Ελληνικά ομόλογα ύψους 29,397 δισ. ευρώ έχει αγοράσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από την έναρξη του έκτακτου προγράμματος PEPP τον Μάρτιο του 2020, κατέχοντας περίπου το 45,72% των ομολόγων αναφοράς που είναι σε κυκλοφορία ύψους 64,29 δισ. ευρώ, ενώ υπερκαλύπτει σαφώς και την εκδοτική δραστηριότητα του ΟΔΔΗΧ, που μέχρι στιγμής για φέτος έχει αντλήσει 11,5 δισ. ευρώ από τρεις εκδόσεις (30ετές, 10ετές, 5ετές) και την επανέκδοση του 10ετούς.
Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΚΤ, στο διάστημα Ιουνίου - Ιουλίου, οι αγορές των ελληνικών ομολόγων έφτασαν τα 3,716 δισ. ευρώ, διατηρώντας τον υψηλό ρυθμό, καθώς και στο δίμηνο Απριλίου - Μαΐου οι αγορές από την ΕΚΤ κυμάνθηκαν σε ανάλογα επίπεδα, ήτοι στα 3,744 δισ. ευρώ. Οι συνολικές αγορές τίτλων διαμορφώθηκαν πλέον στα 1,263 τρισ. ευρώ, από τα 1,85 τρισ. ευρώ (87,557 δισ. ευρώ αγορές ομολόγων σε μηνιαία βάση).
Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί πως από την έναρξη του έκτακτου προγράμματος, ο ΟΔΔΗΧ έχει αντλήσει από τις αγορές (μέσω των ομολογιακών εκδόσεων) 21 δισ. ευρώ, με την ΕΚΤ να υπερκαλύπτει κατά 1,4 την εκδοτική δραστηριότητα της χώρας (8,39 δισ. ευρώ μεγαλύτερο όγκο αγορών ελληνικών ομολόγων από τις εκδόσεις του ΟΔΔΗΧ), ενώ και ο καθαρός τζίρος στην ΗΔΑΤ είναι ιδιαίτερα περιορισμένος από τη μεριά των επενδυτών (περί τα 9,1 δισ. ευρώ καθώς ο συνολικός τζίρος φτάνει τα 38,5 δισ. ευρώ εκ των οποίων η ΕΚΤ έχει αγοράσει και «παρκάρει» 29,397 δισ. ευρώ) για το διάστημα από την έναρξη του PEPP μέχρι και σήμερα.
Η προοπτική της «γέφυρας»
Από τον Σεπτέμβριο λοιπόν, βλέποντας δυνητικά μέχρι και τον Δεκέμβριο, το «στρατηγείο» της Φρανκφούρτης καλείται να αναδιαμορφώσει το βασικό πυλώνα αγοράς ομολόγων PEPP, καθοδηγούμενο σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της πανδημίας και της μετάλλαξης Δέλτα, χωρίς ωστόσο να αφήνει στην άκρη πιθανές αλλαγές και στο πρόγραμμα APP (σταθερό πρόγραμμα αγοράς assets). Στόχος φυσικά της ΕΚΤ, είναι να υπάρξει μια «γέφυρα μετάβασης» προς την κανονικότητα, χωρίς να προκληθεί αστάθεια και ισχυροί κλυδωνισμοί στις αγορές ομολόγων, ιδιαίτερα στις ευάλωτες αγορές του Νότου.
Έτσι, στην πρώτη γραμμή τίθεται η πιθανή επέκταση του PEPP κατά ένα μικρό χρονικό διάστημα πέρα από το Μάρτιο του 2022 (με τις επανεπενδύσεις στις λήξεις να οριοθετούνται για τουλάχιστον έως το τέλος του 2023), χωρίς ωστόσο να μπαίνει με σαφήνεια κάποιο χρονικό ορόσημο. Η κίνηση αυτή θα διατηρήσει το ευνοϊκό καθεστώς στα ελληνικά ομόλογα, με τη χώρα να κυνηγά με ρεαλιστικούς όρους την επίτευξη του investment grade, έχοντας τη στήριξη των ευρωπαϊκών πόρων που θα εισρεύσουν στην οικονομία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ωστόσο το πλέγμα των κινήσεων της ΕΚΤ γίνεται ελάχιστα πιο σύνθετο εάν και εφόσον διατηρηθεί το υφιστάμενο πλαίσιο του PEPP (ευελιξία, ρυθμός αγορών, λήξη), καθώς θα οδηγηθεί σε αλλαγές στη σύνθεση του προγράμματος APP, ύψους 20 δισ. ευρώ μηνιαίως, στο οποίο η Ελλάδα δε συμπεριλαμβάνεται. Αναλυτές από ισχυρές ξένες τράπεζες επισήμαναν στο insider.gr πως η Ελλάδα θα βρίσκεται λογικά εντός της «γέφυρας» που θα «χτίσει» η ΕΚΤ και χωρίς να έχει επιτευχθεί ο στόχος της επενδυτικής βαθμίδας με τη λήξη του PEPP, με την τελευταία να διαμορφώσει νέες δικλείδες για τα ελληνικά ομόλογα. Συγκεκριμένα, θα μπορούσε να αυξήσει τα envelopes στο μόνιμο πρόγραμμα, θέτοντας και διαφορετικά κριτήρια (π.χ περιβαλλοντικά, ESG, «πράσινα» ομόλογα) και προσθέτοντας ένα ποσό αγορών της τάξεως των 40 δισ. ευρώ, αποδεχόμενη και τα ελληνικά ομόλογα. Φυσικά, το ζήτημα του waiver είναι «at will» από την πλευρά της Φρανκφούρτης, κάτι που αποτυπώθηκε άλλωστε και στο ζήτημα του PEPP που με βάση τις πρωτόγνωρες συνθήκες της πανδημίας, συμπεριλήφθησαν και τα ελληνικά ομόλογα.
Παρ'όλα αυτά, ακόμη και αν η ΕΚΤ δεν κινηθεί σε μία εκ των δύο κατευθύνσεων, έμμεσα τα ελληνικά ομόλογα θα επωφεληθούν καθώς θα συγκεντρώσουν το ενδιαφέρον επενδυτών από άλλες αγορές κρατικών ομολόγων, κάτι που θα ενισχύσει τη ζήτηση για αυτά, τη στιγμή που μια πτώση των τιμών των ελληνικών ομολόγων, χωρίς να υπάρχει ο φόβος για ακραίες μεταβολές, είναι κάτι αναμενόμενο από τη στιγμή που ενισχύεται το bund.