Μετά το «πάγωμα» του ΦΠΑ 24% στα νεόδμητα ακίνητα έως και το τέλος του 2024 το υπουργείο Οικονομικών εξετάζει να αναβάλει εκ νέου την επιβολή φόρου υπεραξίας 15% στις αγοραπωλησίες ακινήτων, δίνοντας μια ακόμη «ανάσα» στους φορολογούμενους και στην κτηματαγορά η οποία έχει αφήσει οριστικά πίσω της τα χρόνιας της κρίσης. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μιλώντας χθες στο συνέδριο της Prodexpo «ως κυβέρνηση, είμαστε αποφασισμένοι, παρά τα εμπόδια, να συνεχίσουμε να στηρίζουμε τον κλάδο μέσα από μόνιμες μειώσεις φόρων, ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και στοχευμένες παρεμβάσεις, εκμεταλλευόμενοι και τους σημαντικούς πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ».
Οι αποφάσεις για την «τύχη» του φόρου υπεραξίας αναμένονται το επόμενο διάστημα, καθώς η αναστολή του μέτρου κανονικά λήγει στο τέλος του 2022 και εάν δεν υπάρξει νέα αναβολή στην εφαρμογή του από την 1η Ιανουαρίου 2023 όσοι πωλούν ακίνητα θα επιβαρύνονται με φόρο 15% που επιβάλλεται στην υπεραξία που προκύπτει μεταξύ της τιμής κτήσης του ακινήτου και της τιμής πώλησής του. Ταυτόχρονα, η αγορά θα δεχθεί πλήγμα καθώς οι πωλητές των ακινήτων θα μετακυλήσουν την φορολογική επιβάρυνση στους αγοραστές αυξάνοντας έτσι ακόμη περισσότερο τις τιμές πώλησης των ακινήτων οι οποίες έχουν κάνει άλμα.
Τα σενάρια
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι τα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι προβλέπουν την αναβολή του φόρου για ακόμη δύο έτη, δηλαδή τη μετάθεση της εφαρμογής του μέτρου για την 1η Ιανουαρίου 2025 με τους εκπροσώπους της αγοράς να ζητούν την πλήρη κατάργησή του. Σημειώνεται ότι ο φόρος αν και νομοθετήθηκε την περίοδο των Μνημονίων το 2013 δεν εφαρμόστηκε καθώς διαπιστώθηκαν δυσκολίες και σωρεία προβλημάτων στην υλοποίηση του τα οποία θα προκαλούσαν σοβαρές παρενέργειες στην αγορά ακινήτων.
Ο φόρος υπεραξίας επιβάλλεται στις περιπτώσεις που η τιμή πώλησης του ακινήτου είναι υψηλότερη από την τιμή κτήσης και επιβαρύνει τον πωλητή του ακινήτου. Η υπεραξία επί της οποίας υπολογίζεται ο φόρος προσδιορίζεται με βάση συντελεστές απομείωσης ανάλογα με τα έτη διακράτησης του ακινήτου από τον φορολογούμενο. Σύμφωνα με το νόμο:
- Ο φόρος υπεραξίας επιβάλλεται με συντελεστή 15% στο κέρδος που προκύπτει ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τιμή πώλησης κάθε ακινήτου. Ο φόρος επιβαρύνει τον πωλητή του ακινήτου ενώ ο αγοραστής οφείλει φόρο μεταβίβασης 3% επί της αξίας του ακινήτου.
- Εφόσον ο φορολογούμενος έχει διακρατήσει το ακίνητο που πουλάει για πέντε τουλάχιστον έτη από τη στιγμή της απόκτησής του, η υπεραξία είναι αφορολόγητη μέχρι του ποσού των 25.000 ευρώ.
- Όσοι μεταβιβάσουν ακίνητα τα οποία έχουν στην κατοχή τους πριν το 1995 απαλλάσσονται από το φόρο υπεραξίας.