Οι ελεγχθείσες οικονομικές καταστάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για το 2021 δείχνουν ότι τα κέρδη χρήσης ήταν 192 εκατ. ευρώ, έναντι 1.643 εκατ. ευρώ το 2020.
Η μείωση κατά 1.452 εκατ. ευρώ συγκριτικά με την προηγούμενη χρήση οφείλεται κυρίως στα χαμηλότερα έσοδα από τα συναλλαγματικά διαθέσιμα και από τους τίτλους που διακρατούνται για σκοπούς νομισματικής πολιτικής, καθώς και σε μεταφορά ποσού προς την πρόβλεψη έναντι χρηματοοικονομικών κινδύνων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να μεταφέρει ποσό 610 εκατ. ευρώ προς την πρόβλεψη έναντι χρηματοοικονομικών κινδύνων λόγω του υψηλότερου βαθμού έκθεσης σε κίνδυνο που απορρέει κυρίως από τη συνέχιση των αγορών τίτλων για σκοπούς νομισματικής πολιτικής.
Οι καθαροί τόκοι-έσοδα ανήλθαν συνολικά σε 1.566 εκατ. ευρώ το 2021, έναντι 2.017 εκατ. ευρώ το 2020. Οι καθαροί τόκοι-έσοδα επί των συναλλαγματικών διαθεσίμων μειώθηκαν σε 197 εκατ. ευρώ, ενώ το 2020 ήταν 474 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα της μείωσης των τόκων-εσόδων επί του χαρτοφυλακίου σε δολάρια ΗΠΑ. Οι καθαροί τόκοι-έσοδα που απορρέουν από τίτλους διακρατούμενους για σκοπούς νομισματικής πολιτικής μειώθηκαν σε 1.006 εκατ. ευρώ (2020: 1.337 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω των αρνητικών τόκων-εσόδων από το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme - PEPP).
Οι αποσβέσεις ανήλθαν σε 133 εκατ. ευρώ, έναντι 26 εκατ. ευρώ το 2020, κυρίως λόγω μη πραγματοποιηθεισών ζημιών από μεταβολές τιμών επί τίτλων που διακρατούνται στο χαρτοφυλάκιο τίτλων σε δολάρια ΗΠΑ και στο χαρτοφυλάκιο ίδιων κεφαλαίων.
Στους τίτλους που διακρατούνται στα χαρτοφυλάκια νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, οι οποίοι αποτιμώνται στο αναπόσβεστο κόστος και υπόκεινται σε έλεγχο απομείωσης της αξίας τους, διενεργούνται έλεγχοι απομείωσης της αξίας. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτών των ελέγχων, δεν καταγράφηκαν ζημίες λόγω απομείωσης αξίας σε αυτά τα χαρτοφυλάκια.
Οι συνολικές δαπάνες προσωπικού αυξήθηκαν σε 674 εκατ. ευρώ (το 2020 ήταν 646 εκατ. ευρώ) ως αποτέλεσμα του υψηλότερου κόστους σε σχέση με μετεργασιακές παροχές που προέκυψαν από την ετήσια αναλογιστική αποτίμηση και του υψηλότερου μέσου αριθμού μελών του προσωπικού. Οι λοιπές διοικητικές δαπάνες αυξήθηκαν σε 564 εκατ. ευρώ, από 553 εκατ. ευρώ το 2020, κυρίως λόγω της αύξησης των δαπανών για τη συντήρηση ακινήτων.
Τα έσοδα από εποπτικά τέλη, τα οποία προκύπτουν από τέλη που επιβάλλονται για την κάλυψη των δαπανών της ΕΚΤ στο πλαίσιο της άσκησης των εποπτικών καθηκόντων της, ανήλθαν σε 578 εκατ. ευρώ, αυξημένα από 535 εκατ. ευρώ το 2020. Η αύξηση το 2021 οφείλεται στη συνεχιζόμενη ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων σχετικών με την τραπεζική εποπτεία και στο υψηλότερο κόστος του προσωπικού.
Τα κέρδη της ΕΚΤ διανέμονται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) της ζώνης του ευρώ. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να πραγματοποιήσει ενδιάμεση διανομή κερδών, ύψους 150 εκατ. ευρώ στις 31 Ιανουαρίου 2022. Κατά τη χθεσινή του συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να διανείμει τα εναπομένοντα κέρδη, ύψους 42 εκατ. ευρώ, στις 18 Φεβρουαρίου 2022.
Το συνολικό μέγεθος του ισολογισμού της ΕΚΤ αυξήθηκε κατά 111 δισ. ευρώ σε 680 δισ. ευρώ (ενώ το 2020 ήταν 569 δισ. ευρώ). Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως στους τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP και του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP).
Στο τέλος του 2021 το μέγεθος του ενοποιημένου ισολογισμού του Ευρωσυστήματος, ο οποίος περιλαμβάνει τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ και της ΕΚΤ έναντι τρίτων μερών, ήταν 8.566 δισ. ευρώ, από 6.978 δισ. ευρώ το 2020. Η μεγέθυνση σε σύγκριση με την προηγούμενη χρήση οφείλεται κυρίως στους τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων PEPP και APP και στην αύξηση των πράξεων αναχρηματοδότησης του Ευρωσυστήματος ως αποτέλεσμα της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ).
Οι τίτλοι που διακρατεί το Ευρωσύστημα για σκοπούς νομισματικής πολιτικής αυξήθηκαν κατά 1.019 δισ. ευρώ σε 4.713 δισ. ευρώ, από 3.694 δισ. ευρώ το 2020. Οι τίτλοι που διακρατούνται στο πλαίσιο του APP αυξήθηκαν κατά 214 δισ. ευρώ σε 3.123 δισ. ευρώ και οι αγορές τίτλων στο πλαίσιο του PEPP αυξήθηκαν κατά 827 δισ. ευρώ σε 1.581 δισ. ευρώ.