Η τιμή του χρυσού έχει επιδοθεί σε ράλι 178% την τελευταία 15ετία, καθώς από τα 907 δολάρια ανά ουγγιά το 2009, πλέον εκτινάσσεται στα 2.530 δολάρια, με ισχυρές οικονομίες και κεντρικές τράπεζες να εμπλουτίζουν σημαντικά τα θησαυροφυλάκιά τους με το πολύτιμο μέταλλο που ειδικά σε καιρούς κρίσης και γενικευμένης αναταραχής, συνιστά το πιο «ασφαλές» επενδυτικό καταφύγιο στον κόσμο.
Ανοδική είναι και η πορεία που έχει ακολουθήσει η χρυσή λίρα Αγγλίας παλαιάς κοπής, που από τα 181 ευρώ πριν από 15 έτη, έχει εκτοξευθεί στα 615 ευρώ το 2024, με άλμα 239%. Εικόνα «συγκέντρωσης» παρατηρείται και στις κεντρικές τράπεζες, όπως αντικατοπτρίζεται στα αποθέματα χρυσού που διαθέτει κάθε χώρα.
Ενδεικτικά, οι ΗΠΑ κατέχουν 8.133 τόνους χρυσού, η Γερμανία μετρά 3.351 τόνους ενώ η Ελλάδα απαριθμεί μόλις 151 τόνους, με τις προσπάθειες της ΤτΕ να εντείνονται προκειμένου να ενισχύσει σημαντικά τα αποθέματα της χώρας μας.
Υπό αυτό το πρίσμα, πολλοί απορούν ποια μπορεί να είναι η αξία των παλιών, κλασικών δραχμών που πολλοί Έλληνες έχουν φυλάξει στα σπίτια τους που πλέον λειτουργούν ως ενθύμια και... σουβενίρ για την εποχή πριν από την εισαγωγή της χώρας μας στο ευρώ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τα πιο ακριβά κέρματα των 2 ευρώ κοστίζουν μια περιουσία: Έχετε κανένα;
Ο Δημήτρης Ποδάρας, εκτιμητής νομισμάτων, απομυθοποίησε την πραγματικότητα, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, καθώς αποκάλυψε πως πλέον η αξία των δραχμών που κυκλοφορούσαν πριν το ευρώ, είναι αμελητέα και υπολογίζεται περίπου σε 4 ευρώ το κιλό.
«Σαν γενικός κανόνας, τα παλαιότερα ελληνικά νομίσματα ίσως έχουν κάποια αξία, δηλαδή εκείνα από την εποχή του Καποδίστρια, του Όθωνα και του Γεωργίου του Α'. Επίσης, παίζει ρόλο η κατάσταση στην οποία έχουν διατηρηθεί» υπογράμμισε.
Από το 1900 και μετά, κατά κανόνα τα ελληνικά νομίσματα δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη αξία, με εξαίρεση ορισμένα ασημένια κέρματα, που μπορεί να αποτιμώνται σε χιλιάδες ευρώ. Τα βυζαντινά νομίσματα ή φλουριά για να είναι νόμιμα στην αγορά, πρέπει να έχουν κυκλοφορήσει μετά το 1453 και την Άλωση της Πόλης.
Ειδικότερα, ο κ. Ποδάρας επέμεινε στην διατηρηθείσα κατάσταση ενός νομίσματος, καθώς το εύρος της αξίας ποικίλλει δραματικά: εάν είναι φθαρμένο, μπορεί να μην κάνει απολύτως τίποτα, ενώ άμα είναι ανέγγιχτο και ακυκλοφόρητο όπως βγήκε από το Νομισματοκοπείο, ίσως να «πιάνει»... μυθικά ποσά.
Ένα άφθαρτο πεντάδραχμο του 1833 του Όθωνα θα μπορούσε να αγγίζει τα 6.000 ευρώ, ένα δεκάλεπτο του Καποδίστρια του 1828 σε καλή κατάσταση θα έφτανε τα 3.000 ευρώ, ενώ ένα ακυκλοφόρητο πεντάδραχμο της Κρητικής Πολιτείας, θα φλέρταρε μέχρι και με τα 20.000 ευρώ, όπως αποσαφήνισε ο κ. Ποδάρας.
Τα πιο «εμπορικά» παλαιά ελληνικά νομίσματα που κυκλοφορούν σήμερα στις αγορές και διατίθενται σε δημοπρασίες σε κύκλους συλλεκτών είναι τα ασημένια τριαντάδραχμα του 1963 - 1964 και τα εικοσάδραχμα του 1960.
Από την πλευρά του, ο Νικόλαος Μαθιουδάκης, εκτιμητής νομισμάτων διευκρίνισε πως ένα χρυσό, «παρθένο» πενηντάδραχμο του 1876 πωλήθηκε για 160.000 ευρώ. Σύμφωνα με τον ίδιο, η αξία των δραχμών που έχουν φυλάξει οι Έλληνες στα σπίτια τους, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες.
Πρώτον, από το πόσο παλιές είναι. Για να είναι νόμιμες, πρέπει να χρονολογούνται μετά το 1830 και εκείνες που έχουν συνήθως αξία, προέρχονται πριν από το 1900. Δεύτερον, είναι η κατάσταση των δραχμών: όσο πιο ακυκλοφόρητες, τόσο το καλύτερο.
Ταυτόχρονα, γνωστοποίησε πως τεράστια αξία έχει το πρώτο ασημένιο ελληνικό νόμισμα της σύγχρονης ιστορίας του κράτους μας, επί Καποδίστρια που «χτυπήθηκε» το 1828, όπως και το τάληρο του Βασιλιά Όθωνα, που υπολογίζεται στα 3.000 ευρώ, ενώ το χρυσό νόμισμα του Βασιλιά Γεωργίου, υπολογίζεται στα 4.000 ευρώ.