Τη σιγή των Standard & Poor's και Moody's αναφορικά με τα rating actions της ελληνικής οικονομίας ήρθε να «σπάσει» αργά την Παρασκευή η Fitch, στέλνοντας ένα πρώτο «σήμα» για το πως θα κινηθεί τη φετινή χρονιά. Ο αμερικανικός οίκος προχώρησε στην αναβάθμιση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας από σταθερές σε θετικές, διατηρώντας από την άλλη το ελληνικό αξιόχρεο στην βαθμίδα «ΒΒ», ήτοι δύο «σκαλοπάτια» μακριά από το investment grade.
Όπως επισήμανε, η αναθεώρηση του outlook στηρίζεται στους παράγοντες της ισχυρής αναπτυξιακής δυναμικής της ελληνικής οικονομίας και της υποχώρησης του δημοσιονομικού ελλείμματος που θα στηρίξουν μια ταχύτερη από την αναμενόμενη μείωση του δημοσίου χρέους, στη βάση του χαμηλού τρέχοντος και αναμενόμενου κόστους δανεισμού. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν καταγράψει σημαντική πρόοδο στη βελτίωση της ποιότητας των assets, μειώνοντας τάχιστα το επίπεδο NPLs του κλάδου και ενισχύοντας την ικανότητά τους να παρέχουν μια πιστωτική επέκταση στην πραγματική οικονομία.
Η Fitch ωστόσο αναφέρθηκε και στις πηγές αβεβαιοτήτων και κινδύνων που ελλοχεύουν (σε βραχυπρόθεσμη βάση τουλάχιστον) στο δρόμο προς την επενδυτική βαθμίδα, και δεν είναι άλλοι από την πιθανή επιβάρυνση της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της μετάλλαξης «Όμικρον» και των μέτρων που τη συνοδεύουν, αλλά και από μια ενδεχόμενη καθυστέρηση στην υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων που εντάσσονται στο εθνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Αυτός λοιπόν είναι ο «οδικός χάρτης» που διαμόρφωσε η Fitch, αλλά και που θα ξεδιπλώσουν με τη σειρά τους και οι υπόλοιποι οίκοι αξιολόγησης, με τη Moody's να ακολουθεί γενικότερα σε μια πιο αργοκίνητη φάση.
Χρηματιστηριακά, τα νέα δεδομένα από τη Fitch αναμένεται να περάσουν και να ερμηνευθούν από την αρχή της εβδομάδας, καθώς η «αντίδραση ελατηρίου» και η ετεροχρονισμένη αφύπνιση που υπήρξε από τις αρχές του τρέχοντος έτους δεν προεξοφλούσε και δεν οφείλονταν στο «play» μιας πιθανής αναβάθμισης από την πρώτη αξιολόγηση για το νέο έτος, φανερώνοντας ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον στη βάση i) των υψηλών discount του τραπεζικού κλάδου αλλά και άλλων σε σύγκριση με τους ευρωπαϊκούς που ανέβασαν ένταση συμπαρασύροντας και τους εγχώριους τίτλους, ii) στην «αναθέρμανση» του ενδιαφέροντος με φόντο τις εισροές από το Ταμείο Ανάκαμψης, iii) στην ολοκλήρωση ενός μεγάλου μέρους άντλησης κεφαλαίων μέσω ΑΜΚ και ομολογιακών εκδόσεων το 2021 ξεδιαλύνοντας έτσι το τοπίο, και iv) στις ολοένα και ισχυρότερες προοπτικές που ανοίγονται για το εγχώριο real estate.
Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν δεν αναμένεται να αποτιμηθεί περισσότερο και αρνητικά η διατήρηση του ελληνικού αξιόχρεου στο «BB», αλλά να παιχτεί η αναβάθμιση του outlook, καθώς ότι θετικό απορρέει πλέον από τους οίκους αξιολόγησης με φόντο το «investment grade» θα περνάει στην εγχώρια αγορά. Αξίζει να τονιστεί πως η JP Morgan, ένας εκ των βασικών αναδόχων στις ομολογιακές εκδόσεις του Ελληνικού Δημοσίου, αναμένει πως η Ελλάδα θα περάσει το κατώφλι της επενδυτικής βαθμίδας στα τέλη του 2022 ή στις αρχές του 2023.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ανοδική διαφυγή από την κατηγορία του non investment grade θα ενεργοποιήσει ευρύτερα ισχυρά ξένα χαρτοφυλάκια και active (σε μεγαλύτερο βαθμό) - passive funds (μέσω της ενίσχυσης της παρουσίας στο δείκτη MSCI Greece Standard) να τοποθετήσουν ένα τμήμα των κεφαλαίων τους στην χρηματιστηριακή αγορά, που με τα τρέχοντα δεδομένα και τη ρηχότητα αυτής θα σημάνει μια δραστική αλλαγή σε αξίες, όγκους, ρευστότητα και φυσικά στην πορεία των εισηγμένων με μεγαλύτερη ενίσχυση και προβολή των business plan τους προς τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Σε αυτό συμβάλει και η ολοένα και μεγαλύτερη παρουσία των ξένων επενδυτικών οίκων που ενισχύουν το επενδυτικό «story» τόσο για την ελληνική οικονομία, όσο και για ένα τμήμα εισηγμένων και ιδιαίτερα των τραπεζών. Ενδεικτικό είναι πως η HSBC έθεσε υψηλά τον πήχη για την οικονομία και τις τράπεζες, όπως και η JP Morgan, με τη BofA να τοποθετεί στα top picks του τραπεζικού κλάδου για τη φετινή χρονιά τις Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Alpha Bank, και τη Goldman Sachs να εμφανίζεται «ταύρος» για τις προοπτικές των δύο διυλιστηρίων, ενώ αναμένεται και αυτή να αναθεωρήσει τις προοπτικές του τραπεζικού κλάδου και του Χρηματιστηρίου.
Πέραν αυτών, τα χαρτοφυλάκια αρχίζουν έστω και διστακτικά αρχίζουν να αποκωδικοποιούν περισσότερο και τα δεδομένα από την πολιτική σκηνή. Η Fitch Solutions, «βραχίονας» ανάλυσης του ομίλου Fitch, εκτίμησε ότι τα περιοριστικά μέτρα για την πανδημία θα επιφέρουν μια κόπωση και μια δυσαρέσκεια και θα επιμείνουν σε μεγάλο βαθμό τους επόμενους μήνες χωρίς να αποκλείει περαιτέρω αυστηροποίηση για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού. Ωστόσο, η βασική προσδοκία είναι ότι η κυβέρνηση θα αποφύγει τα αυστηρά lockdown του 2020 και των αρχών του 2021, και έτσι θα μετριαστεί η δημόσια αναταραχή και δεν θα εκτροχιαστεί η οικονομική ανάκαμψη. Παράλληλα, η Fitch Solutions αναμένει τη συνέχιση της υλοποίησης της κυβερνητικής ατζέντας, παραθέτοντας ως παραδείγματα τη διατήρηση της αναστολής της εισφοράς αλληλεγγύης για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από το 24% στο 22% και τη μείωση της φορολόγησης για τις επιχειρήσεις που προχωρούν σε συγχωνεύσεις και εξαγορές, ενώ παράλληλα υφίστανται και η στόχευση της δημοσιονομικής προσαρμογής τα επόμενα τρίμηνα. Πέραν αυτού, αναμένει και την επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας το 2023 προβάλλοντας ένα τόνο πολιτικής σταθερότητας.
Από την άλλη πλευρά, δε θα πρέπει να παραβλέπεται ο κίνδυνος μιας περαιτέρω διόρθωσης στη Wall Street τη στιγμή που η Fed σφίγγει «επιθετικότερα» το πλαίσιο νομισματικής πολιτικής, όπως επίσης και οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και η επίμονη ενεργειακή κρίση. Καθώς λοιπόν θα εξασθενεί αυτή η ξέφρενη πλημμύρα ρευστότητας στις αγορές μετοχών, που τις στήριξε σε όλο το φάσμα την τελευταία δεκαετία, οι επενδυτές μπορεί να αναγκαστούν να γίνουν πιο επιλεκτικοί στις τοποθετήσεις τους βάζοντας στο επίκεντρο εκ νέου τα θεμελιώδη μεγέθη και προκαλώντας μια ευρύτερη αναδιάταξη. Αυτοί οι παράγοντες αβεβαιότητας αποτελούν τα «χαρτιά» των πιο επιφυλακτικών της εγχώριας αγοράς. Κάτι ωστόσο που ανέδειξε και η τελευταία σοβαρή κίνηση του Χρηματιστηρίου ήταν πως κατάφερε να διαχωρίσει την πορεία του από τη διόρθωση των μεγάλων ξένων αγορών, στηριζόμενη ακριβώς στο ότι η χώρα βρίσκεται στην αρχή ενός ενάρετου κύκλου που θα οδηγήσει σε σημαντικό repricing των αξιών μεσοπρόθεσμα. Αν λοιπόν διατηρηθεί αυτή η συνθήκη, των υψηλότερων ζωνών άμυνας σε διορθώσεις των ξένων αγορών και η υπεραπόδοση ή ακόμη και ευθυγράμμιση με την ανοδική πορεία αυτών (σε αντίθεση με την εσωστρέφεια), μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρό «όπλο» στη φαρέτρα των long.
Τεχνικά, η σταθεροποίηση και το τρίτο κλείσιμο στην περιοχή των 950 μονάδων και άνω διατηρεί το «story» των 1.000 και των 1.150 μονάδων και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα με βάση την ισχυρή εικόνα που αρχίζει να παρουσιάζει πλέον η αγορά (αυξημένοι τζίροι) και τους καταλύτες που αρχίζουν να λειτουργούν και να επιδρούν σε αυτή. Στηρίξεις εντοπίζονται στις 934 και 900, με τους δύο ΚΜΟ 200 στις 895 και 875 μονάδες. Επιπλέον, στο ημερήσιο chart ο τεχνικός ταλαντωτής σχετικής ισχύος (RSI) έδωσε την Πέμπτη ένα σήμα διόρθωσης έχοντας εισέλθει σε υπεραγορασμένη ζώνη και υπό το δέλεαρ του profit taking καθώς αρκετοί τίτλοι αναρριχήθηκαν σε πολυετή υψηλά. Ωστόσο, έστω και αυτό το ήπιο pullback με διαφοροποιήση ανάμεσα σε τίτλους, διαμόρφωσε ενδιαφέροντα σημεία εισόδου για χαρτοφυλάκια που έχασαν την πρώτη φάση του «ράλι» και βλέποντας περισσότερο σε ένα μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα με συνέχεια στο stock picking.