Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ την Τετάρτη 6 Νοεμβρίου, με μια συντριπτική νίκη επί της Καμάλα Χάρις. Αυτό το αποτέλεσμα αποκαλύπτει πάνω απ’ όλα πως η Αμερικανική δημοκρατία καταστρέφεται εκ των έσω με το κοινωνικό χάσμα να έχει μόλις αρχίσει να αναδύεται.
Λαμβάνοντας υπόψη τους πανηγυρισμούς που εκφράστηκαν στην Ευρώπη από την ακροδεξιά στις 6 Νοεμβρίου, το αποτέλεσμα αυτής της ψηφοφορίας ικανοποιεί κάτι περισσότερο από την εκλογική βάση του Τραμπ και τη νεοαποκτηθείσα αμερικανική λαϊκή ψήφο. Το αποτέλεσμα δεν είναι μόνο μια σοβαρή δημοκρατική απειλή. Έχει να κάνει περισσότερο με την υπονόμευση της πίστης στο δημοκρατικό εκλογικό σύστημα. Όπως και στις δύο προηγούμενες εκστρατείες του το 2016 και το 2020, ο Τραμπ αρνήθηκε επανειλημμένα να αποδεχθεί εκ των προτέρων την ετυμηγορία της κάλπης. Με την επανεκλογή του, η απειλή αυτή υποχωρεί. Ωστόσο, με τις εκλογές του 2016, του 2020 και του 2024, ο Τραμπ κατάφερε να δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για την αποδυνάμωση της δημοκρατικής ψήφου, υπονομεύοντας έναν από τους βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας. Οι ψηφοφόροι του φαίνεται να συμφωνούν με αυτή την εκτίμηση, αφού το 60% έως 70% αυτών δεν πιστεύει πλέον στο κύρος και τη νομιμότητα της ψήφου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μια απίθανη παράσταση στήθηκε από τον Τραμπ με την φλογερή και διχαστική ρητορική του να οδηγεί σε κατάρρευση κάθε δημοκρατικού ιδεώδους. Δόθηκε μια μάχη από την πλευρά του και το επιτελείο του η οποία πρέπει να γίνει κατανοητή υπό το πρίσμα της βίαιης και παράλληλα ταχείας εκστρατείας που οργανώθηκε. Μετά την επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, τις κατηγορίες και την καταδίκη του βγήκε πιο δυνατός από ποτέ και η δημοτικότητά του δεκαπλασιάστηκε. Κρίμα που η ανδροκρατική, μισογυνιστική και σεξιστική ρητορική του δεν ευνόησε την Καμάλα Χάρις. Αποδεικνύεται από το αποτέλεσμα των εκλογών πως η Χάρις δεν μπόρεσε να αποτινάξει από πάνω της την εικόνα της συνέχειας της κυβέρνησης του Μπάιντεν. Ήταν αυτή η κυβέρνηση δυστυχώς, το ιστορικό της οποίας παρουσιάστηκε ως οικονομική αποτυχία από την Δεξιά και αμαυρώθηκε από την υποστήριξη του Ισραήλ από την Αριστερά. Κάπως έτσι, αυτό το θέατρο της ρητορικής και του ανταγωνισμού δεν άφησε στην Καμάλα Χάρις κανένα περιθώριο για να παρουσιάσει το πρόγραμμά της. Η αριστερά στιγματίστηκε από τον Τραμπ ως «σοσιαλιστική» και «ριζοσπαστική» και οι Δημοκρατικοί έχασαν τις εκλογές.
Δεν πρέπει να αγνοήσουμε παράλληλα τον πόλεμο πληροφοριών που έλαβε η χώρα με τον ρόλο των μέσων μαζικής δικτύωσης να λαμβάνει κεντρικό ρόλο στην διάδοση των ιδεών. Η εκστρατεία αυτή υποστηρίχθηκε και από ξένες δυνάμεις αλλά κυρίως με πρακτικές επηρεασμού που έγιναν από το εσωτερικό, με τον Έλον Μασκ στο τιμόνι. Συναντήσαμε πληροφορίες που υποστηρίζουν θεωρίες συνωμοσίας, παραπλανητικές διαφημίσεις, συλλογή προσωπικών δεδομένων για πολιτική στόχευση. Όλες αυτές οι αντιδημοκρατικές πρακτικές, αποτέλεσαν βασικό κομμάτι της εκστρατείας του Τραμπ.
Αυτές οι εκλογές δεν αφορούν μόνο τον Ντόναλντ Τραμπ και τη νίκη του, αλλά και την κατάσταση του κοινωνικού ιστού. Πριν από τις εκλογές, η Αμερική ήταν ήδη βαθιά πολωμένη και διχασμένη. Αυτή η προεκλογική εκστρατεία ξεπέρασε τα όρια του αδιανόητου, υπονόμευσε τη δύναμη των λέξεων και δημιούργησε όλο και περισσότερο χώρο για μια πραγματικότητα που δεν έχει ακόμη έρθει.
Αυτό υποδηλώνει ότι στο τέλος αυτής της εκστρατείας και με τα αποτελέσματα που έχουμε αρχίζει μια νέα μάχη, η οποία ανακατεύει την τράπουλα του κοινωνικού διαλόγου στις Ηνωμένες Πολιτείες.