Οι αδικημένες των αγορών ευρωπαϊκές τράπεζες, τα buybacks και το «κρυφό» re-rating των ελληνικών τραπεζών

Ανδρέας Βελισσάριος
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Οι αδικημένες των αγορών ευρωπαϊκές τράπεζες, τα buybacks και το «κρυφό» re-rating των ελληνικών τραπεζών
Παρότι οι ευρωπαϊκές αγορές συνεχίζουν σε ένα υψηλό τέμπο, σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, υπάρχουν κλάδοι που συνεχίζουν να διαπραγματεύονται σε άκρως ελκυστικά και φθηνά επίπεδα αποτιμήσεων και ένας εξ αυτών είναι και ο τραπεζικός. Οι πλούσιες χρηματικές διανομές και τα buybacks. Το «κρυφό» re - rating για τις τέσσερις συστημικές μέσω... Ευρώπης. Τι δηλώσουν στο insider.gr Eurobank Equities και Jefferies.

Παρότι οι ευρωπαϊκές αγορές συνεχίζουν σε ένα υψηλό τέμπο, σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, υπάρχουν κλάδοι που συνεχίζουν να διαπραγματεύονται σε άκρως ελκυστικά και φθηνά επίπεδα αποτιμήσεων και ένας εξ αυτών είναι και ο τραπεζικός. Τα ισχυρά επίπεδα κερδοφορίας αλλά και οι γαλαντόμες κινήσεις επιβράβευσης των μετόχων (μέσω διανομών και προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων) δεν έχουν συγκινήσει ιδιαίτερα την πλειονότητα της επενδυτικής κοινότητας, ώστε να οδηγήσουν σε ένα σημαντικό re - rating του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου.

Όπως αποτυπώνεται, υπάρχουν ακόμη κάποιες αμφιβολίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του δείκτη αποδοτικότητας ενσώματων κεφαλαίων, ROTE, και των συνακόλουθων υψηλών ανταμοιβών των μετόχων. Συνεπώς, εάν οι τράπεζες καταφέρουν να διατηρήσουν την υψηλή κερδοφορία τους και τη θετική ανταποδοτική κίνηση προς τους μετόχους, θα περάσουν το «τεστ ωρίμανσης», επιβάλλοντας έτσι, υψηλότερα επίπεδα αποτιμήσεων.

Μέχρι στιγμής οι ευρωπαϊκές τράπεζες διαπραγματεύεται σε χαμηλά επίπεδα αποτιμήσεων, ήτοι με P/E στο 6,9x περίπου για το 2024 (δείκτη P/TBVB στο 0,9x για ROTE 12% το 2024 - 2025), διαθέτοντας σημαντικά προγράμματα ανταμοιβής των μετόχων (απόδοση 10% περίπου ετησίως κατά μέσο όρο), με την κερδοφορία του κλάδου να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα (το consensus αναμένει ότι τα κέρδη προ φόρων θα παραμείνουν κάπως σταθερά το 2025 με περαιτέρω ενίσχυση το 2026).

Όπως αναφέρει στο insider.gr ο Ανδρέας Σουβλερός, αναλυτής της Eurobank Equities, αρμόδιος για τον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό κλάδο «οι ευρωπαϊκές τράπεζες εισέρχονται στο 2024 με ισχυρή κερδοφορία, όπως φαίνεται από τις συναινετικές εκτιμήσεις για απόδοση ιδίων κεφαλαίων κοντά στο 12%, και με κεφαλαιακή επάρκεια CET1 στο 14,5% - τα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας. Αυτή η κατάσταση οφείλεται στα αυξημένα έσοδα λόγω των υψηλότερων επιτοκίων νομισματικής πολιτικής, καθώς και στο συγκρατημένο κόστος προβλέψεων για δάνεια που παραμένει κάτω από τα συνηθισμένα επίπεδα. Ωστόσο, αυτό το θετικό σενάριο δεν φαίνεται να έχει πλήρως αποτυπωθεί στην αγορά. Ο κλάδος βρίσκεται σε επίπεδα χαμηλά 15ετίας, με τις τράπεζες να διαπραγματεύονται σε 6 φορές τα κέρδη του 2024 και με κόστος ιδίων κεφαλαίων πάνω από 16% για το 2024».

Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό οφείλεται στις ανησυχίες για την πίεση στα έσοδα από τόκους λόγω της κορύφωσης των επιτοκίων, την απαίτηση των καταθετών για μεγαλύτερη μετακύλιση των αυξήσεων στις καταθέσεις, και τον φόβο για αύξηση των προβλέψεων για δάνεια. Προστίθενται επίσης τα γεωπολιτικά ρίσκα και η ισχνή οικονομική ανάκαμψη, που περιπλέκουν περαιτέρω το σκηνικό. Ωστόσο, πιστεύουμε σε μια επικείμενη αλλαγή, καθώς παρατηρούμε βελτιώσεις στον δείκτη PMI. Ιστορικά, ο δείκτης αυτός έχει δείξει να συσχετίζεται άμεσα με τις αποτιμήσεις των τραπεζών, και η ανάκαμψή του έχει οδηγήσει σε αναβαθμολόγηση (re - rating) του κλάδου. Η εμφανής βελτίωση στα θεμελιώδη δεδομένα των τραπεζών, συνδυαζόμενη με την ανάκαμψη του δείκτη PMI, θα μπορούσε να ενισχύσει την επενδυτική εμπιστοσύνη και να αναζωογονήσει περαιτέρω το ενδιαφέρον για τον τραπεζικό κλάδο.

Παράλληλα, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες αγοράζουν, κατά μέσο όρο, το 6% του μέσου ημερήσιου όγκου συναλλαγών και σύμφωνα με αναλυτές, θα συνεχίσουν να στηρίζονται από τα προγράμματα επαναγοράς ιδίων για ένα χρονικά διάστημα που κατ' ελάχιστον φτάνει τους τέσσερις μήνες, ενώ αναμένονται και νέα προγράμματα από τις Société Générale, ING, UniCredit και Intesa Sanpaolo αργότερα φέτος.

«Αν και τα προγράμματα επαναγοράς ιδίων δεν αποτελούν το βασικό μοχλό των αποδόσεων του κλάδου, ωστόσο συνεχίζουν να αποτελούν μια αναμφισβήτητη πηγή στήριξης των τιμών των μετοχών. Από το 2022, οι επαναγορές ιδίων αποτελούν ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των διοικήσεων των τραπεζών, στην προσπάθεια να ενισχύσουν τη γραμμή των EPS (κέρδη ανά μετοχή) τους», όπως επισημαίνει ο Joseph Dickerson, αναλυτής της Jefferies, υπεύθυνος για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.

«Μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών που καλύπτουμε, 15 εξ αυτών (BNP Paribas, Deutsche Bank, ABN Amro, KBC, CaixaBank, Banco Santander, Banco Bilbao Vizcaya Argentaria, Unicaja Banco, NatWest, HSBC, Standard Chartered, Lloyds, Barclays, Skandinaviska Enskilda και η Danske Bank) «τρέχουν» προγράμματα επαναγοράς ιδίων. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, τα buybacks πλησιάζουν προς την ολοκλήρωσή τους στις KBC (59%) και HSBC (42%) και σε ποσοστό χαμηλότερου του 30% ολοκληρώθηκαν σε BNP Paribas (27%), NatWest (24%), Banco Santander (22%), Deutsche Bank (17%), Barclays (14%), Lloyds (11%), Danske (10%) και Unicaja Banco (2%). Παράλληλα, η Skandinaviska Enskilda ολοκλήρωσε ένα πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων ύψους 1,75 δισ. κορώνων νωρίτερα αυτή την εβδομάδα και μόλις ξεκίνησε ένα νέο, ύψους 2 δισ. στις 20 Μαρτίου», αναφέρει η Jefferies.

Ο εναπομείναν όγκος των buybacks προς αγορά αντιπροσωπεύει ένα επίπεδο άνω του 3% σε επίπεδο κεφαλαιοποίησης για τις Lloyds, Unicaja Banco και τη Barclays. Οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν πως με τον ρυθμό που «τρέχουν» τα προγράμματα, τα τρέχοντα buybacks θα διαρκέσουν κατά μέσο όρο για τέσσερις μήνες (για τις τράπεζες που καλύπτουν), για τις Unicaja Banco, Danske Bank και Lloyds ξεπερνούν τις 150 ημέρες διαπραγμάτευσης ενώ για τις Standard Chartered, BNP, HSBC, Banco Bilbao Vizcaya Argentaria δε ξεπερνούν τις 30 ημέρες διαπραγμάτευσης.

Από την άλλη, σε επίπεδο αποδόσεων των μετοχών των ευρωπαϊκών τραπεζών υπήρξαν και διαφοροποιήσεις που ξεπερνούν τα όρια των buybacks. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες που εκτελούσαν πρόγραμμα επαναγοράς ιδίων ευθυγραμμίζονταν με τον Stoxx Banks, από την έναρξη αυτών, με τις Banco Bilbao Vizcaya Argentaria, BNP Paribas, CaixaBank, Unicaja Banco, Banco Santander και Deutsche Bank να υπεραποδίδουν σημαντικά.

Παράλληλα, οι αναλυτές της Jefferies αναμένουν την εκκίνηση νέων buybacks το αμέσως προσεχές διάστημα από τη Société Générale (μετά την επικείμενη ετήσια Γενική Συνέλευση - υπόκειται στην έγκριση του SSM), την ING (αναβάθμιση του πλαισίου διανομής με τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2024), τη UniCredit (ο δεύτερος γύρος του προγράμματος επαναγοράς ιδίων θα διαρκέσει από το δεύτερο τρίμηνο έως και τα τέλη του 2024) και την Intesa Sanpaolo (1,7 δισ. ευρώ από τον Ιούνιο του 2024).

Ο αμερικανικός οίκος εκτιμά ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες και υπάρχει ορατότητα σε ότι αφορά το ρυθμιστικό περιβάλλον, κάτι που σημαίνει ότι η δυναμική επιστροφής κεφαλαίου είναι δομικά ισχυρότερη από ό,τι ήταν στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και υπό αυτό το πρίσμα, αναμένεται να κινηθούν καλύτερα οι τράπεζες που διαθέτουν ή ακόμη και μεγενθύνουν το πλεόνασμα κεφαλαίου τους, «εδραιώνοντας» τη θέση τους μέσω ενός υψηλού ROTE, ώστε να διασφαλίσουν μια τακτική και υψηλή απόδοση κεφαλαίου (όπως είναι για παράδειγμα οι UniCredit, ING, BNP Paribas, KBC, HSBC και Standard Chartered).

Το «κρυφό» re - rating για τις τέσσερις συστημικές μέσω... Ευρώπης

Πέραν ωστόσο των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένεται να επανέλθουν μετά από 16 ολόκληρα χρόνια στις διανομές μερισμάτων και σε δεύτερο χρόνο και στα προγράμματα επαναγοράς ιδίων. Η Eurobank στοχεύει να διανείμει μέρισμα 0,09 ευρώ ανά μετοχή, η Εθνική Τράπεζα 0,36 ευρώ, η Alpha Bank 0,05 ευρώ, η Τράπεζα Πειραιώς 0,06 ευρώ και η Optima 0,44 ευρώ, κάτι που συνεπάγεται μια μεικτή μερισματική απόδοση της τάξεως του 4,8%.

Βέβαια, οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με δείκτη P/E για φέτος στο 5,93x, δηλαδή με discount 26% έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών και με δείκτη P/TBV στο 0,78x, που συνεπάγεται επίσης ένα discount της τάξεως του 30%, προσεγγίζοντας παράλληλα ένα μέσο RoaTBV (απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων) της τάξεως του 13,5% για φέτος, υψηλότερα δηλαδή από τις ευρωπαϊκές τράπεζες.

Συνεπώς πέρα από το re - rating που υλοποιείται γύρω από τις ελληνικές τράπεζες λόγω των ισχυρών αποτελεσμάτων και των τριετές business plan που ανακοίνωσαν, αναμένεται να επωφεληθούν και από το πιθανό re - rating που ενδέχεται να υπάρξει στις ευρωπαϊκές τράπεζες. Όπως σχολιάζει στο insider.gr ο Alex Demetriou, αρμόδιος αναλυτής της Jefferies για τις ελληνικές τράπεζες «αν για ολόκληρο τον κλάδο υπάρξει ένα re - rating (όπως αναμένει ο οίκος), αυτό θα βοηθήσει περαιτέρω και τις ελληνικές τράπεζες, καθώς μια «ανερχόμενη παλίρροια ανυψώνει όλα τα σκάφη». Η έγκριση από τον SSM της διανομής μερισμάτων και η δυνατότητα που έχουν οι τέσσερις συστημικές να προχωρήσουν σε διανομές κεφαλαίων αναμένεται να αποτελέσει τον «καταλύτη» της περαιτέρω μείωσης του discount».

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Μετά την Εθνική έρχεται και η Πειραιώς να κάνει πιο τραπεζοκεντρικό το Χρηματιστήριο

Διψήφια τιμή στόχος από τη Jefferies για την Εθνική - Άνετη για payout 50% τα επόμενα χρόνια

Αυξάνει την τιμή στόχο για την Alpha Bank η Jefferies στα 2,55 ευρώ - «Καταλύτες» η τροχιά κερδοφορίας και τα μερίσματα

gazzetta
gazzetta reader insider insider