Μπορεί οι προβλέψεις και τα πρώτα στοιχεία να αναπτερώνουν τις ελπίδες για μια τουριστική χρονιά που θα προσεγγίσει τα μεγέθη του 2019, ωστόσο οι διπλές ταχύτητες με τις οποίες κινούνται οι προορισμοί παραμένουν ένα από τα βασικά ζητήματα του τουρισμού και φέτος. Το γεγονός επισφραγίζουν οι καλές επιδόσεις, ήδη από τον Απρίλιο, δημοφιλών νησιωτικών προορισμών και οι μέτριες, ως προς το ποσοστό αναπλήρωσης, επιδόσεις της πρωτεύουσας για τον ίδιο μήνα.
Οι επιδόσεις των αθηναϊκών ξενοδοχείων
Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την έρευνα «Overall performance of the Attica Hotel Industry” –YTD April 2022» που διενήργησε η GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής και Αργοσαρωνικού, το πρώτο τετράμηνο του έτους έκλεισε για τα ξενοδοχεία της Αθήνας με πτώση της τάξης του -33,6% στην Πληρότητα, με μείωση κατά 36,3% στο Έσοδο ανά Διαθέσιμο Δωμάτιο (RevPar) και με αρνητικό πρόσημο (-4,1%) και στην Μέση Τιμή Δωματίου.
Παρότι οι πληρότητες των καταλυμάτων έφτασαν τον Απρίλιο στο 65%, από 26,9% που ήταν τον πρώτο μήνα του έτους, διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο στο τετράμηνο στο 44,9%, αυξανόμενες κατά 199,5% σε σχέση με το 2021 - όπου τα περισσότερα ξενοδοχεία ήταν κλειστά - και παρουσιάζοντας υστέρηση της τάξης του 33,6% σε σχέση με την προπανδημική χρονιά του 2019. Ακόμα και στην περίπτωση του Απριλίου, όπου η αναπλήρωση ήταν μεγαλύτερη, η πληρότητα παρέμεινε κατά 19% χαμηλότερη σε σχέση με το 2019, όπου έφτανε το 80%.
Αντίστοιχα η Μέση Τιμή Δωματίου ανήλθε τον Απρίλιο στα 105,44 ευρώ, κινούμενη κατά 4,7% υψηλότερα από την μέση τιμή δωματίου της χρυσής χρονιάς του 2019 (100,74 ευρώ). Σε επίπεδο τετραμήνου όμως, συνέχισε να υστερεί κατά 4,1% από την προπανδημική χρονιά, εξαιτίας της χαμηλότερης μέσης τιμής δωματίου που παρατηρήθηκε τους τρεις πρώτους μήνες του έτους.
Όσο για το Έσοδο Ανά Δωμάτιο (RevPar) διαμορφώθηκε στο τετράμηνο στα 38,2 ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 391% σε σχέση με πέρυσι (σ.σ. όπου η χώρα ζούσε σε παρατεταμένο lockdown και πολλά καταλύματα επέλεξαν να παραμείνουν κλειστά) αλλά και πτώση της τάξης του 36,3% σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019, εξαιτίας και πάλι των χαμηλών επιδόσεων τους τρεις πρώτους μήνες του έτους.
Αντίστοιχες είναι και οι επιδόσεις που καταγράφει η «έρευνα-πάνελ» του ΞΕΕ/ΙΤΕΠ που διεξήχθη πανελλαδικά, σε ότι αφορά στην Αθήνα, όπου κατά το διάστημα Δεκεμβρίου 2021- Απριλίου 2022 η Μέση Πληρότητα δεν ξεπέρασε το 39% στα ανοιχτά ξενοδοχεία της Αττικής και το 36,7% στο σύνολο ξενοδοχείων της Αττικής. Η δε μέση τιμή δωματίου ήταν περί τα 77 ευρώ.
Η σύγκριση με νησιωτικούς προορισμού και άλλες ευρωπαϊκές πόλεις
Της δύο ταχύτητες με τις οποίες κινείται ο τουρισμός υπογραμμίζει η αντιπαραβολή των επιδόσεων των Αθηναϊκών ξενοδοχείων με τις επιδόσεις των δημοφιλών νησιωτικών προορισμών τον Απρίλιο. Αρκεί να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε πρόσφατα η Πρωτοβουλία Νοτίου Αιγαίου για τον Τουρισμό, ο πρώτος μήνας της σεζόν (Απρίλιος) έκλεισε με περισσότερους επισκέπτες από την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Συγκεκριμένα παρατηρήθηκε αύξηση της τάξης του 13,07% όσον αφορά τις διεθνείς απευθείας αφίξεις στα πέντε αεροδρόμια του Νοτίου Αιγαίου.
Η ανάκαμψη, με αργούς όμως ρυθμούς ,της πρωτεύουσας, καθιστά επιφυλακτικούς τους επιχειρηματίες και τους φορείς του κλάδου, ειδικά σε μια χρονιά όπου τα λειτουργικά κόστη έχουν εκτοξευθεί και οι αφίξεις θα μπορούσαν να επηρεαστούν δυνητικά κι από τις πληθωριστικές πιέσεις που συρρικνώνουν το εισόδημα των νοικοκυριών.
Την αγωνία δε, ενισχύει και η σύγκριση με τα στοιχεία των πόλεων -ανταγωνιστών της Αθήνας. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με την έρευνα «European Benchmark: Year to date April 2022», την περίοδο, Ιανουαρίου – Απριλίου 2022, όλες οι ανταγωνιστικές πόλεις της Μεσογείου (Ρώμη, Βαρκελώνη, Μαδρίτη και Κωνσταντινούπολη) κατέγραψαν υψηλότερα επίπεδα πληρότητας και τιμές δωματίων από την Αθήνα. Πιο συγκεκριμένα, η Ρώμη πέτυχε πληρότητα 47% και ADR € 149 αντίστοιχα, η Βαρκελώνη 55% και € 124, η Μαδρίτη 56% και € 116 και η Κωνσταντινούπολη πληρότητα 64% και ADR € 97 σε σύγκριση με την Αθήνα που είχε πληρότητα 45% και ADR € 85.
Συγκρατημένα αισιόδοξοι οι φορείς
«Οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις για την πορεία της φετινής καλοκαιρινής τουριστικής περιόδου μπορεί να είναι όντως θετικές, ωστόσο, θα πρέπει να παραμείνουμε συγκρατημένα αισιόδοξοι καθώς είναι πολύ νωρίς για συμπεράσματα που αφορούν στο φθινόπωρο και στον χειμώνα που είναι μπροστά μας: Οι προκρατήσεις είναι ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα, τα συνέδρια -τα οποία όπως έχουμε αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν αποτελούν βασικό μέρος των προσπαθειών για την επέκταση της τουριστικής περιόδου- δεν είναι ακόμα βέβαιο πως θα υλοποιηθούν, ενώ παράλληλα, η υπερπροσφορά κλινών κάθε είδους που 'ανοίγουν' και ανακοινώνονται σε καθημερινή βάση, δεν μπορεί παρά μόνο να μας ανησυχεί» επισημαίνει χαρακτηριστικά σε σχετική ανακοίνωσή της η ΕΞΑΑΑ.
«Τα ‘τύμπανα πολέμου’ που ακούγονται έως την Αθήνα ενισχύουν την αβεβαιότητα και οι συνθήκες ακρίβειας με τις απίστευτες αυξήσεις τιμών -όπως κατέδειξε ο χειμώνας του 2021- υπονομεύουν την επιβίωση επιχειρήσεων και ανθρώπων που ζουν από τον Τουρισμό. Ο Τουρισμός της χώρας, σαφώς θα δείξει για ακόμη μια φορά την ικανότητα του να επανακάμπτει και να οδηγεί 'το τραίνο της ανάπτυξης'. Τα ξενοδοχεία της Αθήνας όμως, δεν γνώρισαν το 2021 -όπως συνέβη στην πλειοψηφία των αστικών κέντρων της Ευρώπης-την απότομη ανάκαμψη των προορισμών διακοπών, οι οποίοι επωφελήθηκαν από την ανάγκη αλλά και την δυνατότητα που είχαν οι Ευρωπαίοι να ταξιδέψουν μετά από 15 μήνες εγκλεισμού. Η δε καθυστέρηση της ανάκαμψης των αγορών επαγγελματικών ταξιδιών, συνεδρίων και city breaks, ανάγκασαν τα ξενοδοχεία της Αθήνας να λειτουργήσουν με εξαιρετικά χαμηλές πληρότητες καθ' όλη την διάρκεια του χειμώνα και με εξαιρετικά αυξημένο κόστος λειτουργίας» συμπληρώνει.
«Σε στρατηγικό επίπεδο και βλέποντας 'πιο μακριά' από την απλή καταγραφή αφίξεων στο αεροδρόμιο της πρωτεύουσας, πολύ φοβούμαστε πως μετά από ένα καλοκαίρι που αναμένεται να κυλίσει θετικά από πλευράς αφίξεων - και αν δεν υπάρξουν άλλες εκπλήξεις όπως ελπίζουμε- θα βρεθούμε αντιμέτωποι με τον παλιό ‘κακό μας εαυτό’, όντας μια από τις ελάχιστες- αν όχι η μοναδική- ευρωπαϊκή πρωτεύουσα (όπως και χώρα) που: Δεν έχει ρυθμίσει τα θέματα της "οικονομίας διαμοιρασμού", δεν διαθέτει Μητροπολιτικό Συνεδριακό Κέντρο διεθνών προδιαγραφών και θα βαδίσει -με μόνα ‘εγγυημένα’- τον λογαριασμό της πανδημίας, το αυξημένο κόστος λειτουργίας και προμηθειών και την άνθιση της 'παραξενοδοχίας' (η οποία όπως γνωρίζουμε δεν υπόκειται σε υγειονομικούς κανονισμούς, σε κανόνες συνάθροισης κοινού, σε φορολογικές επιβαρύνσεις, σε ασφαλιστικές επιβαρύνσεις κ.ά.). Χρειάζονται πλέον γενναίες αποφάσεις, στρατηγικού χαρακτήρα, οι οποίες θα θέσουν τις πραγματικές βάσεις για μια υγιή και μακροπρόθεσμα σταθερή ανάπτυξη ενός βιώσιμου Τουρισμού για την πόλη μας» καταλήγει η σχετική ανακοίνωση.