Του Ομότ. Καθ. (ΕΜΠ) Νικόλαου Ουζούνογλου
Το σύστημα παιδείας μιας χώρας καθορίζει τη στάση των πολιτών της προς την τεχνολογία και την επιστήμη. Σήμερα, η αντίληψη των κατοίκων και της ηγεσίας μιας χώρας για την αξιοποίηση της τεχνολογίας στην κοινωνική και οικονομική ζωή αποτελεί παράγοντα που επηρεάζει τη θέση της ίδιας της χώρας σε διεθνές περιβάλλον.
Ιστορικό πλαίσιο
Πριν εξετάσουμε το θέμα που τίθεται στον τίτλο, είναι ανάγκη να τονίσουμε μερικά ιστορικά στοιχεία. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι αυτό που ονομάζεται επιστήμη γεννήθηκε από τους Έλληνες της Ιωνίας – στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, τον 6ο αιώνα π.Χ. Κάτι που ελάχιστα διδάσκεται σήμερα στα σχολεία της Ελλάδος είναι το εξαιρετικό αυτό «θαύμα» που στηρίχθηκε στην κατανόηση από τους Έλληνες της αρχής ότι ο ανθρώπινος νους μπορεί να κατανοήσει τα φυσικά φαινόμενα και να θέσει γενικούς κανόνες που μπορούν να επιτρέψουν την πρόβλεψη νέων φαινομένων. Η θεαματική πορεία της ανάπτυξης της επιστήμης στα κέντρα διδασκαλίας, όπως στις σχολές της Αθήνας – με πρώτους τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη- αλλά και στις σχολές της Αλεξάνδρειας και της Μεγάλης Ελλάδος, συνεχίστηκε κατά τον μεσαιωνικό ελληνισμό και την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η σχεδόν μισής χιλιετίας απώλεια κρατικής οντότητας, από το 1453, δεν σταμάτησε εντελώς τη σχέση του ελληνισμού με την επιστήμη και την τεχνολογία παρά τις δραματικά δεινές συνθήκες που διήλθε το Γένος. Αυτό, επιτεύχθηκε χάρη στη μέριμνα του Οικουμενικού Πατριαρχείου που ίδρυσε την Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή. Δεν είναι τυχαίο ότι μερικά χρόνια μετά τη δημοσίευση του έργου PRINCIPA του Ισαάκ Νεύτωνα, διδασκόταν στη Μεγάλη Σχολή η θεωρία του. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ότι μόλις οι συνθήκες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία βελτιώθηκαν για μικρό διάστημα μετά το 1850, με την αναγνώριση -τουλάχιστο στα χαρτιά- της ισονομίας στους μη-Μουσουλμάνους (Έλληνες-Αρμένιους-Εβραίους), μέσα σε δύο δεκαετίες η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να σημειώνει σημαντική πρόοδο χάρη στους Έλληνες και στους Αρμενίους. Βέβαια, οι εξελίξεις με την επικράτηση της εθνικιστικής βίας από το Νεοτουρκικό κίνημα κατάστρεψαν αυτή την πορεία ανάπτυξης.
Η κύρια αιτία
Όπως προαναφέρθηκε, το σύστημα παιδείας μια χώρας καθορίζει τη στάση και την αντίληψη των κατοίκων αυτής προς την τεχνολογία, ως βασικό στοιχείο της κοινωνικής και, κυρίως, της οικονομικής ζωής. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να αποδειχθεί και με τα εξής δεδομένα:
- Την επίδραση του υπουργού παιδείας και Ελβετού μαθηματικού, Leonard Euler (1707 – 1783) στη Ρωσία, που επηρεάζει ακόμα και σήμερα το σύστημα παιδείας στη συγκεκριμένη χώρα.
- Την μεταπήδηση της Ιαπωνίας από μια φεουδαρχική κοινωνία σε μια βιομηχανική χώρα, μέσα σε μια δεκαετία (1860-1870), με την εισαγωγή δυτικών μεθόδων παιδείας.
- Την Γαλλία, όπου συστηματικά καλλιεργήθηκαν από τον 18ο αιώνα οι σπουδές μαθηματικών και φυσικών επιστημών.
Στην περίπτωση της ελεύθερης Ελλάδος, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια (1831), του οποίου μια από τις πρώτες πράξεις ήταν η ίδρυση της Σχολής Ευέλπιδων στα πρότυπα της Ecole Polytechnique, επιβλήθηκε η ιδεολογία του Αδαμάντιου Κοραή. Σύμφωνα με την ιδεολογία αυτή, η νέα εθνική πορεία έπρεπε να στηρίζεται σε μια «νεκρανάσταση της Αττικής διαλέκτου στη γλώσσα». Κατά τον Κοραή, η Ελλάδα είχε χάσει την ανεξαρτησία της όταν υποτάχθηκε η Αθήνα στον Μεγάλο Αλέξανδρο, ο οποίος ήταν υπαίτιος για τον «εκβαρβαρισμό» των Ελλήνων, έχοντας εξαπλωθεί στην Ανατολή. Η επίδραση της ιδεολογίας αυτής στο εκπαιδευτικό σύστημα υπήρξε καταστροφική για τον εθνικό βίο. Η εξέταση των αναλυτικών προγραμμάτων στις θετικές επιστήμες τον 19ο αιώνα, στα σχολεία του ελεύθερου Βασιλείου και η παντελής απουσία τεχνικών-εμπορικών σχολών, σε αντίθεση με τις πολλές σχολές στον Μείζονα Ελληνισμό, καθόρισε την καλλιέργεια της αποστροφής για την τεχνολογία. Η έλευση των προσφύγων πριν 100 χρόνια, οι οποίοι έφεραν έναν πολιτισμό που είχε στοιχεία «πραγματιστικής παιδείας», συνέβαλε για πρώτη φορά στην ανάπτυξη της βιομηχανίας στην Ελλάδα. Οι καταστροφές όμως που επήλθαν το 1940-1950 επιβράδυναν αυτή την αναπτυξιακή πορεία.
Δύο σύγχρονα παραδείγματα
Η υπόθεση των κεραιών σταθμών βάσης κινητής τηλεφωνίας
Με την ανάπτυξη του συστήματος κινητής τηλεφωνίας, που βασίζεται στο κυψελωτό σύστημα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, άρχισε και η αντίδραση από κατοίκους των περιοχών όπου γινόταν η εγκατάσταση των κεραιών. Η αντίδραση αυτή ήταν λογική αφού ουδείς δεν ενημέρωσε το ευρύ κοινό για την επιστημονική άποψη επί του θέματος. Από τη δεκαετία του 1960 είχε αρχίσει η μελέτη για το αν υπάρχουν επιδράσεις της μη-ιοντίζουσας ακτινοβολίας στον άνθρωπο, με σημαντική συσσώρευση επιστημονικής γνώσης. Επίσης, στην Ελλάδα υπήρχαν ερευνητικές ομάδες που ασχολούνταν με το θέμα. Αντί να επικρατήσει, όμως, ο ορθολογισμός, υπήρξε ακραία ρητορική από όλες τις πλευρές, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις ακαδημαϊκών οι οποίοι υπέθαλπαν την κινδυνολογία με ανυπόστατα επιστημονικά επιχειρήματα. Χρειάστηκε μια πενταετία για να αρχίσει η Πολιτεία και η Ευρωπαϊκή Ένωση να ασχολείται με το θέμα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, όποιοι έθεταν τις περιπτώσεις όπου υπάρχει πρόβλημα, όπως π.χ. η έκθεση τεχνικών που εργάζονται σε κεραίες εκπομπής υψηλής ισχύος αλλά και η υποδειγμένη χαλαρή σχέση του παιδικού καρκίνου με μαγνητικά πεδία του βιομηχανικού ηλεκτρικού ρεύματος, δεν έβρισκαν πρόσφορο έδαφος για εποικοδομητικό διάλογο από τους αντιδρώντες στην κινητή τηλεφωνία. Αν συγκρίνει κανείς τις αντιδράσεις σε άλλες χώρες, διαπιστώνει ότι τα επιχειρήματα στην ημεδαπή βασίζονταν περισσότερο στην τεχνοφοβία.
Το αντιεμβολιαστικό κίνημα 2020-2022
Η Πανδημία της COVID-19, που ξεκίνησε από την Κίνα στο τέλος του 2019 και συνεχίζεται ακόμα, υπήρξε ένα πρωτόγνωρο γεγονός από πλευράς ταχύτητας εξάπλωσης σε όλη τη γη. Η συσσωρευμένη γνώση της μοριακής βιολογίας και ιολογίας επέτρεψε σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα την κατασκευή εμβολίων (6 μήνες). Διαφορετικά θα χρειάζονταν 4-5 χρόνια, όπως έγινε στις δεκαετίες 1970-1990, για την αντιμετώπιση ασθενειών που είχαν σοβαρές επιπτώσεις, κυρίως στα παιδιά. Σε σύγκριση με άλλες χώρες, διαπιστώθηκε ότι στη χώρα μας υπήρξε ένα αρκετά ισχυρό αντιεμβολιαστικό κίνημα που ενέχει αυτό το στοιχείο της μη-εμπιστοσύνης στην επιστήμη και στην τεχνολογία. Πρόκειται για μια αδιανόητη συμπεριφορά σε ένα λαό που καυχάται ότι είναι κληρονόμος της αρχαίας Ελλάδος.
Συμπέρασμα
Το ζήτημα της αποστροφής προς την επιστήμη και την τεχνολογία στη σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα σύνθετο και σοβαρό ζήτημα που κυρίως οφείλεται στην απουσία της ημεδαπής «πραγματιστικής παιδείας» στο εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτή είναι μια αιτία που έχει πολλαπλές συνέπειες σε πολλούς τομείς, όπως της οικονομίας και της δημόσιας ζωής.
O Ομότ. Καθ. (ΕΜΠ) Νικόλαος Ουζούνογλου