Πως οι πολιτικοί χειρισμοί και τα πολλαπλά μέτωπα που ανοίγει ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κλυδωνίζουν την τουρκική οικονομία.
Στα «πήλινα πόδια» της τουρκικής οικονομίας έχει στήσει το μεγαλεπήβολο όραμά του ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Με την τουρκική λίρα να κατακρημνίζεται, τον πληθωρισμό να καλπάζει και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να διογκώνεται, η οικονομία της γείτονος χώρας μοιάζει με ένα οικοδόμημα φτιαγμένο σε σαθρά θεμέλια. Και, όπως αναφέρουν διεθνείς αναλυτές, ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο στο όραμα του Τούρκου προέδρου να γίνει πολιτικός –και όχι μόνο- ρυθμιστής της ευρύτερης περιοχής, προέρχεται από τα σπλάχνα της χώρας του.
Τα οικονομικά «φαντάσματα» του παρελθόντος, με μεγαλύτερο από αυτά την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναβιώνουν, φέρνοντας μαζί τους αντιδράσεις από το εσωτερικό της χώρας, αλλά και ισχυρές πιέσεις από το εξωτερικό. Σύμφωνα μάλιστα με αρκετούς διεθνείς αναλυτές, η ασθμαίνουσα τουρκική οικονομία –η κατάσταση της οποίας επιδεινώθηκε λόγω της πανδημίας- είναι ακριβώς ο λόγος που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παίζει τα ρέστα του στο γεωπολιτικό επίπεδο. Γνωρίζοντας πως ο τουρκικός «γίγαντας» στέκεται σε «πήλινα πόδια» επιδιώκει να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη, δρέποντας πολιτικά οφέλη σε μια προσπάθεια να κερδίσει χρόνο απέναντι στην οικονομική κατάρρευση.
Το insider.gr παρουσιάζει τη σημερινή εικόνα της τουρκικής οικονομίας, εξηγώντας τους λόγους που ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται υπό πίεση και αιτιολογώντας τις κινήσεις τους σε πολιτικό επίπεδο.
Φωτογραφίες: Getty Images/Ideal Image
Οι Συμπληγάδες της οικονομίας
Η τουρκική οικονομία προσπαθώντας να πατήσει «γκάζι» για να απομακρυνθεί από το εφιαλτικό για την ίδια 2018, βρέθηκε αντιμέτωπη με τον αστάθμητο παράγοντα της πανδημίας, που ήρθε να προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα βαρίδια. Εν έτει 2020 η Τουρκία «έτρεξε» με ρυθμό 4,5% (ΥοΥ) και 0,6% (QoQ) με το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται σημαντικά τον Μάρτιο στα 4,9 δισ. δολάρια, από 0,1 δισ. δολάρια το προηγούμενο έτος, εξαιτίας των έκτάκτων κυβερνητικών μέτρων για την στήριξη της οικονομίας. Συγκεκριμένα ο Ερντογάν ανακοίνωσε ένα έκτακτο πακέτο μέτρων ύψους 15,4 δισ. δολαρίων ενώ αναγκάστηκε να βάλει στον «πάγο» την οικονομία προκειμένου να περιορίσει την εξάπλωση του Covid-19. Στο δίμηνο Απριλίου -Μαΐου οι λιανικές πωλήσεις κατέγραψαν πτώση 36,2% (YoY), και η βιομηχανική παραγωγή σημείωσε «βουτιά» 50,9% (YoY), με την ανεργία να καταγράφει ήδη από τις αρχές του έτους ανοδικές τάσεις καθώς από το 12,7% τον Ιανουάριο έφτασε στο 13,8% τον Απρίλιο. Αύξηση παρατηρήθηκε και στο κομμάτι του δημόσιου χρέους, από το δ' τρίμηνο του 2019 στο α' τρίμηνο του 2020 από το 32,8% του ΑΕΠ στο 35,1% του ΑΕΠ ενώ αναμένεται μεγαλύτερη διόγκωσή του τους επόμενους μήνες.
Παράλληλα οι πιέσεις που ασκεί ο Τούρκος πρόεδρος για παρατεταμένες μειώσεις στα επιτόκια ώστε να τροφοδοτηθεί ένας κύκλος εικονικής ανάπτυξης μέσω του φθηνού δανεισμού, δημιουργεί προβλήματα τόσο στις τράπεζες που «αιμορραγούν» από την πτώση της κερδοφορίας τους και από το ασφυκτικό πλαίσιο που έχει δημιουργήσει η Κεντρική Τράπεζα με τα συναλλαγματικά αποθέματα, όσο και στους τουρκικούς τίτλους και στην λίρα που υπονομεύονται από τις πολιτικές πρακτικές του.
«Μοχλός» της τουρκικής οικονομίας οι εξαγωγές... αλλά ασθμαίνουν
Ύψιστης σημασίας για την τουρκική οικονομία θεωρείται το σκέλος των εξαγωγών. Η στρατηγική θέση της Τουρκίας και το τεράστιο εύρος των εξαγωγών της επιτρέπουν να έχει πρόσβαση σε ολόκληρη την αγορά της Ευρώπης και της Ασίας, με την Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, το Ιράκ και τις ΗΠΑ (φθίνουσα σειρά) να καλύπτουν το σωρευτικά το 30,7% των εξαγωγών της.
Το 2019 η αξία των εξαγωγών έφτασε τα 235 δισ. δολάρια έναντι εισαγωγών αξίας 223 δισ. δολαρίων οδηγώντας σε εμπορικό ισοζύγιο 12,8 δισ. δολαρίων. Ωστόσο λόγω της παγκόσμιας ύφεσης που προκάλεσε ο κορονοϊός, η Τουρκία καλείται να «επιβιώσει» σε ένα εύθραυστο οικονομικό περιβάλλον καθώς οι βασικές ευρωπαϊκές εξαγωγικές της αγορές βυθίζονται στο φάσμα της ύφεσης. Επιπλέον, η γεωπολιτική αστάθεια και η αναζωπύρωση των εντάσεων από τον Ερντογάν στη Μέση Ανατολή, στα νότια σύνορα της χώρας στη Συρία και στο Ιράκ έχει διαταράξει σημαντικά τις εμπορικές ροές. Υπό αυτό το πρίσμα η Τουρκία θα πρέπει να επεκτείνει το εύρος των Free Trade Agreements (ελεύθερες εμπορικές συμφωνίες) και να αναζητήσει νέους εμπορικούς εταίρους που θα αποτελέσουν το «κλειδί» για την διασφάλιση της απαιτούμενης σταθερότητας στις εξαγωγές.
Από την αντίπερα όχθη, στο κομμάτι των εισαγωγών κυριαρχούν τα χημικά προϊόντα, και τα καύσιμα που η αξίας τους το 2019 ανήλθε σε 61 δισ. δολάρια. Η Τουρκία στηριζόμενη ενεργειακά κυρίως από εξωτερικούς παράγοντες προσπαθεί να ενισχύσει την ενεργειακή της θέση ώστε να εξισορροπήσει την εξάρτησή της από τα εισαγόμενα καύσιμα. Ωστόσο όπως τονίζει η Fitch Solutions σε έκθεσή της η σταδιακή αύξηση των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου θα αυξήσει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της χώρας, το οποίο θα επιδεινωθεί περαιτέρω από τις αδυναμία της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου. Συνεχίζοντας η Fitch Solutions εκτιμά πως η ενεργειακή κάλυψη της Τουρκίας από τη Ρωσία θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια, εν μέσω αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, ενώ ανάλογη πορεία θα έχουν και οι σχέσεις Κίνας - Τουρκίας καθώς ο «κόκκινος δράκος» επενδύει όλοένα περισσότερο στην Άγκυρα ως μέρος του ευρύτερου σχεδίου «Belt and Road».
«Αιμορραγεί» η τουρκική λίρα
Μνήμες 2018 ξυπνούν στην τουρκική οικονομία από τους κλυδωνισμούς που δέχεται από την αρχή του έτους η τουρκική λίρα. Το φαινόμενο των συχνά επαναλαμβανόμενων νομισματικών κρίσεων στην Τουρκία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην «δολαριοποιημένη» οικονομική της δομή και στα προβλήματα που απορρέουν από αυτή, αλλά και στις πολιτικές παρεμβάσεις του Ερντογάν στη χάραξη της νομισματικής πολιτικής από την Κεντρική Τράπεζα της χώρας
«Σπάζοντας το φράγμα» του ιστορικού χαμηλού του 7,2362 ανά δολάριο που άγγιξε κατά τη διάρκεια της νομισματικής κρίσης το 2018 (απώλειες 30%), το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει από την αρχή του χρόνου το 15,12% της αξίας του. Αν και έχει σταθεροποιηθεί από το ιστορικό χαμηλό που κατέγραψε στις αρχές Μαΐου (7,2712 έναντι του δολαρίου) η λίρα εξακολουθεί να διαπραγματεύεται 25% χαμηλότερα από τo υψηλό του Αυγούστου του 2019 όταν είχε φτάσει στο 5,4420 ανά δολάριο. Παράλληλα οι εταιρείες διατηρούν σημαντική καθαρή θέση χρέους σε συνάλλαγμα, η οποία, ενώ μειώθηκε σημαντικά από το υψηλό του Φεβρουαρίου του 2018 στα 223 δισ. δολάρια, ωστόσο ανήλθε στα 170 δισ. δολάρια τον Απρίλιο του 2020. Παρόλα αυτά, οι πιέσεις που δέχεται η τουρκική λίρα αποδίδονται και σε μάκρο στοιχεία, όπως είναι η διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα (άνω του 10%), η αύξηση της ανεργίας (13,8%) και η ύφεση.Παράλληλα, οι διαρθρωτικές αδυναμίες της τουρκικής οικονομίας, καθώς και οι ανησυχίες για τη φθίνουσα πορεία των συναλλαγματικών διαθεσίμων αναμένεται να συνεχίσουν να δοκιμάζουν τις αντοχές της τουρκικής λίρας.
Ο κλοιός πιέσεων γύρω από την λίρα μεταφέρεται και στην τουρκική αγορά ομολόγων με την απόδοση του τουρκικού 10ετούς ομολόγου να διατηρείται σταθερά πάνω από το 10% από την αρχή του χρόνου και να βρίσκεται την Παρασκευή στο 12,25%. Από την έναρξη του έτους το τουρκικό δεκαετές έχει καταγράψει οριακή άνοδο 2,083%. Αντίστοιχα σε υψηλά παραμένει και η απόδοση και του 5ετούς τίτλου στο 11,62% καταγράφοντας άνοδο μόλις 2,65% το 2020.
Ο κρίσιμος ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας και η στήριξη στον Ερντογάν
Ανάσες στους πολιτικούς χειρισμούς του Ερντογάν προσφέρει η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, ο «έλεγχος» της οποίας περνάει από τον Τούρκο πρόεδρο, καθώς ένα χρόνο πριν λήξει η θητεία του Μουράτ Τσετίνκαγια το 2019, διόρισε στη θέση του διοικητή της τράπεζας τον Μουράτ Ουισάλ. Το Μάιο υπό ένα σκηνικό κατάρρευσης των συναλλαγματικών διαθεσίμων η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας «χτύπησε» τις πόρτες πολλών κεντρικών τραπεζών ώστε να βρει φθηνό δολάριο μέσω της διενέργειας currency swap, και του ανοίγματος γραμμών. Οι ισχυρότερες εξ΄ αυτών παρέμειναν κλειστές για την Τουρκία όπως αυτές της Fed και της ΕΚΤ, αλλά όχι και του Κατάρ που πρόσφερε 15 δισ. δολάρια για την ενίσχυση των μειωμένων συναλλαγματικών διαθεσίμων και τη σταθεροποίηση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας.
Το currency swap αποτελεί ένα σύνηθες και φθηνό εργαλείο εύρεσης ρευστότητας σε δολάριο μεταξύ των κεντρικών τραπεζών, καθώς τόσο ο δανεισμός όσο και η αποπληρωμή του ποσού γίνεται στην ίδια συναλλαγματική ισοτιμία. Δια χειρός Κατάρ, λοιπόν αποφεύχθηκε μια συναλλαγματική σε πρώτο βαθμό κρίση, που θα πέρναγε άμεσα σε τραπεζική, με την Κεντρική Τράπεζα ωστόσο να λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό «κερδοσκοπικά» σπεύδοντας να στηρίξει την ισοτιμία της τουρκική λίρας αφήνοντας στην άκρη την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος που «έσερνε» για καιρό απορροφώντας τα συναλλαγματικά αποθέματά τους.
Παράλληλα, οι τράπεζες της Τουρκίας έχουν να διαχειριστούν και τον κίνδυνο από τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPLs) που μπορεί να μειώθηκαν στο 4,54% στα τέλη Μαΐου, από 4,64% τον Απρίλιο, ωστόσο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της S&P Global Ratings τα NPLs αναμένεται να φτάσουν το 11%-12% στο συνολικό όγκο δανείων έως το 2021, ενώ τα προβληματικά δάνεια, τα οποία περιλαμβάνουν NPLs και αναδιαρθρωμένα δάνεια, θα ξεπεράσουν το 20% των δανείων.
Το φάντασμα του ΔΝΤ στοιχειώνει την Άγκυρα
Ένας από τους υψηλότερους κινδύνους που απειλούν ήδη από το 2018 τον Τούρκο πρόεδρο είναι η προσφυγή της Τουρκίας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το εκρηκτικό μείγμα που δημιουργείται στην τουρκική οικονομία, από τις μεγάλες ανάγκες για εξωτερική χρηματοδότηση, τη φθίνουσα πορεία των συναλλαγματικών αποθεμάτων, τη «βουτιά» που καταγράφει η λίρα, και με την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας να κάνει απέλπιδες προσπάθειες θέτοντας υψηλότερα όρια διακράτησης στα υποχρεωτικά αποθεματικά όσο και στο ποσοστό του συναλλάγματος των εμπορικών τραπεζών, προκαλεί έντονο πονοκέφαλο στον Ερντογάν που διαφεύγει από τα χρόνια προβλήματα αυξομειώνοντας κατά διαστήματα τον πήχη της πολιτικής έντασης και της επιθετικότητας, λαμβάνοντας πρόσκαιρες «ανάσες».
Το ΔΝΤ εκτιμά πως η ύφεση στην Τουρκία θα φτάσει το 5% το 2020 τονίζοντας σε πρόσφατη ανάλυσή του πως τα ήδη χαμηλά αποθεματικά της Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας, βρίσκονται κάτω από το όριο επάρκειας σε σύγκριση με άλλες χώρες όπως της Αιγύπτου, της Χιλής και της Νοτίου Αφρικής. Η Κεντρική Τράπεζα έχει χρησιμοποιήσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια των συναλλαγματικών της αποθεμάτων για να αποτρέψει την αποδυνάμωση της λίρας, ενώ ταυτόχρονα, έχει μειώσει τέσσερις φορές τα επιτόκια για το 2020 στο 8,75% και κάτω από το ετήσιο ποσοστό πληθωρισμού, καθιστώντας τα assets εκφρασμένα σε λίρες λιγότερο ελκυστικά. Μπροστά λοιπόν, σε ένα φάσμα αρνητικών εξελίξεων που σφίγγουν τον κλοιό για την τουρκική οικονομία, η αχίλλειος πτέρνα του Ερντογάν είναι το ΔΝΤ και αυτό γιατί ακόμη και αν καταφύγει σε διαπραγματεύσεις με το Ταμείο, το πολιτικό μήνυμα τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά θα επιφέρει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Capital Economics, με δεδομένο το ύψους του εξωτερικού χρέους της χώρας το ΔΝΤ θα έπρεπε να προσφέρει στην Τουρκία ένα «πακέτο διάσωσης» που θα ξεπερνούσε τα 57 δισ. δολάρια και θα συνδυάζονταν από μια σειρά μεταρρυθμίσεων.