Την παρουσία της στα «πράσινα» ομόλογα έχει αρχίσει να εδραιώνει η ευρωπαϊκή αγορά από το 2020, όπως αναφέρει η Bank of America, αν και παραμένει σε ένα βαθμό μια αρκετά μικρή αγορά, σε σχετικούς όρους.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, οι εκδόσεις πράσινων ομολόγων από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις κάλυψαν μόλις το 0,5% των συνολικών εκδόσεων του 2020 και το 3% μέχρι τώρα για τη φετινή χρονιά. Έτσι αν και το ποσοστό των «πράσινων» εκδόσεων ενισχύεται δεν μπορεί ακόμη να συγκριθεί με τα μεγέθη της υπόλοιπης αγοράς. Ωστόσο, η BofA, εκτιμά πως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Φινλανδία, η Αυστρία και η Πορτογαλία είναι από τις κύριες αγορές που πρέπει να εισάγουν μια «πράσινη» εναλλακτική λύση στο πλαίσιο της εκδοτικής τους δραστηριότητα.
Τα ευρωπαϊκά «πράσινα» κρατικά ομόλογα έχουν καταγράψει κατά μέσο όρο περίπου 7 φορές υπερκάλυψη στο σκέλος των προσφορών, κάτι που αποτελεί ένα ιστορικά υψηλό επίπεδο αξίας, αλλά χαμηλότερο από την κατά μέσο όρο ζήτηση που καταγράφεται στις υπόλοιπες εκδόσεις που προσεγγίζει τις 8 φορές. Όσον αφορά τη σύνθεση κατανομής των «πράσινων» ομολόγων έναντι των «μη πράσινων» κοινοπρακτικών στην ευρωπαϊκή αγορά, οι διαχειριστές κεφαλαίων, τα συνταξιοδοτικά και τα ασφαλιστικά ταμεία, είναι αυτά που κυριαρχούν στις προσφορές για τα πράσινα ομόλογα, έναντι των τραπεζών, των επίσημων ιδρυμάτων και των hedge funds.
Γεωγραφικά, σύμφωνα με την BofA, οι χώρες της Ευρωζώνης όπως η Γαλλία, η Γερμανία και άλλες συγκρίσιμες αγορές έχουν αρκετά μεγάλη συμμετοχή επενδυτών στις συναλλαγές «πράσινων» ομολόγων. Από την άλλη, οι πράσινες εκδόσεις στις ΗΠΑ, στην Ασία και σε κάποιο βαθμό στη Βρετανία, συγκεντρώνουν μικρότερο επενδυτικό ενδιαφέρον.
Παράλληλα, μεταξύ των κορυφαίων εκδοτών πράσινων ομολόγων στην ευρωπαϊκή αγορά, το premium των «πρασίνων» ομολόγων έναντι άλλων ομολόγων στην καμπύλη, τείνει να κινείται στο εύρος των 3-8 μ.β. Αυτό το premium φαίνεται συγκεντρωμένο στην περιοχή των ομολόγων διάρκειας 10-20 ετών με το σχετικό pricing να είναι ιδιαίτερα σταθερό στην περίπτωση της Γερμανίας, η οποία έχει μια διαφοροποιημένη στρατηγική έκδοσης.
Από τη μεριά της Βρετανίας, όπως επισημαίνει η BofA, και σύμφωνα με τους Gilt-edge Edges market makers (GEMMs) και τους επενδυτές υπάρχει μια αντίθεση ως προς τη διάρκεια των «πράσινων» ομολογιακών εκδόσεων, καθώς οι πρώτοι κινούνται σε μια χρονική διάρκεια 10 - 12 ετών, εκτιμώντας πως η λήξη αυτή θα προσελκύσει μια πιο ευρεία και διαφοροποιημένη επενδυτική βάση, τη στιγμή που οι επενδυτές φαίνεται να δείχνουν μια προτίμηση και για μεγαλύτερης διάρκειας που μπορεί να προσεγγίσει τα 25 - 30 έτη, λόγω του LDI (liability-driven investors) και των συνταξιοδοτικών ταμείων.
Η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι 6 από τα 9 κοινοπρακτικά green bonds που ξεκίνησαν από το 2017 ήταν διάρκειας 20 ετών+, με τους αναλυτές της BofA να μην διαφωνούν με αυτούς που ζητούν περαιτέρω κινήσεις στην περιοχή των 10 ετών.