Η Ευρώπη βαδίζει ήδη στον φιλόδοξο στόχο να αυξηθεί η συμμετοχή της βιομηχανίας από το 15 -17% που είναι σήμερα στο 20% του Ευρωπαϊκού Ακαθάριστου Προϊόντος. Δείχνει έτσι τη σημασία που αποδίδει στη βιομηχανία σαν μοχλό ανάπτυξης.
Η Ελλάδα υστερεί σημαντικά. Η συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ με μονοψήφιο νούμερο (8%) βάζει τον πήχη από όπου που θα ξεκινήσουμε, πολύ χαμηλά. Είναι το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και μισό αιώνα. Από το 1960. Πρόκειται για ύφεση δραματική, αν το συνδυάσουμε με τη συμμετοχή των επενδύσεων στην παραγωγή.
Η βιομηχανία υπάρχει στον τόπο και είναι πάντα έτοιμη να προσφέρει για την προκοπή του. Παρά τις αφόρητες δυσκολίες που την έφερε η συγκυρία. Ας μην αφήσουμε ανεκμετάλλευτες τις μεγάλες δυνατότητες που έχουμε ως χώρα και ως λαός. Ο δρόμος αυτός όσο και αν είναι βατός έχει μία και μόνο κατεύθυνση. Τις ιδιωτικές επενδύσεις. Σήμερα τις χρειαζόμαστε όσο ποτέ άλλοτε.
Έχουμε κάθε χρόνο 32 δισ. ευρώ αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου της χώρας και μόνο 18 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις. Και για να καλύψουμε τις αποσβέσεις του παγίου κεφαλαίου, απαιτούνται ακόμη, τουλάχιστον 14 δισ. κάθε χρόνο ήτοι 100 δισ. ευρώ νέες επενδύσεις τα επόμενα 5-6 χρόνια.
Από πού θα βρούμε τα κεφάλαια για τις επενδύσεις;
Τα 32 δισ. Κοινοτικά κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης εκ των οποίων τα 20 είναι ενισχύσεις καθώς και τα τελευταία των (ΕΣΠΑ) είναι σημαντικά ως «καύσιμα» για εκκίνηση αλλά δεν αρκούν, από μόνα τους, για να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη. Τα δε μισά από αυτά, έτσι έχει αποδειχθεί, δεν πάνε σε αυτό που αμιγώς λέγεται επένδυση.
Κάτι πρέπει να κάνουμε. Πρέπει να επιμείνουμε ακόμα περισσότερο στα στοιχεία εκείνα που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει να επιμείνουμε στον υπεύθυνο δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Πρέπει να επιμείνουμε στο αναπτυξιακό μας πρότυπο. Να αντιμετωπίσουμε τον κρατισμό, που επικράτησε επί σειρά ετών και έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα.
Πρέπει να επιμείνουμε στη διευκόλυνση των εξαγωγών. Ώστε όταν η κρίση περάσει, η ελληνική οικονομία να βρεθεί προετοιμασμένη να αξιοποιήσει το νέο, βελτιωμένο διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Γιατί τα σύννεφα που έχουν συσσωρευτεί πάνω από την διεθνή οικονομία δεν θα αφήσουν ανεπηρέαστη την Ελλάδα ούτε την εξαγωγική της δραστηριότητα.
Αντί να επαναπαυόμαστε με τα, κατά περιόδους, θετικά ανεβάσματα στις εξαγωγές μας καλύτερα να προβληματιζόμαστε από τα ευρήματα μελετών σύμφωνα με τα οποία μόνο το ένα τρίτο των ελληνικών επιχειρήσεων που εξάγει το πράττει για στρατηγικούς λόγους. Τα υπόλοιπα δυο τρίτα εξάγουν είτε ευκαιριακά δηλαδή, κάποιος τους προσέγγισε από το εξωτερικό είτε λόγω των δυσμενών συνθηκών της εγχώριας αγοράς.
Η εξωστρέφεια είναι το κλειδί για την οικοδόμηση μιας ισχυρής και βιώσιμης οικονομίας που θα παράγει πλούτο και νέες θέσεις εργασίας προς όφελος της κοινωνίας.
Η Ελλάδα έχει ανάγκη μία ισχυρή παραγωγική βάση, η οποία θα εστιάζει σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, που παρουσιάζουν αυξημένη διεθνή ζήτηση και η οποία θα υποστηρίζει και θα προωθεί ουσιαστικά την εξωστρέφεια. Να μην ξεχνάμε δε πως οι εξαγωγείς κατάφεραν σε μία δύσκολη περίοδο να αναπτύξουν το διεθνές δίκτυο συνεργασίας τους και να αυξήσουν τη διεθνή τους δραστηριότητα.
Έχουμε συνεπώς, μεγάλα περιθώρια να βελτιώσουμε τις εξαγωγές μας. Αυτό προϋποθέτει αλλαγή στρατηγικής για τις επιχειρήσεις μας. Προϋποθέτει, όμως και συνδρομή της Πολιτείας.
Μια ματιά για το τι συμβαίνει στον φυσικό χώρο δράσεως και της εξαγωγικής Ελλάδας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα δούμε (από τα αντίστοιχα στοιχεία της ίδιας της Ε.Ε.) πως οι εξαγωγές της προς τον υπόλοιπο κόσμο είναι πιο σημαντικές παρά ποτέ, καθώς, εκτός όλων των άλλων θετικών επιπτώσεων στην οικονομία της Ε.Ε. στηρίζουν και 36 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε όλη την Ευρώπη, κατά δύο τρίτα περισσότερες απ' ότι το 2000. Τα 14 εκατομμύρια από τις θέσεις αυτές καταλαμβάνονται από γυναίκες.
Κατά την άποψή μου, εκτός των αμέσων επενδύσεων από την πλευρά μας η Πολιτεία οφείλει να προσανατολισθεί, σε μια επιθετική, θα έλεγα, εξαγωγική πολιτική με προτεραιότητα στην κατάργηση ή μείωση επιβαρύνσεων και λειτουργικού και διοικητικού κόστους που αφορούν την παραγωγή και τη μεταποίηση διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Επενδύσεις, λοιπόν, μαζί με την εξωστρέφεια, της οποίας η ενίσχυση είναι επιτακτική, και στοχευόμενες δράσεις στο πλαίσιο των προγραμμάτων του Ταμείου Ανάκαμψης και των ΕΣΠΑ είναι σημαντικοί πυλώνες ταχείας ανάπτυξης.