Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας λόγω της κλιματικής κρίσης και τη δυσκολία στην προβλεψιμότητα των φυσικών φαινομένων, ενώ παράλληλα τόνισε την ανάγκη για προσεκτικό και ρεαλιστικό σχεδιασμό των υποδομών, αναφέρθηκε ο Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών, αρμόδιος για τις Υποδομές, Νίκος Ταχιάος κατά τη συμμετοχή του στο 4o συνέδριο Green Deal Greece 2024, που έλαβε χώρα εχθές στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Όπως είπε, «δεν μπορούμε πλέον να προβλέψουμε τα φαινόμενα, δεν ξέρουμε τι να περιμένουμε», αναφερόμενος στο ερώτημα για τον επαναπροσδιορισμό των σχεδίων αντιμετώπισης των ακραίων καιρικών φαινομένων, ιδιαίτερα σε περιοχές με ευπαθή συστήματα υποδομών.
Για τον λόγο αυτόν, ο κ. Ταχιάος υπογράμμισε ότι τα έργα που προγραμματίζονται οφείλουν να εστιάζουν στη ρεαλιστική ανθεκτικότητα με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα. Όπως διευκρίνισε, για φαινόμενα όπως οι πλημμύρες δεν μπορούμε να σχεδιάζουμε με περίοδο επαναφοράς μεγαλύτερη από 100 έτη, γιατί αλλιώς το κόστος των έργων θα ανέβαινε δραματικά. Τόνισε ακόμα ότι το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών προχωράει με μεγάλη δυσκολία σε έργα αντιπλημμυρικής προστασίας, όπως στο ρέμα της Ραφήνας, εξαιτίας ισχυρών περιβαλλοντικών αντιδράσεων που λαμβάνουν χώρα και δεν επιτρέπουν, όπως δήλωσε, «να αναπτυχθούν τα “μέτωπα” όπως πρέπει να αναπτυχθούν και στο ρυθμό που θα έπρεπε να προχωρήσουν», παρότι είναι κρίσιμα για την προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος.
«Οι καταστροφές οδηγούν σε πολύ μεγαλύτερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τις επιπτώσεις που προσπαθούν να αποτρέψουν τέτοιες ακτιβιστικές παρεμβάσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, αναφερόμενος στις επενδύσεις στις συγκοινωνιακές υποδομές της Αττικής, ο Υφυπουργός Υποδομών υπογράμμισε ότι οι προτεραιότητες πρέπει να είναι προσεκτικά επιλεγμένες και εστίασε στο σημαντικό έργο που βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, τη γραμμή 4 του Μετρό της Αθήνας, ένα έργο ύψους περί των 1,5 δισ. ευρώ, καθώς και στη δημοπράτηση του τριπλού κόμβου Σκαραμαγκά, που είναι μέσα στις πρώτες προτεραιότητες οι οποίες τρέχουν και η οποία θα χρηματοδοτηθεί από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
Ο κ. Ταχιάος έκλεισε την τοποθέτησή του αναφερόμενος στα οικονομικά εργαλεία. Τόνισε τη σημασία των παραχωρήσεων, αλλά και τα ερωτήματα που οριοθετούν το μέτρο στο οποίο αυτές μπορεί να χρησιμοποιηθούν: «Ο χρήστης πληρώνει. Πόσο μπορούμε να δεχτούμε ότι μπορεί να πληρώσει κάποιος μία παρεχόμενη υπηρεσία στην Ελλάδα; Πόσο το αντέχει η κοινωνία και πόσο το πολιτικό σύστημα;».
Σχετικά με τα έργα ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα) ο Υφυπουργός αναφέρθηκε στους περιορισμούς που επιβάλλονται λόγω του ΑΕΠ, επισημαίνοντας ότι το οικονομικό μοντέλο που υιοθετείται πρέπει να βασίζεται σε υπεύθυνη αξιολόγηση της δημοσιονομικής δυνατότητας της χώρας.
«Μπορεί μια υπεύθυνη κυβέρνηση να μεταθέσει τις ανάγκες του σήμερα σε επόμενες γενιές τόσο εύκολα, χωρίς να είναι σίγουρη ότι το ΑΕΠ το οποίο θα πρέπει να βαίνει συνέχεια αυξανόμενο, θα έχει αυτή τη ροή που χρειάζεται, πολλώ δε μάλλον, όταν έχει να εξυπηρετήσει ένα ακόμα μεγάλο δημόσιο χρέος;», πρόσθεσε, περιγράφοντας τον κανόνα που διέπει τις επιλογές της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη που εκτελεί ήδη ένα θηριώδες πρόγραμμα, αλλά διατηρεί πάντα το μέτρο που επιβάλλεται.