Αντιστρόφως ανάλογη πορεία με την τουριστική κίνηση δείχνει να ακολουθεί η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη των τουριστών που επισκέπτονται την χώρα μας την τελευταία δεκαετία στη χώρα, παρουσιάζοντας πτωτική πορεία τα περισσότερα προ πανδημικά έτη και κινούμενη ανοδικά από το 2019 μέχρι και το 2020. Παρότι μάλιστα η όποια βελτίωση των τελευταίων ετών δεν οδήγησε στα επίπεδα του 2011 (€ 693,5) τις ελπίδες αναπτερώνουν οι προσωρινές ενδείξεις του 2021 σύμφωνα με τις οποίες την περίοδο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου η μέση δαπάνη ανά ταξίδι των ξένων επισκεπτών έφτασε τα 720,3 ευρώ.
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την πρόσφατη σχετική μελέτη «Η μέση κατά κεφαλήν Δαπάνη των εισερχόμενων τουριστών στην Ελλάδα από το 2011 έως και το 2020» που διενήργησε και δημοσιοποίησε πρόσφατα το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ).
Αναλυτικότερα και σύμφωνα με την μελέτη η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη (ΜΚΔ) έχει μειωθεί τα τελευταία δέκα χρόνια στην Ελλάδα κατά € 55,0 παρουσιάζοντας ποσοστιαία μεταβολή της τάξης του -8,6% από το 2011 έως και το 2020. Η πτωτική αυτή πορεία εδράζεται αφενός στη μείωση της Μέσης Διάρκειας Παραμονής (ΜΔΠ) κατά 5,5% και αφετέρου στην μείωσης της Μέσης Δαπάνης ανά Διανυκτέρευσης (ΜΔΔ) κατά € -2,3 / -3,3%. Στα δύο παραπάνω βέβαια οδήγησε και το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε μια σημαντική μεταβολή του μείγματος αγορών των εισερχόμενων τουριστών με κύριο χαρακτηριστικό τη σημαντικά μεγαλύτερη αύξηση αυτών που προέρχονται από όμορες βαλκανικές χώρες και από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Κι αυτό γιατί οι εν λόγω τουρίστες έχουν χαμηλότερα εισοδήματα από ότι οι τουρίστες από τις παραδοσιακές αγορές της Ελλάδας (Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο κλπ) και κατ' επέκταση δαπανούν λιγότερα χρήματα κατά τις διακοπές τους.
Ωστόσο τα τελευταία πανδημικά χρόνια το κλίμα φάνηκε να αντιστρέφεται, με την Μέση Κατά Κεφαλή δαπάνη να καταγράφει αύξηση της τάξης του 12,5% (από € 519,6 το 2018 σε € 584,4 το 2020), και την Μέσης Διάρκειας Παραμονής (ΜΔΠ) να κινείται επίσης ανοδικά κατά +17,1%, φτάνοντας τις 8,7 διανυκτερεύσεις το 2020 από 7,4 διανυκτερεύσεις που ήταν το 2019. Η συνθήκη έδειξε να συνεχίζεται και το 2021 αφού σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του ταξιδιωτικού ισογυζίου για τους πρώτους έντεκα μήνες του έτους η μέση δαπάνη ανά ταξίδι κινήθηκε ανοδικά τους περισσότερους μήνες που τα σύνορα της χώρας ήταν ανοιχτά, φτάνοντας το εντεκάμηνο τα 720,3 ευρώ, και όντας αυξημένη κατά 22,6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020 και κατά 27% περίπου σε σχέση με την προπανδημική χρονιά του 2019.
Καθοριστική στην προαναφερθείσα αντιστροφή ήταν και πάλι η αλλαγή του μείγματος αγορών στην οποία οδήγησε η υγειονομική κρίση ωστόσο συνέβαλλαν και οι αλλαγές που έφερε στις συνήθειες των ταξιδιωτών η πανδημία. Να θυμίσουμε ότι αρχής γενομένης της πανδημίας παρατηρήθηκε αύξηση του μεριδίου των παραδοσιακών αγορών που έχουν υψηλότερη ταξιδιωτική δαπάνη έως και 4 φορές σε σύγκριση με τις οδικές αφίξεις και παράλληλη μείωση του μεριδίου των αγορών από τα Βαλκάνια και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Για την ακρίβεια οι παραδοσιακές αγορές μας - Γερμανία, Ην. Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία και Ολλανδία, εμφάνισαν αύξηση του μεριδίου τους από 36% το 2019 (40% ήταν το 2011) σε 50% το 2020 και από 46% σε 61% στις εισπράξεις αντίστοιχα. Αντίθετα, οι όμορες βαλκανικές αγορές, δηλαδή οι Βουλγαρία, Βόρεια Μακεδονία, Ρουμανία, Σερβία και Αλβανία, οι οποίες ως επί το πλείστον έρχονται στην Ελλάδα οδικώς, εμφάνισαν μείωση στα μερίδια τους: από 26% των αφίξεων το 2019 σε 19% το 2020 και από 9% των εισπράξεων το 2019 σε 7% το 2020.
Επιπλέον αρχής γενομένης της πανδημίας παρατηρήθηκε η τάση οι τουρίστες να παραμένουν για περισσότερο διάστημα σε έναν προορισμό αποφεύγοντας τις πολλαπλές μετακινήσεις κατά τις διακοπές τους. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι η Μέση Διάρκεια Παραμονής των τουριστών από την ζώνη του ευρώ, κινήθηκε ανοδικά κατά 18,9% το 2020 σε σχέση με το 2019 (10,5 διανυκτερεύσεις το 2020) εν αντιθέσει με την πτωτική πορεία που κατέγραφε από το 2016 έως και το 2019 (από 9,5 διανυκτερεύσεις το 2016 σε 8,8 διανυκτερεύσεις το 2019, πτώση -7%).
Η αύξηση της Μέσης Κατά Κεφαλή Δαπάνης ήταν και ο βασικότερος λόγος για τα καλά, δεδομένων των συνθηκών, αποτελέσματα που παρουσίασε ο τουριστικός κλάδος στη χώρα εν μέσω πανδημίας, όπου δέχτηκε και το ισχυρότερο πλήγμα της σύγχρονης ιστορίας του. Να θυμίσουμε ότι την πρώτη πανδημική χρονιά σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού η μείωση διεθνών αφίξεων έφτασε το -74% (απώλειες 1,08 δισ. διεθνών αφίξεων) ενώ οι απώλειες σε έσοδα από εξαγωγές υπολογίστηκαν στα $ 1,3 τρισ., 11 φορές περισσότερα από τις απώλειες που καταγράφηκαν κατά την διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2009. Στην περίπτωση της χώρας μας η μείωση των αφίξεων έφτασε το -76,5% (από 31.348 χιλ. το 2019 σε 7.375 χιλ.) μεταξύ 2019 και 2020, ενώ η μείωση των εισπράξεων ανήλθε στο -75,6% (από € 17.680 εκατ. σε € 4.310 εκατ.). Η συνθήκη έδειξε να βελτιώνεται ακόμα περισσότερο το 2021 όπου σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΤτΕ για το πρώτο εντεκάμηνο του έτους, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν κατά 144,6% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020, το ταξιδιωτικό ισοζύγιο παρουσίασε πλεόνασμα 9.470 εκατ. ευρώ ενώ η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση αυξήθηκε κατά 96,8% την περίοδο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2021 σε σχέση με την αντίστοιχη του 2020.