Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δύσκολα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ομιλία του για την Ημέρα της Νίκης της 9ης Μαΐου, στην ετήσια εορτή που σηματοδοτεί την παράδοση των Ναζί στους Σοβιετικούς, για να κηρύξει τη νίκη στη στρατιωτική του εκστρατεία κατά της Ουκρανίας. Ούτε χρησιμοποίησε την ευκαιρία για να κηρύξει γενική επιστράτευση, όπως είχαν προβλέψει ορισμένοι αναλυτές. Αντίθετα, αναφέρει το Foreign Affairs, μιλώντας στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας, ο Πούτιν ακουγόταν σαν κάποιος που είχε χάσει, γκρινιάζοντας ότι οι απειλές του ΝΑΤΟ τον «ανάγκασαν» να ενεργήσει προληπτικά στο Ντονμπάς.
Τρεις μήνες μετά την έναρξη της κακοσχεδιασμένης εισβολής του στην Ουκρανία, φαίνεται όλο και πιο πιθανό ότι η προσπάθεια του Πούτιν να απελευθερώσει το Ντονμπάς από το Κίεβο θα μείνει στη μνήμη ως μια από τις πιο θεαματικές αποτυχίες στη σύγχρονη στρατιωτική ιστορία. Τα ρωσικά στρατεύματα έχασαν τη μάχη για το Κίεβο τον πρώτο μήνα της σύγκρουσης και τώρα αγωνίζονται να σημειώσουν πρόοδο στην ανατολική Ουκρανία. Εν τω μεταξύ, συνεχίζουν να υφίστανται καταστροφικές απώλειες: Έως τις 16 Μαΐου, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ουκρανίας, οι ουκρανικές δυνάμεις είχαν σκοτώσει περισσότερους από 28.000 Ρώσους στρατιώτες. Το ερώτημα τώρα είναι αν η εθνική ταπείνωση που αντιμετωπίζει η Ρωσία μοιάζει περισσότερο με τον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο του 1905, που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της τσαρικής εποχής ή με την αποτυχημένη προσπάθεια του Ιωσήφ Στάλιν να καταλάβει τη Φινλανδία στον Χειμερινό Πόλεμο του 1939-1940.
Το κόστος της διαφθοράς
Η συστημική διαφθορά έχει περιορίσει την ικανότητα της Ρωσίας να διεξάγει με επιτυχία έναν πόλεμο. Από το 2013, για παράδειγμα, ο Πούτιν έχει αναθέσει τουλάχιστον 3,2 δισ. δολάρια σε συμβάσεις στρατιωτικών προμηθειών στον φίλο του Γιεβγκένι Πριγκιζίν — ο οποίος παρείχε στα ρωσικά στρατεύματα τόσο... πενιχρές προμήθειες τροφίμων, με αποτέλεσμα οι Ρώσοι στρατιώτες να έχουν καταφύγει σε λεηλασίες παντοπωλείων απλώς για να τραφούν. Τα φτηνά, κακής κατασκευής κινεζικά ελαστικά, έχουν κατηγορηθεί για την επιβράδυνση της προέλασης των ρωσικών στρατιωτικών αυτοκινητοπομπών. Σύμφωνα με αναφορές της υπηρεσίας καταπολέμησης της διαφθοράς της Ουκρανίας, ένας εργολάβος προμήθευε στα ρωσικά στρατεύματα με αλεξίσφαιρα γιλέκα, τα οποία αποδείχτηκε ότι ήταν γεμάτα με χαρτόνι αντί για θωρακισμένες πλάκες.
Ο στρατός της Ουκρανίας, αντίθετα, έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανοί έχουν προσφερθεί εθελοντικά για να υπερασπιστούν την πατρίδα τους. Χάρη στον οκταετή πόλεμο στο Ντονμπάς, δεκάδες χιλιάδες Ουκρανοί στρατιώτες έχουν εμπειρία μάχης και πολλοί έχουν επωφεληθεί από την εκπαίδευση των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Τα δυτικής κατασκευής αντιαρματικά όπλα και τα αντιαεροπορικά συστήματα Stinger της Ουκρανίας έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικά και οι δυτικοί σύμμαχοί της ενισχύουν τις προμήθειες όπλων και στρατιωτικού εξοπλισμού.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στις 24 Φεβρουαρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους επέβαλαν γρήγορα κυρώσεις για να «πνίξουν» την οικονομία της Ρωσίας. Οι δυτικές κυρώσεις δεν έχουν πλέον στόχο να αποτρέψουν τη Ρωσία, αλλά να αποδυναμώσουν τη ρωσική οικονομία και να μειώσουν την ικανότητά της να συνεχίσει τον πόλεμο. Ουσιαστικά, οι δυτικές κυρώσεις στοχεύουν τώρα τις μεγάλες ρωσικές κρατικές τράπεζες. Οι G7 «πάγωσαν» τα διεθνή συναλλαγματικά αποθέματα της Ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας και απέκλεισαν πολλές ρωσικές τράπεζες από το SWIFT, το διεθνές σύστημα ανταλλαγής μηνυμάτων για τις διατραπεζικές συναλλαγές. Σε απάντηση, η ρωσική κυβέρνηση προβαίνει σε κλιμακούμενες κινήσεις ρύθμισης της οικονομίας, βλάπτοντας περαιτέρω την πολεμική προσπάθεια του Πούτιν. Μέσα σε μια μέρα, ο Πούτιν εξαφάνισε τα περισσότερα από τα οικονομικά κέρδη που είχε κάνει η Ρωσία από το 1991.
Το ρεύμα αλλάζει
Το ρεύμα του πολέμου του Πούτιν στην Ουκρανία μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο εναντίον της Ρωσίας και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα καταλήξει σε μια καταστροφική ρωσική ήττα. Αυτή δεν θα είναι η πρώτη φορά που η Μόσχα ξεκινά μια φιλόδοξη στρατιωτική περιπέτεια διεκδικώντας νέα εδάφη, μόνο και για να βρεθεί ηττημένη και ταπεινωμένη.
Ένας παραλληλισμός που έρχεται στο μυαλό είναι ο Χειμερινός Πόλεμος του 1939-40, μια εκστρατεία στο περιθώριο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, κατά την οποία ο ίδιος ο Στάλιν αποφάσισε να εισβάλει στη Φινλανδία για να εγκαταστήσει τη δική του φινλανδική κυβέρνηση. Ο Κόκκινος Στρατός απέτυχε να κάνει πρόοδο ενάντια στον μικρό αλλά γενναίο φινλανδικό στρατό και υπέστη τρομερές απώλειες. Όμως οι παραλληλισμοί τελειώνουν εκεί. Όταν η προσπάθεια απέτυχε, ο Στάλιν άφησε επαγγελματίες στρατηγούς να αναλάβουν τη διοίκηση, δίνοντας στον αρχηγό του επιτελείου του σοβιετικού στρατού, Στρατάρχη Μπόρις Σαπόσνικοφ, πλήρη εξουσία για τις επιχειρήσεις στο φινλανδικό θέατρο των μαχών. Μετά από τρεις μήνες, ο Στάλιν συμφώνησε σε μια συνθήκη ειρήνης με περιορισμένα κέρδη και τεράστιο τίμημα. Ο Πούτιν από την πλευρά του, δεν έχει παραιτηθεί από τη διοίκηση μεταφέροντας τη στους στρατηγούς του. Αντίθετα, ενίσχυσε τον έλεγχο του, την ώρα που οι Ουκρανοί ηγέτες δηλώνουν ότι δεν είναι διατεθειμένοι να παραδώσουν οποιαδήποτε εδάφη έχουν έχει χαθεί μετά τις 23 Φεβρουαρίου.
Ο πιο εύλογος παραλληλισμός είναι αυτός με τον ρωσο-ιαπωνικό πόλεμο του 1904-1905. Η προέλευσή του είχε τις ρίζες της στην αυτοκρατορική αντιπαλότητα. Η Ρωσία αναζήτησε ένα λιμάνι στα νερά του Ειρηνικού Ωκεανού, συγκρουόμενη με τις αυτοκρατορικές φιλοδοξίες της Ιαπωνίας. Ο πόλεμος ξεκίνησε άσχημα για τη Ρωσία, αλλά ο Τσάρος Νικόλαος Β' επέμενε να πολεμήσει, την ώρα που οι προοπτικές μιας νίκης ήταν ανύπαρκτες. Ακόμα κι έτσι, συνέχισε τον πόλεμο για να διατηρήσει την αξιοπρέπεια της Ρωσίας, αποτρέποντας μια «ταπεινωτική ειρήνη». Αλλά οι Ρώσοι υπέστησαν μια ταπεινωτική ήττα και ξεσηκώθηκαν ενάντια στον Τσάρο Νικόλαο Β', αναγκάζοντας τον να παραχωρήσει ένα πιο φιλελεύθερο καθεστώς.
Τα οικονομικά δεινά
Σήμερα, η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει απλώς μια ταπεινωτική ήττα, αλλά και μια φρικτή οικονομική κατάρρευση, για την οποία ο Πούτιν φέρει την πλήρη ευθύνη. Οι επίσημες προβλέψεις της Ρωσίας είναι μείωση του ΑΕΠ κατά 8-12%, αλλά το νούμερο μπορεί να γίνει διπλάσιο. Τον Αύγουστο του 1998, μετά από έξι ημέρες μιας πολύ λιγότερο σοβαρής οικονομικής κρίσης, ο Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν απέλυσε την κυβέρνησή του. Ο Πούτιν, αντίθετα, δεν επέτρεψε σε κανέναν στην κυβέρνησή του να παραιτηθεί, υποχρεώνοντας τους πάντες να είναι μαζί του μέχρι το πικρό τέλος. Περιττό να πούμε ότι ο φόβος φαίνεται να το συναίσθημα που κυριαρχεί στη ρωσική κυβερνητική ελίτ.
Η κοινή λογική θέλει την Πραιτωριανή Φρουρά του Πούτιν, την Υπηρεσία Προστασίας του Ρώσου προέδρου, να είναι τόσο ισχυρή, καλοπληρωμένη και πιστή στον Πούτιν που θα τον προστατεύσει από οποιαδήποτε απόπειρα πραξικοπήματος. Ωστόσο, το κόστος της συνεχιζόμενης ηγεσίας του Πούτιν στη ρωσική κοινωνία είναι τόσο μεγάλο, που θα ήταν έκπληξη αν καμία ομάδα δεν κινητοποιηθεί εναντίον του. Οι ξαφνικές και μεγάλες σε αριθμό διαρροές, από την κατά τα άλλα μυστική κοινότητα πληροφοριών, υποδηλώνουν αυξημένο βαθμό αντιπαλότητας μεταξύ των υπηρεσιών. Ακόμα κι αν η Ρωσία συνεχίσει να λογοκρίνει τις ειδήσεις για τον πόλεμο και το εύρος των απωλειών της στην Ουκρανία, η αλήθεια θα γίνει τελικά προφανής. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του πολέμου στο Αφγανιστάν, σκοτώθηκαν 15.000 Σοβιετικοί στρατιώτες, μια αποτυχία που συνέβαλε στην κατάρρευση της κομμουνιστικής εξουσία. Όμως περισσότεροι Ρώσοι στρατιώτες σκοτώθηκαν τους δύο πρώτους μήνες των μαχών στην Ουκρανία.
Το εσωτερικό περιβάλλον της Ρωσίας φαίνεται εκρηκτικό σε κάθε επίπεδο. Διαδίδονται εύλογες φήμες, για συλλήψεις και απολύσεις ανώτατων στελεχών ασφαλείας. Τουλάχιστον επτά κορυφαίοι Ρώσοι επιχειρηματίες φέρεται να αυτοκτόνησαν αφού πρώτα είχαν σκοτώσει τις οικογένειές τους, με αποτέλεσμα να φαίνονται σαν εκτελέσεις. Η κοινωνικές αντιδράσεις δεν ήταν εκτεταμένες τα τελευταία χρόνια, αλλά πλέον μάλλον συμβαίνουν. Μια φυσική λαϊκή αντίδραση θα ήταν μια εκτεταμένη κοινωνική αναταραχή, η οποία θα επιδείνωνε τις εντάσεις μεταξύ των υπηρεσιών ασφαλείας.
Τελικά το Συμβούλιο Ασφαλείας της Ρωσίας θα μπορούσε να εκδιώξει τον Πούτιν. Αυτό το όργανο (στα χαρτιά) συνεδριάζει μία φορά την εβδομάδα, αλλά τα τελευταία δύο χρόνια συγκλήθηκε με παρουσία των μελών του μόνο μία φορά, στις 21 Φεβρουαρίου, όταν ο Πούτιν ζήτησε την έγκριση του πολέμου κατά της Ουκρανίας. Οι κρατικοί αξιωματούχοι που το απαρτίζουν συναντήθηκαν σε μια από τις μεγάλες αίθουσες του Κρεμλίνου σε απόσταση πολλών μέτρων από τον Πούτιν. Αρχικά, η επιφυλακτικότητα του Πούτιν να συναντηθεί με τους συναδέλφους του αποδόθηκε στον ακραίο φόβο του για τον κορονοϊό, αλλά τώρα διαφαίνεται ότι περισσότερο από όλα ότι φοβάται τους συνεργάτες του, όπως φαίνεται από την προτίμησή του να κάθεται στην άκρη ενός μεγάλου τραπεζιού.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει αντικαταστήσει το Πολιτικό Γραφείο (της σοβιετικής εποχής) ως το ανώτατο όργανο λήψης αποφάσεων, αλλά δεν έχει λαϊκή εξουσία. Εάν αναλάμβανε το Συμβούλιο Ασφαλείας, η Ρωσία μπορεί να δει ξανά μια κατάρρευση της πολιτικής εξουσίας, όπως στην απόπειρα πραξικοπήματος τον Αύγουστο του 1991. Υπό αυτή την προοπτική η εξουσία θα μπορούσε να καταλήξει στα χέρια του οποιουδήποτε, ενώ μπορεί να ακολουθήσουν μερικά χρόνια απρόβλεπτης πολιτικής αναταραχής. Η εναλλακτική θα ήταν ο Πούτιν να καταφέρει να κινητοποιήσει τη μυστική του αστυνομία και να μεταμορφώσει τη Ρωσία σε μια νέα Βόρεια Κορέα, κάτι που θα ήταν πολύ χειρότερο. Είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς μια μέση οδό σε αυτή τη δραματική κατάσταση.
Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, η Δύση πρέπει να αρχίσει να καταστρώνει τα σχέδια της, τόσο για την περίπτωση κατάρρευσης, όσο και την ενίσχυση του καθεστώτος του Πούτιν. Εάν ο Πούτιν ενισχύσει τη δύναμή του, η δυτική πολιτική πρέπει να ενεργήσει αντίστοιχα. Οι κυρώσεις της κατά της Ρωσίας πρέπει να διατηρηθούν, έως ότου όλα τα ρωσικά στρατεύματα εγκαταλείψουν την Ουκρανία. Ενώ η Δύση θα πρέπει να προσφέρει στην Ουκρανία ουσιαστική υλική υποστήριξη για την ανοικοδόμησή της, οι κυρώσεις στη Ρωσία θα πρέπει να διατηρηθούν έως ότου η Ρωσία συμφωνήσει να προβεί σε αποζημιώσεις για την τρομερή ζημιά που προκάλεσε στην Ουκρανία. Οι μελλοντικές ροές Ρώσων αντικαθεστωτικών μεταναστών, είναι πιθανό να υπερβούν τα εκατομμύρια προσφύγων από την Ουκρανία.
Στην περίπτωση που ο Πούτιν χάσει την εξουσία, το μέλλον της Ρωσίας φαίνεται πολύ πιο ελπιδοφόρο. Θα ήταν αναμενόμενο να επικρατήσει μια περίοδος αταξίας, αλλά εάν η Ρωσία επιτύχει τελικά ένα αξιοπρεπές δημοκρατικό καθεστώς, η Δύση θα πρέπει να σπεύσει και να εφαρμόσει ένα σωστό σχέδιο Μάρσαλ, όπως δεν έκανε το 1991. Ας ελπίσουμε ότι μια προηγούμενη δυτική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μπορεί να εξυπηρετήσει ως γενικό σχέδιο, καταλήγει το Foreign Affairs.
Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης