Από τις φωτιές που ξέσπασαν τούτες τις ημέρες, η πλέον φορτισμένη ήταν αυτή της Αλεξανδρούπολης. Οι εσχατιές τις Ελλάδας καίγονται, για να μην πούμε τα σύνορα, πράγμα που θα δημιουργούσε άλλα συναισθήματα, όπως ανησυχίας, φόβου, αγωνίας, καχυποψίας.
Είμαστε πλέον όλοι μας πεπεισμένοι, ότι ζούμε σε ένα πολύπλοκο, καθόλου ευθύ και πολύ ασταθές περιβάλλον, φυσικό, γεωπολιτικό, οικονομικό, διατροφικό. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τη στιγμή αυτή, ούτε πως ξεκίνησε η φωτιά, ούτε εάν είχε απώτερους σκοπούς. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή σε συνδυασμό με τον νέο τρόπο ζωής, καθόλου φιλικό προς το περιβάλλον, μας επιφυλάσσουν εκπλήξεις πρώτου μεγέθους, που όπως αποδεικνύεται, δύσκολα μπορούμε να αντιμετωπίσουμε.
Ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό όπλο στα χέρια μας είναι η συνεχής παρουσία σε ολόκληρη την ύπαιθρο, ανθρώπων δημιουργικών και ακμαίων, ικανών να αντιμετωπίζουν τις όποιες προκλήσεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Διότι εδώ η ταχύτητα μετράει! Τα μεγάλα τρακτέρ, μπορούν με ευκολία να κάνουν αντιπυρικές ζώνες σε εδάφη που δεν έχουν πολλές πέτρες. Αλλά κάποιος πρέπει να είναι εκεί επί τόπου να τα οδηγήσει.
Και οι άνθρωποι αυτοί δεν μπορεί παρά να απασχολούνται κατά κύριο λόγο με την αγροτική παραγωγή, την πρώτη της μεταποίηση, το δάσος, τα ποτάμια, τη φύση γενικότερα. Με τους σύγχρονους όρους, τα προϊόντα που αυτοί θα παράγουν, ξεκινούν την καριέρα τους με ένα φυσικό μειονέκτημα, αυτό της απόστασης από τα μεγάλα καταναλωτικά κέντρα. Για αυτό άλλωστε σήμερα, τα αγροτικά προϊόντα της Θράκης, αποδίδουν στους παραγωγούς τους, τιμές χαμηλότερες των αντίστοιχων της υπόλοιπης χώρας.
Η κατάσταση περιπλέκεται από το γεγονός ότι οι όμορες χώρες έχουν χαμηλότερες τιμές, τόσο στα προϊόντα όσο και τα εφόδια και εισροές. Κατά συνέπεια και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται υποστηρικτικά προς την πρωτογενή παραγωγή, έχουν κι αυτές να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερες προκλήσεις, άγνωστες στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Οι προφανείς εύκολες προτάσεις θα ήταν να καθιερώσει το κράτος χαμηλότερη φορολογία, να δώσει κίνητρα, να κάνει να δείξει. Αυτό το έκανε τόσα χρόνια και το μόνο που έμεινε τα βιομηχανικά κουφάρια στις βιομηχανικές περιοχές της Θράκης. Για να γίνουμε ακόμη ποιο κυνικοί, ας φυλάξει πρώτα τις αποθήκες πυρομαχικών και τα νοσοκομεία, κι ας ασχοληθεί αργότερα με άλλα θέματα. Η κατάσταση έχει φτάσει σε αδιέξοδο...
Καλό λοιπόν θα ήταν να σκεφτούμε «αντισυμβατικά». Να σκεφτούμε τρόπους που θα βοηθήσουμε όλοι, Πολιτεία και πολίτες, θα βάλουμε όλοι πλάτη, κράτος και ιδιώτες, να συνεισφέρουμε όλοι μας, πλούσιοι και φτωχοί.
Να αντλήσουμε διδάγματα από την ιστορία μας, για την οποία τόσο υπερήφανοι είμαστε. Στα Βυζαντινά χρόνια, τα εκτεταμένα σύνορα της αυτοκρατορίας, το θέμα φύλαξης των αχανών συνόρων της ήταν πρώτου μεγέθους. Έτσι, δημιούργησαν τους Ακρίτες, ανθρώπους που έμεναν μόνιμα στα σύνορα, τους είχα δοθεί χωρίς ενοίκιο κρατική γη να την καλλιεργούν και είχαν απαλλαγεί από την φορολογία. Τα ακριτικά τραγούδια που έφτασαν μέχρι εμάς, υμνούν την γενναιότητά τους και τις ικανότητές τους. Στην ουσία οι Ακρίτες κάνοντας αγώνα υπέρ βωμών κι εστιών, προστάτευαν και τους υπόλοιπους πολίτες της αυτοκρατορίας από τους ξένους εισβολείς.
Το σώμα άλλαξε πολλές φορές μορφή και τελικά διαλύθηκε όταν σταμάτησαν τα φορολογικά προνόμια. Η ζωή στα σύνορα, δεν ήταν ποτέ εύκολη...
Ένας ακμαίος αγροτικός πληθυσμός σήμερα στο νομό Έβρου, στα χωριά της Ροδόπης ή στα ορεινά της Ξάνθης, διότι το κακό μπορεί να μας προκύψει και... εισαγόμενο, θα είναι εκεί και θα τρέξει πρώτος να σβήσει τη φωτιά, ανεξάρτητα εάν έχει μπει από κεραυνό, αμέλεια, ανθρώπινο χέρι λογικού, ψυχοπαθούς ή υστερόβουλου. Η Πυροσβεστική μας λέει ότι στην αρχή η φωτιά σβήνεται με ένα κουβά νερό, αργότερα με ένα τόνο νερό και στο τέλος σβήνει... στη θάλασσα. Για να την προλάβουμε όμως σε πρώτο στάδιο πρέπει να είναι κάποιος εκεί την κατάλληλη ώρα. Κι αυτό μπορεί τα το κάνει, μόνο ο ντόπιος γεωργός ή κτηνοτρόφος, ούτε οι ηλεκτρονικοί ανιχνευτές μόνοι τους, ούτε οι δορυφόροι, ούτε κανείς άλλος. Αυτά είναι εργαλεία βοηθητικά που θα εντοπίσουν την έναρξη της φωτιάς, το κουβά όμως θα τον ρίξει ο ντόπιος αγρότης, αυτή είναι η πραγματικότητα.
Με τη σύγχρονη πραγματικότητα, όπου ο αγρότης των χωριών έχει μετακομίσει στις πρωτεύουσες των νομών ή στις μεγαλύτερες επαρχιακές πόλεις, το πρόβλημα πάλι περιπλέκεται. Χρειαζόμαστε αγρότες να επανδρώσουν τα έρημα χωριά μας, παιδιά να παίζουν στις πλατείες, συντροφιές να πηγαίνουν βόλτα στις τοπικές ομορφιές του τόπου, παρέες να ανοίγουν τα ξεχασμένα μονοπάτια, κόσμος να χορεύει τοπικούς χορούς στα πανηγύρια, σχολές να διδάσκουν θρακιώτικη γκάιντα, καλοκαιρινά σχολεία με τοπικά θέματα. Ας θυμίσουμε, ότι πρόδρομος των σημερινών καλοκαιρινών φεστιβάλ, δηλαδή των διαδόχων των πανηγυριών, ήταν αυτό του Άρδα, παραπόταμου του Έβρου!
Αυτά δεν είναι εύκολα πράγματα, αλλά ούτε και ακατόρθωτα. Πρέπει όμως να μπουν στο δημόσιο διάλογο, κυρίως τώρα που έχουμε κι εκλογές. Η Κυβέρνηση θα μπορούσε να δώσει το δικό της στίγμα, διαμορφώνοντας άμεσα κάποιους ιδιαίτερους άξονες πολιτικής για τους παραμεθόριους Δήμους. Για τα ιατρείας τους, τα σχολεία τους, την φροντίδα των ηλικιωμένων, την τεχνική βοήθεια των αγροτών, αυτό που σε όλα τα προγράμματα αναφέρεται σαν «άρση της απομόνωσης».
Η στελέχωση αγροτικών ιατρείων μικρών νησιών έχει καταγραφεί στα συν της προηγούμενης θητείας της.
Στη συνέχεια, θα ακουγόταν πολύ ευχάριστο και ίσως ως κορυφαία πράξη της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης τους, κάποιες μεγάλες οικονομικές μονάδες να μας κοινοποιούσαν τις σκέψεις και προθέσεις τους να εμπλακούν στο θέμα. Ξεχωριστός ρόλος θα πρέπει να δοθεί στην ενεργοποίηση επιτυχημένων επαγγελματιών και επιχειρηματιών που με κάποιο τρόπο συνδέονται με την περιοχή, είτε ως καταγωγή είτε ότι πέρασαν καλά όταν ήταν φαντάροι, είτε όταν τους περιέθαλψε με ζεστασιά κάποιος ντόπιος όταν είχαν ένα τροχαίο ή όταν έβρεχε καταρρακτωδώς. Αυτοί οι άνθρωποι, έχουν τεράστια συσσωρευμένη εμπειρία και κυρίως θέληση να πετυχαίνουν στόχους που βάζουν
Τέτοιους ανθρώπους από τον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο χρειαζόμαστε, όχι απλούς μελετητές ή παρατηρητές και αναλυτές φαινομένων. Μήπως και σωθούμε όλοι μας...
Επί του θέματος όμως θα επανέλθουμε... μάλλον δριμύτεροι!