Μια αδιαμφισβήτητα καλή χρονιά διανύει ο τουρισμός, τουλάχιστον από άποψη αφίξεων τουριστών και πληροτήτων των προορισμών. Από άποψη εσόδων, τα μηνύματα είναι αμφίσημα μετά και τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τον Ιούλιο, με φορείς του κλάδου να επισημαίνουν όμως ότι η «παρτίδα» δεν έχει κριθεί ακόμα και πως θα πρέπει να αναμένουμε και τα αποτελέσματα του Αυγούστου, αν όχι και του Σεπτεμβρίου, για να καταλήξουμε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα.
Να θυμίσουμε ότι η καλή πορεία του κλάδου που ξεκίνησε εφέτος νωρίτερα από άλλες χρονιές φάνηκε να διαταράσσεται τον δεύτερο, παραδοσιακά, πιο ισχυρό μήνα της χρονιάς. Ο λόγος ήταν η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 4,2% παρότι οι αφίξεις, όπως έδειξε η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση, παρουσίασαν αύξηση της τάξης του 4,1%. Σύμφωνα με την ΤτΕ βασικότερη αιτία για το εν λόγω αποτέλεσμα ήταν η μείωση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι, η οποία κινήθηκε πτωτικά κατά 9,1%. Πορεία που είχε διαφανεί ήδη από τον Ιούνιο όπου η μέση δαπάνη ανά ταξίδι άρχισε να φθίνει κατά 1,4%.
Οι αιτίες της πτώσης του Ιουλίου
Ακόμα και αυτή η πτώση δεν αιτιολογείται αποκλειστικά από το γεγονός ότι οι τουρίστες ξοδεύουν λιγότερα αλλά εδράζεται και στην άνοδο του οδικού τουρισμού, ο οποίος για πρώτη φορά μεταπανδημικά δείχνει εφέτος να ανακάμπτει αισθητά. Δεδομένου ότι οι τουρίστες που καταφθάνουν στην χώρα μας οδικώς ξοδεύουν παραδοσιακά λιγότερα σε σχέση με όσους ταξιδεύουν από αέρος, καθώς ο αριθμός του αυξάνει η μέση δαπάνη φθίνει.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, όπως επισημαίνουν και φορείς του κλάδου, μετά το revenge travel που παρατηρήθηκε τα πρώτα μεταπανδημικά έτη, η μέση δαπάνη μειώνεται ξανά πανευρωπαϊκά, επιστρέφοντας στα αναμενόμενα λόγω πληθωριστικών πιέσεων επίπεδα. Παράλληλα βέβαια μειώνεται και ο χρόνος παραμονής των τουριστών σε κάθε προορισμό, γεγονός που επιδρά εξίσου καθοριστικά στη μέση δαπάνη. Είναι ενδεικτικό ότι τα ταξίδια που πραγματοποιούν οι επισκέπτες το 2024 είναι περισσότερα αλλά ο μέσος όρος των διανυκτερεύσεων έχει πέσει από 6,5 σε 5,5 νύχτες την τρέχουσα χρονιά.
Τέλος μένει να επιβεβαιωθεί, αν οι ενδείξεις ότι οι τουρίστες στρέφονται στα άκρα της σεζόν, όπου αποφεύγονται τυχόν ακραίες καιρικές συνθήκες, επιτυγχάνονται καλύτερες προσφορές και δεν έρχονται αντιμέτωποι με φαινόμενα συνωστισμού, μετατρέπονται σε κυρίαρχη τάση. Αν κάτι τέτοιο ισχύσει, τότε η δυναμική του Ιουλίου και του Αυγούστου θα μειωθεί μεν αλλά η δυναμική του κλάδου συνολικά δεν θα επηρεαστεί καθώς θα αντισταθμιστεί από άλλους μήνες.
Η τάση των off season ταξιδιών
Στην περίπτωση της χώρας τα μέχρι τώρα στοιχεία μαρτυρούν ότι κάτι τέτοιο ισχύει. Αρκεί να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, τον Φεβρουάριο που θεωρείται νεκρός μήνας η επιβατική κίνηση αυξήθηκε κατά 18,4% ενώ και τον Μάρτιο τον Απρίλιο και τον Μάιο σημείωσε άνοδο της τάξης του 20,1%, 16,2% και 18,6% αντίστοιχα. Ποσοστό πολύ υψηλότερο από την άνοδο που παρατηρήθηκε τον Ιούνιο, τον Ιούλιο και και τον Αύγουστο (12,9%, 9,3% και 10,5%). Αντίστοιχα φάνηκε να κινούνται και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις οι οποίες τον Φεβρουάριο παρουσίασαν άνοδο 22,2% (291,4 εκατ ευρώ), τον Μάρτιο αύξηση κατά 34,2% και τον Απρίλιο και τον Μάιο ενισχύθηκαν κατά 15,9% και 6,8 αντίστοιχα.
Η πορεία του Αυγούστου
Αυτός είναι και ο λόγος που παράγοντες και φορείς του κλάδου επισημαίνουν ότι οι μέχρι τώρα ενδείξεις δεν μπορούν να οδηγήσουν σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα. «Θα πρέπει να δούμε συνολικά την πορεία των εσόδων κατά το τρίτο τρίμηνο, που είναι και το πιο σημαντικό της σεζόν από πλευράς εισπράξεων, για να αξιολογήσουμε εάν η πτώση που σημειώθηκε τον Ιούλιο είναι παροδική» επεσήμανε πρόσφατα ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης σε συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε για την πρωτοβουλία METRON Sustainable Tourism.
Και πράγματι οι πρώιμες ενδείξεις του Αυγούστου δείχνουν ότι κινήθηκε αρκούντως ικανοποιητικά. Από άποψη επιβατικής κίνησης στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, που αποτελεί και το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, καταγράφηκε αύξηση 10,5% υψηλότερη από τον Ιούλιο, ενώ και στα περιφερειακά αεροδρόμια η αύξηση έφτασε το 6,1%. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ δε, οι αεροπορικές αφίξεις τον καλύτερο μήνα της χρονιάς παρουσίασαν αύξηση 7,4% έναντι του αντίστοιχου μήνα του 2023, ενώ κατά 14,5% αυξήθηκαν και οι οδικές αφίξεις τον ίδιο μήνα.
Όσο για την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2024, καταγράφηκαν 18,9 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, ξεπερνώντας τα επίπεδα του Ιανουαρίου-Αυγούστου 2023 (17,5 εκατ.), παρουσιάζοντας αύξηση κατά +8,0%+, ήτοι 1,4 εκατ. περισσότερες αφίξεις.
Ακόμα και το αρνητικό πρόσημο που σημειώθηκε στη μέση πληρότητα του Αυγούστου και του Ιουλίου στην περίπτωση της πρωτεύουσας - τον Αύγουστο η πληρότητα έκλεισε στο 79,8% εμφανίζοντας πτώση της τάξης του (-) 2,1% ενώ και τον Ιούλιο και τον Μάιο είχε παρατηρηθεί ένα -1,9% κι ένα -2,7% - δείχνει να αντισταθμίζεται από τις επιδόσεις των μηνών εκτός αιχμής.
Οι εκτιμήσεις για την συνέχεια
Καθοριστική για τον τελικό «λογαριασμό» του τουρισμού θα είναι και η συνέχεια, η πορεία δηλαδή των φθινοπωρινών μηνών, οι οποίοι παρουσιάζουν αξιοσημείωτες επιδόσεις τα μεταπανδημικά χρόνια. Υπό αυτό το πρίσμα, οι μέχρι τώρα ενδείξεις δεν εμφανίζουν έντονα ανησυχητικά σημάδια. Σύμφωνα με το Airdata Tracker του INSETE Intelligence, oι διαθέσιμες αεροπορικές θέσεις σε πτήσεις προς τη χώρα μας για τον Σεπτέμβριο αποτελούν το 16% του συνόλου της χρονιάς, όταν το ποσοστό του Ιουνίου έφτανε το 15,6%. Φαίνεται δε να παρουσιάζουν μέχρι τώρα άνοδο της τάξης του 7,5% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023.