περασμένη εβδομάδα για τέταρτη συνεχή συνεδρίαση, με τους αξιωματούχους να συγκλίνουν προς τον Ιούνιο ως την κατάλληλη συγκυρία για να ξεκινήσει η χαλάρωση της πολιτικής. Πλέον αισθάνονται μεγαλύτερη σιγουριά, ότι ο πληθωρισμός οδεύει προς τον στόχο του 2%, αλλά αναζητούν περαιτέρω διαβεβαιώσεις πριν αποφασίσουν για μειώσεις επιτοκίων.
Η ΕΚΤ έχει προγραμματισμένες συνεδριάσεις νομισματικής πολιτικής για τις 11 Απριλίου, 6 Ιουνίου και 18 Ιουλίου. Η επόμενη φορά που θα συνεδριάσει μετά από αυτό ειναι η 12η Σεπτεμβρίου. Ο Έλληνας Κεντρικός Τραπεζίτης είναι γνωστό «dove» στο Διοικητικό Συμβούλιο (τείνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τη στήριξη της απασχόλησης και της ανάπτυξης), αν και πρόσφατα ευθυγραμμίστηκε με τα περισσότερα hawkish μέλη (εστιάζουν στον πληθωρισμού) ως προς την ανάγκη να τηρηθεί στάση αναμονής ως τον Ιούνιο.
«Θα έχουμε ελάχιστες νέες πληροφορίες πριν από τη συνεδρίαση του Απριλίου, ειδικά για την πορεία των μισθών στις αρχές του 2024 -αλλά θα έχουμε στα χέρια μας πολύ περισσότερα στοιχεία πριν από τη συνεδρίαση του Ιουνίου», είπε ο Στουρνάρας, απηχώντας τα σχόλια της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ την περασμένη εβδομάδα. «Νομίζω ότι για να προβούμε σε μείωση των επιτοκίων ήδη τον Απρίλιο, θα χρειαστεί να δούμε την οικονομία να καταρρέει και δεν αναμένω ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο».
Ξεχωριστά ο κ. Στουρνάρας είπε ότι «η οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωζώνη είναι πολύ πιο αδύναμη από την αναμενόμενη και οι κίνδυνοι έχουν καθοδική απόκλιση, ενώ ο πληθωρισμός έχει μειωθεί σημαντικά και οι κίνδυνοι εκεί είναι ισορροπημένοι».
Υποβάθμισε επίσης τις -ακόμη- ισχυρές ονομαστικές αυξήσεις των μισθών τονίζοντας ότι οι πραγματικοί μισθοί θα φτάσουν σε προπανδημικά επίπεδα, όχι νωρίτερα από το 2025. «Οι μισθοί εξακολουθούν να βρίσκονται σε διαδικασία σύγκλισης, δεν ωθούν τον πληθωρισμό. Δεν πρέπει να μεγαλοποιούμε τον κίνδυνο ενός σπιράλ μισθών-τιμών», είπε. Ειδικά δεδομένου ότι «η αύξηση των ονομαστικών μισθών μετριάζεται και τα κέρδη απορροφούν μέρος των αυξήσεων των μισθών».
Υπογραμμίζοντας την ανάγκη να μειωθεί σύντομα το κόστος δανεισμού, ο Στουρνάρας επικαλέστηκε τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος ότι «το 30% της σύσφιξης των προηγούμενων αυξήσεων των επιτοκίων δεν έχει περάσει ακόμη στην πραγματική οικονομία». Επιπλέον, «ο ισολογισμός της ΕΚΤ θα συρρικνωθεί κατά περίπου 800 δισ. ευρώ φέτος, μέσω των αποπληρωμών των TLTRO και της σταδιακής κατάργησης των επανεπενδύσεων στο πλαίσιο των APP και PEPP», πρόσθεσε. «Όπως και τα επιτόκια, έτσι κι αυτά από μόνα τους οδηγούν σε πιο σφικτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες».
Ο Στουρνάρας απέρριψε κατηγορηματικά την άποψη ότι μπορεί να είναι προβληματικό ή επικίνδυνο να χαλαρώσει η ΕΚΤ την πολιτική της πριν από την Fed. «Δεν με πείθει καθόλου το επιχείρημα ότι δεν μπορούμε να μειώσουμε τα επιτόκια πριν το κάνει η Fed -και σχεδόν όλοι οι συνάδελφοί μου συμφωνούν με αυτό», είπε.
Η κατάσταση στη ζώνη των 20 κρατών είναι «πολύ διαφορετική» από εκείνη στις ΗΠΑ, όπου η οικονομία αναπτύσσεται, χάρη και στην επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, και ο πληθωρισμός είναι πιο ανθεκτικός, είπε. «Το επιχείρημα υπέρ της μείωσης των επιτοκίων είναι πολύ πιο πειστικό για τη ζώνη του ευρώ απ’ ό,τι για τις ΗΠΑ.»
Μετά το 2024, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος αναμένει ότι το επιτόκιο καταθέσεων, που επί του παρόντος βρίσκεται στο ανώτατο επίπεδο του 4%, «θα μειωθεί σταδιακά στο 2% στο τέλος του 2025 ή τις αρχές του 2026». Είναι της άποψης ότι αυτό αποτελεί ένα ουδέτερο επίπεδο. «Προς το παρόν δεν βλέπω τα επιτόκια να υποχωρούν κάτω από το 2%, όπως συνέβαινε πριν από την πανδημία.»
Με την επανεξέταση του αποκαλούμενου λειτουργικού πλαισίου της ΕΚΤ αυτή την εβδομάδα «λάβαμε τα διδάγματα των τελευταίων ετών και μετατρέψαμε την ΕΚΤ σε μια πιο σύγχρονη κεντρική τράπεζα», είπε ο Στουρνάρας.
Τόνισε ότι επί του παρόντος κανένας δεν γνωρίζει ποιο είναι το πλέον κατάλληλο επίπεδο αποθεματικών των τραπεζών και του ισολογισμού της ΕΚΤ.
«Στο τέλος, οι τράπεζες θα μας πουν και θα καθορίσουν πόση ρευστότητα χρειάζονται», είπε. «Θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο σταδιακά, βήμα-βήμα, έτσι ώστε να μην διακινδυνεύσουμε οποιαδήποτε ακούσια αναταραχή.»
Αναμένει ότι ο ισολογισμός της ΕΚΤ θα είναι μικρότερος από ό,τι σήμερα, αλλά μεγαλύτερος από ό,τι στο παρελθόν, λέγοντας ότι «δεν θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο στα επόμενα 1-2 χρόνια».
Ένα νέο διαρθρωτικό χαρτοφυλάκιο ομολόγων «θα βοηθήσει στη σταθεροποίηση της οικονομίας», είπε.
Οι λεπτομέρειες πρέπει να συζητηθούν, «αλλά το χαρτοφυλάκιο θα περιλαμβάνει επίσης κρατικά ομόλογα», προσέθεσε. «Θα διασφαλίσουμε ότι δεν παραβιάζει την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης που προβλέπεται στη συνθήκη της ΕΕ.»
Τόνισε ότι υπάρχουν «διαφορετικές παράμετροι για να γίνει αυτό – η ληκτότητα, η κλείδα κατανομής, ο εκδότης και τα όρια έκδοσης».
Διαφορετικές απόψεις
Αντικείμενο συζήτησης αποτελούν επίσης οι λεπτομέρειες των μελλοντικών πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης.
«Εγώ και άλλοι θα ήμασταν υπέρ της διατήρησης της πλήρους κατανομής με σταθερό επιτόκιο και για τις πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης – άλλοι συνάδελφοι έχουν διαφορετικές απόψεις», είπε. «Θα το εξετάσουμε προσεκτικά και μετά θα αποφασίσουμε.»
Εάν χρειαστεί, η ΕΚΤ δεν θα διστάσει να ενεργήσει στο μεσοδιάστημα, δήλωσε ο Στουρνάρας.
«Αν για κάποιο λόγο τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς χρήματος απομακρυνθούν υπερβολικά από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, θα παρέμβουμε με περισσότερη ρευστότητα», ανέφερε. «Είμαστε πάντα ευέλικτοι και θα αντιδράσουμε κατάλληλα ανά πάσα στιγμή.»