Καταλυτικό ρόλο παίζει η ΔΕΠΑ Εμπορίας στην επάρκεια τροφοδοσίας της χώρας με φυσικό αέριο, αλλά και στη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας της ελληνικής αγοράς με καύσιμο. Παράλληλα, η εταιρεία συμμετέχει σε μία σειρά από μεγάλες διακρατικές υποδομές, οι οποίες όχι μόνο διευρύνουν τις «οδούς» εισαγωγής αερίου, αλλά και υπόσχονται να καταστήσουν την Ελλάδα διεθνή γεωστρατηγικό κόμβο.
«Κλειδί» για τη συμβολή της ΔΕΠΑ Εμπορίας στην ενεργειακή ασφάλεια αποτελούν οι μακροχρόνιες συμβάσεις που έχει υπογράψει για την προμήθεια φυσικού αερίου, με μερικούς από τους μεγαλύτερους διεθνείς προμηθευτές. Έτσι, καθώς το φυσικό αέριο θα αποτελέσει το «καύσιμο γέφυρα» στην πορεία για μία πλήρως απανθρακοποιημένη οικονομία, η εταιρεία αποτελεί βασική δικλείδα ασφαλείας για το γεγονός ότι η ενεργειακή μετάβαση θα εξελίσσεται με απόλυτα «θωρακισμένη» την κάλυψη των εγχώριων ενεργειακών αναγκών.
Η σημασία «θωράκισης» της επάρκειας τροφοδοσίας αναδείχθηκε ανάγλυφα στην ενεργειακή κρίση. Μία περίοδο όπου η ΔΕΠΑ Εμπορίας ανέλαβε πρωτοβουλίες όχι μόνο για να ενισχύσει τη δυνατότητα εισαγωγών καυσίμου (και επομένως να διασφαλίσει πως σε κάθε ενδεχόμενο θα υπάρχουν επαρκείς διαθέσιμες ποσότητες στην ελληνική αγορά) αλλά και για να προστατεύσει τα νοικοκυριά και επιχειρήσεις από τις αυξήσεις των διεθνών τιμών του αερίου.
Επιδοτήσεις άνω των 180 εκατ. ευρώ
Για τον σκοπό αυτό, προχώρησε στην παροχή επιδοτήσεων προς όλους οικιακούς και εμπορικούς καταναλωτές, οι οποίες ξεπέρασαν τα 180 εκατ. ευρώ και δεν επέτρεψαν να μετακυλιστεί στα τιμολόγια μεγάλο μέρος των ανατιμήσεων. Από τις επιδοτήσεις ωφελήθηκαν περισσότερα από 1 εκατ. νοικοκυριά, στηρίζοντας με αυτό τον τρόπο την εθνική οικονομία και την κοινωνία σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Για τη στήριξη της κοινωνίας, και της δημόσιας υγείας, η εταιρεία έχει επίσης «τρέξει» δράσεις άνω του 1 εκατ. ευρώ.
Μία όμως από τις ριζικές αλλαγές που προκάλεσε η ενεργειακή κρίση ήταν και η αλλαγή των οδεύσεων τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο, στο πλαίσιο της οποίας έχει αναδειχθεί η προοπτική η Ελλάδα να αποκτήσει τον ρόλο «πύλης» εισόδου αερίου σε όλη την ευρύτερη περιοχή. Αυτή η εξέλιξη σημαίνει πως, μέσω των μεγάλων διεθνών έργων στα οποία συμμετέχει, η ΔΕΠΑ Εμπορίας πρωταγωνιστεί και στην εξέλιξη της χώρας μας σε διεθνή κόμβο μεταφοράς καυσίμου στη Νοτιανατολική και Κεντρική Ευρώπη.
Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί ο αγωγός IGB (Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας – Βουλγαρίας), ο οποίος τέθηκε σε εμπορική λειτουργία τον Οκτώβριο του 2022, αλλάζοντας τον χάρτη του φυσικού αερίου στην περιοχή. Κι αυτό γιατί όχι μόνο ενίσχυσε κατακόρυφα την ενεργειακή ασφάλεια της Βουλγαρίας, αλλά άνοιξε τον δρόμο ώστε, μέσω της Ελλάδας, να αποκτήσουν νέες πηγές τροφοδοσίας η Σερβία, η Ρουμανία και η Ουγγαρία.
«Ενεργειακό σταυροδρόμι» η Ελλάδα
Μάλιστα, με την ολοκλήρωση του FSRU Αλεξανδρούπολης (Πλωτού Σταθμού υποδοχής, αποθήκευσης και επαναεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου), που βρίσκεται υπό κατασκευή και στο οποίο επίσης συμμετέχει η ΔΕΠΑ Εμπορίας, οι παραπάνω χώρες (όπως και η ελληνική αγορά) θα αποκτήσουν μία ακόμη δυνατότητα για εισαγωγές αερίου. Το FSRU θα τεθεί σε λειτουργία τον Ιανουάριο του 2024, ώστε να αποτελέσει τη δεύτερη υποδομή για την «υποδοχή» Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στην Ελλάδα. Επομένως, θα διευρύνει τις εναλλακτικές επιλογές για την έλευση καυσίμου το οποίο θα προορίζεται είτε για την τοπική αγορά, είτε για άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής και κεντρικής Ευρώπης.
Σε αυτό το πλαίσιο, όσον αφορά την περιφερειακή διάσταση της συμβολής του FSRU στην ενεργειακή ασφάλεια, το έργο θεωρείται «συγχρονισμένο» με τον αγωγό IGB, ο οποίος είναι ο συνδετικός κρίκος ώστε ο νέος πλωτός σταθμός στην Αλεξανδρούπολη να μπορεί να εξυπηρετήσει την τροφοδοσία των γειτονικών αγορών μέχρι την Ουγγαρία.
Όπως φαίνεται από τα παραπάνω, τα δύο έργα ενισχύουν τις προοπτικές μετατροπής της Ελλάδας σε κόμβο διαμετακόμισης αερίου στην ευρύτερη περιοχή. Η ανάδειξη της χώρας μας σε ενεργειακό κόμβο θα έχει σημαντικά γεωπολιτικά οφέλη, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Παράλληλα, η Ελλάδα θα δρέψει οικονομικά και ενεργειακά οφέλη, με την ενίσχυση του ανταγωνισμού στην τοπική αγορά και την κατακόρυφη αύξηση των ξένων ενεργειακών εταιρειών που αξιοποιούν τις εγχώριες υποδομές.