DBRS: Σήμα εμπιστοσύνης στην Ελλάδα - Αναβάθμιση του outlook σε θετικό

Viber Whatsapp Μοιράσου το
DBRS: Σήμα εμπιστοσύνης στην Ελλάδα - Αναβάθμιση του outlook σε θετικό
Ο καναδικός οίκος διατήρησε το ελληνικό αξιόχρεο με BBB (low) και αναβάθμισε τις προοπτικές σε θετικές. Η εικόνα των ελληνικών τραπεζών - Εκτίμηση για την πορεία του ΑΕΠ. Εύσημα για την αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους - Δεν απειλείται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Στην αναβάθμιση του outlook της ελληνικής οικονομίας σε θετικό προχώρησε η DBRS, διατηρώντας την αξιολόγηση στο BBB (low). Στο report του, ο καναδικός οίκος αξιολόγησης, εκτιμά πως η ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2024 και το 2025 θα είναι πάνω από 2%, ενώ δίνει εύσημα για την μείωση του χρέους. Απευθύνει, μάλιστα, κάλεσμα για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και απορρόφηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, εστιάζοντας επίσης στους κινδύνους και τις προκλήσεις για την ελληνική οικονομία.

Ειδικότερα, η ανοδική αναθεώρηση των προοπτικών της Ελλάδας από την DBRS, αντικατοπτρίζει τις προσδοκίες της για περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του τραπεζικού συστήματος. «Ο τραπεζικός τομέας είναι πιθανό να συνεχίσει να διατηρεί καλή κερδοφορία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPLs)» τονίζει. Τα ποσοστά μετοχών που κατείχε η κυβέρνηση στις τράπεζες έχουν επίσης υποχωρήσει ως αποτέλεσμα της απόφασής της να πωλήσει ένα μεγάλο ποσό μεριδίων σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, υπογραμμίζει.

Επιπλέον, τα υγιή και αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υγιή ονομαστική ανάπτυξη, θα διευκολύνουν περαιτέρω τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ, που αναμένεται να μειωθεί κάτω από το 140% έως το 2027 από 161,9% το 2023. Eπίσης, η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων παραμένει σε καλό δρόμο, που μαζί με υψηλότερες επενδύσεις από πόρους της ΕΕ, θα αυξήσουν τη δυναμική και να κάνουν την ανάπτυξη της χώρας πιο αυτοσυντηρούμενη.

Από το 2021, η ανάπτυξη στην Ελλάδα ξεπερνά τον μέσο ρυθμό στην Ευρωζώνης, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα δύο χρόνια, σύμφωνα με τον καναδικό οίκο που υπολογίζει άνοδο ΑΕΠ άνω του από 2,0% τόσο το 2024 όσο και το 2025. Οι αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας με ΒΒΒ (χαμηλό) στηρίζονται στη συμμετοχή της στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ και στην εφαρμογή των προηγούμενων θεσμικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας.

«Η χώρα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο στην εκτέλεση των του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ή Ελλάδα 2.0), το οποίο αναμένεται να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας, να ενισχύσει την παραγωγικότητα και να συμβάλει στη μείωση του επενδυτικού χάσματος με τους ομολόγους της στη ζώνη του ευρώ. Οι σημαντικοί πόροι της ΕΕ παρέχουν κίνητρα για την εφαρμογή του μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, ενώ υποστηρίζουν τις επενδύσεις με κεφάλαια που διοχετεύονται επίσης μέσω του ενισχυμένου τραπεζικού συστήματος» πρόσθεσε.

Παράλληλα, ο οίκος αξιολόγησης του Καναδά παρατηρεί πως υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση για διατήρηση μιας συνετής δημοσιονομικής στρατηγικής, που αντανακλάται στη ταχεία βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος παρά τους πολλαπλούς κλυδωνισμούς που έχει αντιμετωπίσει η οικονομία από το 2020.

Τράπεζες, ΜΕΔ, «Ηρακλής», Συγχώνευση Attica Bank - Παγκρήτια

Αναφερόμενη στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια επισημαίνει πως η περαιτέρω μείωσή τους ελαχιστοποιούν τις ευπάθειες που υπάρχουν, ενώ αναγνωρίζει πως έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες για την ενίσχυση του τραπεζικού τομέα της Ελλάδας, ο οποίος, χάρη στη βελτίωση της πιστωτικής ποιότητας, είναι πλέον πιο ανθεκτικός σε σχέση με το παρελθόν. «Οι τράπεζες είναι καλύτερα κεφαλαιοποιημένες, έχουν μεγαλύτερη ρευστότητα και έχουν αυξήσει την κερδοφορία τους, με τη στήριξη της αύξησης των καθαρών περιθωρίου καθαρού επιτοκίου» διαπιστώνει.

Επιπλέον, η βελτίωση της λειτουργικής αποδοτικότητας μετά από μια βαθιά διαδικασία αναδιάρθρωσης και η μείωση του πιστωτικού κόστους που συνάδει με τη βελτίωση του προφίλ κινδύνου τους, ενίσχυσαν περαιτέρω τις ελληνικές τράπεζες. Οι πρόσφατοι κλυδωνισμοί, συμπεριλαμβανομένης της ενεργειακής κρίσης και υψηλό κόστος επιτοκίου, δεν εμπόδισαν το συνολικό ακαθάριστο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων να συνεχίσει να μειώνεται. Διαμορφώθηκε στο 7,5% το α’ τρίμηνο του 2024, μειωμένος περισσότερο από περισσότερο από 40 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017.

Η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στις πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων υπό το πρόγραμμα «Ηρακλής», το οποίο έχει επωφεληθεί από δημόσια εγγύηση. Η επικείμενη συγχώνευση μεταξύ της Attica Bank και της Παγκρήτιας Τράπεζας αν και θα οδηγήσει σε δημόσια ανακεφαλαιοποίηση ύψους περίπου 500 εκατ. ευρώ, θα βοηθήσει πιθανότατα τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων της τραπεζικό σύστημα να μειωθεί περαιτέρω προς τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.

Με την υγεία του τραπεζικού συστήματος να βελτιώνεται, το ΤΧΣ πραγματοποίησε σημαντικές αποεπενδύσεις σε συστημικές τράπεζες, προσελκύοντας ιδιώτες επενδυτές που επέτρεψαν στην κυβέρνηση να πουλήσει μεγάλο μέρος των μετοχών σε συστημικές τράπεζες, γεγονός που συμβάλλει στη μείωση της σχέσης με τις τράπεζες.

Η Morningstar DBRS αναμένει περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του κεφαλαίου με συνεχή μείωση των της αναβαλλόμενης φορολογικής πίστωσης, η οποία, από το έτος 2023, αντιπροσώπευε το 44% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων, μειωμένη κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2022.

Ακίνητα, χρηματοπιστωτική σταθερότητα και RRF

Οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αντιστρέφοντας την πτωτική τάση δεκαετίας, αλλά το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης και τα επιτόκια έχουν επιδεινώσει την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ενδείξεις υπερβολικού δανεισμού και μόχλευσης, με αποτέλεσμα να θεωρεί ότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα είναι προς το παρόν περιορισμένοι.

Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση των δανείων ήταν υποτονική, αλλά πρόσφατα βελτιώνεται η εικόνα, ειδικά για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Η Morningstar DBRS σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και η κατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης (RFF) από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των NPEs που έχει σημειωθεί, τοποθετούν τις τράπεζες σε καλή θέση για παροχή περαιτέρω πιστώσεων σε ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη.

Στο πλαίσιο του RRF, η Ελλάδα θα λάβει δάνεια ύψους 17,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω ελληνικών τραπεζών. Μέχρι στιγμής, μόνο 1,9 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευθεί σε επιχειρήσεις, αλλά είναι πιθανό να υπάρξει επιτάχυνσή τους στο μέλλον. Η εξυγίανσή των NPEs που μεταφέρθηκε από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και πλέον τα διαχειρίζονται οι εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων (CSFs), παραμένει ένα τρωτό σημείο. Ωστόσο, η Morningstar DBRS αναμένει σταδιακή μείωση των NPEs με την πάροδο του χρόνου.

Σε απότομη καθοδική τροχιά το δημόσιο χρέος

Στο μέτωπο του δημοσίου χρέους, η DBRS διευκρινίζει πως ο λόγος του προς το ΑΕΠ παραμένει ο υψηλότερος στη ζώνη του ευρώ αλλά βρίσκεται «σε απότομη πτωτική πορεία» ενώ η ευνοϊκή διάρθρωσή του και η προληπτική διαχείρισή του, μετριάζουν τους κινδύνους. Η αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους θα επέλθει επωφελούμενη από τα αυξανόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, τα μέτρια επιτόκια και την υγιή, αν και επιβραδυνόμενη, ονομαστική ανάπτυξη.

Ο δείκτης χρέους της Ελλάδας προς το ΑΕΠ κορυφώθηκε στο 207,0% το 2020, προτού υποχωρήσει στο 161,9% το 2023, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010, ενώ μεσοπρόθεσμα είναι πιθανό να σημειωθούν περαιτέρω μειώσεις. Η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει να μειώνεται στο 152,7% του ΑΕΠ φέτος, που ισοδυναμεί με πτώση περίπου 54 ποσοστιαίων μονάδων σε μόλις τέσσερα χρόνια, μια από τις πιο απότομες μειώσεις στη σύγχρονη εποχή. Κατά την άποψη της Morningstar DBRS, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μετριάζονται από διάφορους παράγοντες:

  • Πρώτον, η δομή του χρέους της Ελλάδας είναι πολύ ευνοϊκή με το 100% του χρέους σε σταθερά επιτόκια μετά τα swaps
  • Δεύτερον, η μέση σταθμισμένη διάρκεια είναι πολύ υψηλή, αναμένεται να ανέλθει στα 19 έτη το 2024 και περίπου το 70% του χρέους κατέχεται από τον επίσημο τομέα, γεγονός που καθιστά το χρέος λιγότερο επιρρεπές στην αστάθεια της αγοράς.
  • Τέλος, ο ΟΔΔΗΧ κατάφερε να κάνει προσωρινά overhedge το χαρτοφυλάκιό του χρέους, μετριάζοντας τις επιπτώσεις της αύξησης του κόστους για τόκους.

Το 2024, το μέσο πραγματικό επιτόκιο του μεσομακροπρόθεσμου χρέους αναμένεται να διαμορφωθεί στο 1,3%. «Αυτοί οι παράγοντες αποτελούν καλό οιωνό για την εμπιστοσύνη των επενδυτών και οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων συνεχίζουν να επωφελούνται από την ευνοϊκή ζήτηση, με το 10ετές spread έναντι των γερμανικών ομολόγων ελαφρώς πάνω από τις 100 μονάδες βάσης. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας επωφελείται επίσης από μια προληπτική στρατηγική διαχείρισης του χρέους με πρόωρες αποπληρωμές που μείωσαν το βραχυπρόθεσμο χρέος και εξομάλυναν το προφίλ εξόφλησης» αναφέρει μεταξύ άλλων.

Ανάπτυξη με επενδύσεις

Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2% το 2023 χάρη στην ισχυρή αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, των εξαγωγών και των επενδύσεων. Το 2024, η οικονομική δραστηριότητα της χώρας θα συνεχίσει πιθανότατα να υπεραποδίδει έναντι του μέσου όρου της ευρωζώνης, επωφελούμενη από τη χαλάρωση των συνθηκών χρηματοδότησης, την αναμενόμενη βελτίωση του εξωτερικού περιβάλλοντος και τη ροή κονδυλίων της ΕΕ. Η αγορά εργασίας παραμένει ανθεκτική με το ποσοστό ανεργίας να πέφτει κάτω από το 10% τον Ιούνιο του 2024 για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2009, αν και εξακολουθεί να είναι πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Παρόμοια με άλλες μικρές οικονομίες, η Ελλάδα είναι εκτεθειμένη σε γεωπολιτικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τον τουρισμό και τη ναυτιλία ή να οδηγήσουν σε άνοδο των τιμών των βασικών εμπορευμάτων και να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις στις τιμές. Η Ελλάδα παραμένει επίσης ευάλωτη σε ακραία κλιματικά φαινόμενα, προειδοποιεί η DBRS.

«Η Ελλάδα συνεχίζει να ανταποκρίνεται με το RRF. Μέχρι στιγμής, η Ελλάδα σαν χώρα κατέχει μία εκ των κορυφαίων επιδόσεων στην ΕΕ όσον αφορά τα εκταμιευθέντα κονδύλια. Έχει ολοκληρώσει το 23% των ορόσημων και των στόχων της και έχει λάβει 7,59 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 9,62 δισ. ευρώ σε δάνεια, δηλαδή σχεδόν το 50% του συνολικού κονδυλίου των σχεδόν 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ). Αν και υπάρχουν ορισμένες καθυστερήσεις όσον αφορά τις υλοποιήσεις, η χώρα απορροφά ένα τεράστιο όγκο πόρων. Η επιτυχής εφαρμογή του RRP θα βοηθήσει την Ελλάδα να βελτιώσει τις προοπτικές ανάπτυξής της» συμπληρώνει ο οίκος.

Πρωτογενή πλεονάσματα, τα ταμειακά διαθέσιμα και έλλειμμα

Σημαντικά θεωρεί επιπροσθέτως τα ταμειακά διαθέσιμα ύψους περίπου 34 δισ. ευρώ που εξακολουθούν να χρησιμεύουν ως ρυθμιστικό απόθεμα ρευστότητας και ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των παικτών στην αγορά μειώνοντας τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης. Όμως, παρά το θετικό προφίλ του χρέους, η βιωσιμότητά του βασίζεται πρωτίστως στην δυνατότητα της Ελλάδας να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σε σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ.

Ακόμη, χαρακτηρίζει ως σημαντική τη δέσμευση για δημοσιονομική υπευθυνότητα, με στόχο πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% το 2024 και προσδοκά το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό σχέδιο αναμένεται να να είναι συνετό επισημαίνει η DBRS. Οι δημοσιονομικοί λογαριασμοί της Ελλάδας, αφού επιδεινώθηκαν λόγω των μέτρων που εφαρμόστηκαν για την άμβλυνση των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19 και της ενεργειακής κρίσης, βελτιώνονται με ταχείς ρυθμούς.

Μετά την κορύφωση στο 9,8% του ΑΕΠ το 2020, το έλλειμμα μειώθηκε στο 1,6% το 2023 με περαιτέρω βελτιώσεις που αναμένονται φέτος και το 2025. Τα ισχυρότερα από τα αναμενόμενα φορολογικά έσοδα, καθώς και οι χαμηλότερες πρωτογενείς δαπάνες, οδήγησαν το πρωτογενές πλεόνασμα να αυξηθεί στο 1,9% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας σε μεγάλο βαθμό τον στόχο του 1,1% πέρυσι.

«Με βάση την υγιή οικονομική ανάπτυξη και τα ισχυρότερα φορολογικά έσοδα, το πρωτογενές πλεόνασμα θα συνεχίσει πιθανότατα να αυξάνεται. Ενώ η κυβέρνηση έθεσε στόχο για το 2,1% του ΑΕΠ στο πρόγραμμα σταθερότητας τον Απρίλιο, τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα δημοσιονομικά έσοδα, που ενισχύθηκαν από την ψηφιοποίηση και τα μέτρα φορολογικής συμμόρφωσης, θα οδηγήσουν πιθανότατα σε υπεραπόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος. Τα τελευταία στοιχεία για τα φορολογικά έσοδα είναι ενθαρρυντικά, με το πρωτογενές πλεόνασμα το α' εξάμηνο του έτους, περίπου 1 δισ. ευρώ υψηλότερο από την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Στο πλαίσιο αυτό, το έλλειμμα αναμένεται να μειωθεί στο 1,2% και 0,9% του ΑΕΠ το 2024 και το 2025, αντίστοιχα» εκτιμά η DBRS.

Το παρατεταμένο έλλειμμα της Ελλάδας στο ισοζύγιο αγαθών και η αυξημένη αρνητική Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) επιβαρύνουν την εξωτερική θέση της χώρας και τις αξιολογήσεις για την πιστοληπτική της ικανότητα. «Μελλοντικά, αυτές οι ευπάθειες είναι πιθανό να υποχωρήσουν, αν και οριακά, με το εμπορικό έλλειμμα να μειώνεται σταδιακά αλλά να παραμένει αυξημένο, ενώ το εξωτερικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί ως αποτέλεσμα των αποπληρωμών του δημόσιου χρέους και της ισχυρότερης ονομαστικής ανάπτυξης» ξεκαθαρίζει ο οίκος.

Ωστόσο, θεωρεί την θέση της Ελλάδας πιο ανθεκτική από ό,τι στο παρελθόν, καθώς έχει βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της με αποτέλεσμα να γίνει μια πιο ανοικτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε όρους ΑΕΠ να κυμαίνονται περίπου 45% το 2023 από 22% το 2010. «Επιπλέον, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αφού διευρύνθηκε προσωρινά το 2022 πάνω από το 10,3% του ΑΕΠ, μειώθηκε σε περίπου 6,3% το 2023» εξηγεί, σημειώνοντας πως επωφελήθηκε από την ομαλοποίηση των τιμών της ενέργειας και την έντονη ανάκαμψη των τουριστικών εισπράξεων, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 13% το 2023 σε σχέση με το επίπεδο του 2019. Μεσοπρόθεσμα, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσε να συνεχίσει να μειώνεται, ενώ οι μελλοντικές βελτιώσεις θα εξαρτηθούν επίσης από τη διαρθρωτική αύξηση της εξαγωγικής ικανότητας, καθώς και από την αντικατάσταση των ενεργειακών εισαγωγών με την παραγωγή από ΑΠΕ.

Κυβερνητική σταθερότητα - Κατακερματισμένη η αντιπολίτευση

Σύμφωνα με την DBRS, η αυτοδυναμία του απέσπασε η ΝΔ υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις εκλογές του 2023 αποτελεί καλό οιωνό για την πολιτική συνέχεια, καθώς και για την εφαρμογή του κυβερνητικού προγράμματος, συμβάλλοντας στην σταθερότητα για την εκπλήρωση των στόχων και των ορόσημων του Ταμείου Ανάκαμψης, με στόχο την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και των οικονομικών προοπτικών της. «Παρόλο που στις ευρωεκλογές του Ιουνίου η υποστήριξη προς του κυβερνών κόμμα ήταν πιο περιορισμένη, η αντιπολίτευση φαίνεται κατακερματισμένη και αδύναμη. Ως εκ τούτου, η κυβέρνηση αναμένεται να υπηρετήσει ολόκληρη τη θητεία της. Η επιτυχής εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος "Ελλάδα 2.0", με αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, παραμένει προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση σχεδιάζει να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες του συστήματος δικαιοσύνης, της δημόσιας διοίκησης και να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας, που μαζί με τις βελτιώσεις στην εκπαίδευση θα βοηθήσουν την Ελλάδα να επιτύχει μακροπρόθεσμα οφέλη» διαπιστώνει η DBRS.

Πώς θα επέλθει η αναβάθμιση

Η DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει τις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας εάν συμβεί ένα ή ένας συνδυασμός από τα κάτωθι:

  1. περαιτέρω βελτίωση των κατάστασης του τραπεζικού συστήματος
  2. συνέχιση των υγιών δημοσιονομικών επιδόσεων, που υποστηρίζονται από διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα και μια σημαντική μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους ή
  3. συνέχιση της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις, βελτιώνοντας έτσι τη μακροπρόθεσμη προοπτικές ανάπτυξης.

Ταυτόχρονα, διαμηνύει πως θα μπορούσε να αλλάξει τις τάσεις των αξιολογήσεων πιστοληπτικής ικανότητας και πάλι σε σταθερές, εάν ο τραπεζικός τομέας δεν καταφέρει να μειώσει τις ευπάθειές του, η προβλεπόμενη μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους υπολείπεται σημαντικά, ή εάν η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης υπολείπεται. Οι πιθανοί παράγοντες για μια υποβάθμιση περιλαμβάνουν ένα ή συνδυασμό των παρακάτω:

  • παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που θέτει τον δείκτη του δημόσιου χρέους σε μια διαρκή ανοδική τάση
  • ανατροπή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Ο νέος γύρος αξιολογήσεων

Αξίζει να σημειωθεί τέλος πως μετά την DBRS, την σκυτάλη παίρνει Moody΄s την προσεχή Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου. Ακολουθεί η αξιολόγηση της Standard & Poor’s, στις 18 Οκτωβρίου, ενώ στις 22 Νοεμβρίου παίρνει σειρά η Fitch. Ο κύκλος των αξιολογήσεων για φέτος θα κλείσει με την Scope που θα ανακοινώσει εκ νέου την αξιολόγησή της στις 6 Δεκεμβρίου.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Επανήλθε η Fitch για τις ελληνικές τράπεζες - Τι θα φέρει την επενδυτική βαθμίδα

DBRS: Επιτυχημένος και σημαντικός ο «Ηρακλής» - Οι αριθμοί

«Ταύρος» η Goldman Sachs για τις ελληνικές τράπεζες - Αυξάνει τις τιμές στόχους

gazzetta
gazzetta reader insider insider