Οι πωλούντες τρόφιμα σε κάθε κομμάτι της αλυσίδας, έμποροι, τυποποιητές, βιομήχανοι, κάθε φορά που αυξάνουν την τιμή των προϊόντων τους επικαλούνται την τιμή της πρώτης ύλης. Συμπληρώνουν δε ότι οι ίδιοι κάνουν κάθε προσπάθεια να συγκρατήσουν την τιμή που πωλούν συμπιέζοντας τα υπόλοιπα κόστη. Σε περιβάλλον τόσο έντονου πληθωρισμού, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επιβεβαιώσεις εάν αυτό έγινε πραγματικότητα ή η προσπάθεια γίνεται για να περιφρουρήσουν τα κέρδη τους.
Η μόνη σίγουρη πραγματικότητα έχει δύο δικές της όψεις του ίδιου δυστυχώς νομίσματος, της ακρίβειας: αυτή, την οποία ζούμε όλοι μας στα ράφια και τη συνεχής αποστολή νέων τιμοκαταλόγων από προμηθευτές σε πελάτες για νέες αυξημένες τιμές. Άρα το φαινόμενο της αύξησης τιμών στα τρόφιμα, όχι μόνο δεν έχει μοιάζει να τελειώνει αλλά πιθανόν να μη βρίσκεται ούτε ακόμη στο αποκορύφωμά του.
Και όλα αυτά συμβαίνουν το φθινόπωρο, που είναι εποχή ξεκινήματος για δύο βασικότατα προϊόντα: τα σιτηρά, το βασικότερο αγαθό ακόμη και για αυτούς που δεν τρώνε πια ψωμί και η φέτα, που μαζί με το λάδι, αποτελούν τα πλέον εμβληματικά προϊόντα στο τραπέζι του Έλληνα.
Ετοιμαζόμαστε για τη σπορά του σιταριού τον άλλο μήνα. Μέχρι τώρα ολόκληρη σχεδόν η Ελλάδα καλλιεργούσαμε σχεδόν αποκλειστικά σκληρό σιτάρι. Φέτος υπάρχει μια ζήτηση και για σπόρους μαλακού, όχι όμως κάτι που θα ανατρέψει τον χάρτη. Μαζί με το σπόρο, ρίχνουμε και τα πρώτα λιπάσματα. Ακολουθεί μία ή δύο λιπάνσεις το χειμώνα που μας έρχεται. Κι εδώ άρχισαν τα προβλήματα. Οι τιμές των λιπασμάτων όπως ξέρετε βρίσκονταν ήδη από πέρυσι σε δυσθεώρητα ύψη. Φέτος πήγαν κυριολεκτικά στον Θεό!!!
Η σωστή λίπανση των σιτηρών ήταν πάντα ένα σημαντικό κόστος της καλλιέργειάς του, ακόμη και όταν τα λιπάσματα ήταν φθηνά. Φέτος, η σωστή λίπανση θα αντιπροσωπεύει σχεδόν το μισό κόστος. Από το άλλο μισό, ένα μεγάλο μέρος είναι το πετρέλαιο, που έχασε την κρατική στήριξη των 15 λεπτών το λίτρο κι έγινε πάλι πανάκριβο. Άρα τα κοστολόγια είναι σχεδόν ανεξέλεγκτα.
Οι αγρότες δεν έχουμε καμία δύναμη και επιρροή να διεκδικήσουμε αυτό που λέμε δίκαιη τιμή, δηλαδή κόστος συν λογικό κέρδος. Σου λέει ο έμπορος «ξέρεις πόσο έρχεται από τον Καναδά το σιτάρι, τόσο! Και είναι στην άλλη άκρη του κόσμου» συμπληρώνει. Τι να κάνεις, συμβιβάζεσαι και δέχεσαι την τιμή της αγοράς.
Το ενδιαφέρον είναι ότι ο «τέλειος» ανταγωνισμός ισχύει κατά βάση για τα αγροτικά προϊόντα και μόνο. Τα τελικά τρόφιμα, λίγο με την διαφοροποίηση της συνταγής του καθενός, λίγο με τη συσκευασία, λίγο με τις προωθητικές ενέργειες και άλλα κόλπα του μάρκετινγκ, μπορεί σε κάποιο βαθμό να οριοθετήσουν την τιμή του.
Εμείς οι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων δεχόμαστε τη τιμή της αγοράς χωρίς δεύτερη κουβέντα!
Επομένως το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να συμπιέσεις το κόστος των λοιπών συντελεστών παραγωγής σου. Πόσο όμως μπορείς να πετύχεις κάτι τέτοιο από τη μια χρονιά στην άλλη; Πάντα υπάρχουν δυνατότητες, αλλά χρειάζονται χρόνο για να επιτευχθεί ο στόχος και κυρίως χρήματα για επενδύσεις. Και τα δύο αυτά είναι πια δυσεύρετα στον κάμπο…
Φέτος λοιπόν, προμηνύεται ότι οι σιτοπαραγωγοί, θα χάσουν μέρος των περυσινών τους κερδών που ήταν πραγματική ανάσα, όταν οι τιμές εκτοξεύτηκαν σε εξωπραγματικά επίπεδα υπό την πίεση των γνωστών καταστάσεων. Σε μια καλή περίπτωση παραγωγής και τιμών το ερχόμενο καλοκαίρι, βλέπετε δεν ξέρουμε καμία μεταβλητή του συστήματος από τώρα, εκτιμούμε ότι τα κέρδη θα βρίσκονται εκεί που ήταν όταν το σιτάρι δεν είχε καμία σχεδόν αξία και πουλιόταν για 18 λεπτά το κιλό. Κερδίζοντας όμως αυτά τα χρήματα, πως θα μπορέσει ο κάθε παραγωγός να ζήσει; Δεν μιλάμε πια για αξιοπρέπεια, η οποία μάλλον αποτελεί πια πολυτέλεια στα χωριά, και κυρίως να ξοδέψει πέντε δεκάρες όχι να επενδύσει σε καινούργιες τεχνολογίες και άλλα ουτοπικά, αλλά απλώς να επισκευάσει τις φυσιολογικές φθορές στα μηχανήματά του ή τις ζημιές στις αποθήκες του από τον χειμώνα;
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι σταδιακά το σύστημα διολισθαίνει προς μη επιθυμητές (sic) καταστάσεις. Στην προφανή νεοφιλελεύθερης έμπνευσης τοποθέτηση, ΟΚ ας εγκαταλείψει όποιος δεν μπορεί και να αναλάβει όποιος μπορεί, η απάντηση θα εκπλήξει: απλώς δεν υπάρχουν πολλοί να αναλάβουν τα χωράφια που δεν θα μπορέσουν να καλλιεργηθούν σωστά από τους αποχωρούντες. Για να επεκτείνεις την καλλιέργειά σου με την πιο φθηνή καλλιέργεια το σιτάρι κατά 100 στρέμματα, που δεν είναι και κάτι το τρομακτικό με τα σημερινά δεδομένα, θα χρειαστείς ένα επιπλέον κεφάλαιο κίνησης της τάξης των 12 έως 15.000 ευρώ. Υπάρχουν κάποιοι σε κάθε χωριό που μπορούν να δώσουν αυτά τα χρήματα. Τα χωράφια όμως που ζητούν νέους καλλιεργητές φθάνουν σε αρκετές χιλιάδες στρέμματα και το κεφάλαιο κίνησης σε εκατομμύρια ευρώ, που πολύ αμφιβάλω εάν υπάρχουν.
Ας σκεφτούμε λίγο γενναιόδωρα και να πούμε ότι τα χρήματα αυτά βρέθηκαν: κάτι υπήρχε στο λογαριασμό, κάτι έδωσε και η τράπεζα δάνειο και το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε. Ερχόμαστε τώρα στο θέμα της απόδοσης της επένδυσης: εσείς θα επενδύατε σε ένα χώρο γεμάτο αβεβαιότητες; Αν ο Πούτιν τηρεί τη συμφωνία της Κων/πολης για τα ουκρανικά σιτηρά, εάν ο καιρός είναι ευνοϊκός, εάν η κλιματική αλλαγή δεν χτυπήσει φέτος τη πόρτα σου, εάν τα ναύλα για τα μικρά καράβια δεν υποχωρήσουν και υποχωρήσουν μόνο αυτοί των μεγάλων καραβιών, όπως συμβαίνει φέτος, εάν ο Καναδάς ανασκευάζει συνέχεια τις προβλέψεις του (20% σε διάστημα ίσως και λιγότερο του μήνα) για την δικιά του παραγωγή και τροφοδοτεί με υλικό πάσης φύσεως αεριτζήδες, εάν δεν κάνεις κι εσύ κανένα λάθος που τελικά θα σου κοστίσει χρυσάφι, εάν εάν, εάν…
«Άσε φίλε δεν θα πάρω, ευχαριστώ για την εξυπηρέτηση» είναι προφανώς η απάντησή σας. Η απάντηση του Έλληνα αλλά και του Ευρωπαίου αγρότη γιατί πρέπει να είναι: «εγώ θα καλλιεργήσω βρέξει χιονίσει για το καλό της ανθρωπότητας και της παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης;».
Θα το κάνω εγώ ο ασήμαντος παραγωγός που παίζω την περιουσία μου κορώνα γράμματα, όταν οι 3 παγκόσμιες εταιρείες λιπασμάτων κόντρα στην παγκόσμια επισιτιστική κρίση αλλά και την κοινή λογική, ανακοίνωσαν περαιτέρω αύξηση κερδών το α τρίμηνο 50%; Όταν κλείνουν ένα ένα τα ευρωπαϊκά εργοστάσια επειδή ανεβαίνει η τιμή του αερίου, με τις τιμές να μην έχουν υποχωρήσει ούτε μια ημέρα τον τελευταίο χρόνο; Αντίθετα στη Βόρεια Αμερική, οι τιμές των λιπασμάτων, έπεσαν σημαντικά, έως και 35% την περίοδο Μαΐου - Αυγούστου και ξεκίνησαν πάλι την ανηφορική τους πορεία. Οι παραγωγοί της Βόρειας Αμερικής είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν τα χρειαζούμενα το καλοκαίρι, εξοικονομώντας ένα σημαντικό ποσό. Σε εμάς εδώ στη Ευρώπη, δεν μας δόθηκε ποτέ αυτή η εναλλακτική λύση.
Άρα μας βλέπω μετά από αέριο Made in USA να τρώμε και μακαρόνια made in Canada!!! Ήδη το Καναδέζικο αλεύρι, κατέχει περίοπτη θέση σε ράφια του λιανεμπορίου. Τα βλέπουν άραγε αυτά στα μεγάλα κέντρα αποφάσεων ή το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να δοθούν τα χρήματα των επιδοτήσεων πριν την μεγάλη έκθεση AGROTICA; Πώς να έχουν διαμορφωθεί τα κέρδη των διαφόρων κρίκων της αλυσίδας;
Μια πρώτη γεύση θα πάρουμε από την παρουσία τους στην έκθεση: μια εντυπωσιακή εμφάνιση θα σημαίνει προφανώς αυξητικές τάσεις. Αλλά οι εκθέσεις δεν κάνουν πολιτική, ούτε φροντίζουν για τις τιμές στα ράφια ή την παραμονή των αγροτών στα χωράφια τους. Υπάρχουν αρμόδιοι σε τοπικό, περιφερειακό κι εθνικό επίπεδο κι έχουν όλοι ονοματεπώνυμο… Και η χρονιά που μας έρχεται είναι γεμάτη εκλογές σε όλα τα επίπεδα.
Οι αυλές των γεωπόνων γέμισαν ήδη με λιπάσματα, αλλά όλοι μας σκεφτόμαστε πως... δεν θα τα πάρουμε. Άλλος σκέφτεται να ρίξει λιγότερα, άλλος σκέπτεται να κάνει καλλιέργειες με λιγότερες απαιτήσεις αλλά και μικρότερο αναμενόμενο κέρδος, άλλος να τα ενοικιάσει, άλλος να τα παρατήσει, άλλος τέλος ότι βρέξει ας κατεβάσει.
Είμαι βέβαιος ότι κάτι αντίστοιχο σκέφτονται και οι Ευρωπαίοι συνάδελφοί μας. Εκεί οι συνθήκες του παιχνιδιού είναι αρκετά διαφορετικές και η δύναμή τους συχνά μεγαλύτερη λόγω ύπαρξης δυνατών συνεταιρισμών, οικονομιών κλίμακας στην παραγωγή των μεγάλων αγροκτημάτων και σημαντικών επενδύσεων που έγινα τα τελευταία χρόνια. Ναι αλλά αυτό δεν αντιβαίνει τη πραγματικότητα που λέει ότι το λίπασμα έχει αυξηθεί 2,5 φορές μέσα σε ενάμιση χρόνο! Τέτοιες αυξήσεις είναι τελικά μη διαχειρίσιμες, ειδικά εάν συνοδεύονται και από αντίστοιχες στο πετρέλαιο.
Και σε όλο αυτό το καταθλιπτικό τοπίο, μια ακτίδα φωτός έρχεται να δώσει η αυξημένη ζήτηση για αιγοπρόβειο γάλα και φέτα, εδώ και στο εξωτερικό. Με το θέμα αυτό θα ασχοληθούμε προσεχώς, αλλά εδώ θα αναφέρουμε ότι αυτή η ελπίδα, απλώς μας δείχνει τα ΤΡΑΓΙΚΑ λάθη που κάναμε όλοι μας στο θέμα της στήριξης της εγχώριας κτηνοτροφίας.
Οι κτηνοτρόφοι είναι ο πλέον αδύναμος κρίκος της αλυσίδας αυτής και οφείλαμε να τον στηρίξουμε με όλες μας τις δυνάμεις. Δυστυχώς δεν το κάναμε. Μάλλον κάναμε το αντίθετο. Εμείς οι γεωργοί θέλαμε να πουλήσουμε τα τριφύλλια μας και το καλαμπόκι μας χρυσάφι, οι βιομηχανίες να προστατεύσουν τα κέρδη τους, οι λιανοπωλητές να πουλήσουν φθηνά και κυρίως φθηνότερα από τις ξένες ανταγωνιστικές λύσεις. Κατάληξη: να οργιάζουν οι φήμες για μείωση των κοπαδιών, ευτυχώς δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί στατιστικά, οι κτηνοτρόφοι να περιμένουν να πληρωθούν οι γυναίκες τους που δουλεύουν στο τουρισμό για να αγοράσουν ζωοτροφές και όσοι νέοι ακολούθησαν το επάγγελμα αυτό να σκέφτονται ότι μάλλον έχουν κάνει λάθος και καλύτερα εργάτης στη Γερμανία.
Με λίγα λόγια επιστροφή στη δεκαετία του '50...