Πιο «bearish» αρχίζουν να εμφανίζονται τα χαρτοφυλάκια, όπως αποτυπώνεται στην έρευνα που διενήργησε η Bank of America σε παγκόσμια κλίμακα για το χρονικό διάστημα 4 - 10 Φεβρουαρίου, ανάμεσα σε 314 διαχειριστές με συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια 1 τρισ. δολάρια.
Αυτό οφείλεται κυρίως στους φόβους γύρω από τις αυξήσεις των επιτοκίων και σε μια βραδύτερη ανάπτυξη, με το κλίμα και την ψυχολογία να είναι πιο «bearish» αλλά όχι σε ακραίο βαθμό, καθώς μόλις το 30% των χαρτοφυλακίων αναμένει το πέρασμα σε μια bear market το 2022, ενώ το 66% είναι αντίθετο.
Παράλληλα, τα ισχυρότερα χαρτοφυλάκια έχουν αυξήσει τη διακράτησή τους σε μετρητά στο 5,3% από το 5% που ήταν το Μάιο του 2020, με τις συνθήκες ρευστότητας στις αγορές να επιδεινώνονται, την «overweight» κατανομή στο σκέλος των μετοχών να υποχωρεί από το 55% στο 31% αλλά με την έκθεση στις αγορές ομολόγων να αποφεύγεται σε μεγάλο βαθμό (δείκτης BofA Bull & Bear στο 4,2). Οι διαχειριστές στράφηκαν εκτός του κλάδου τεχνολογίας με ένα καθαρό ποσοστό σε «underweight» στο -9%, ήτοι το χαμηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 2006, επιστρέφοντας ξανά στην ενέργεια.
Συγκεκριμένα, η καθαρή κατανομή στον κλάδο της ενέργειας αυξήθηκε στο 26%, το υψηλότερο από τον Μάρτιο του 2012, με καθαρή «overweight» θέση σε κυκλικούς κλάδους μετοχών (τράπεζες + ενέργεια + υλικά) στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί.
Οι θέσεις των χαρτοφυλακίων είναι πιο «bullish» στις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών (καθαρό ποσοστό 30%) και στις αναδυόμενες αγορές (11%), ενώ πιο «bearish» εμφανίζονται προς τη Wall Street (-15%). Ανάμεσα στους κλάδους, ξεχωρίζουν τις τράπεζες (40%), τα φαρμακευτικά προϊόντα (26%), την ενέργεια (26%) και τα υλικά (117%), ενώ αρνητική θέση έχουν για τα utilities (-28%) και τις τηλεπικοινωνίες (-9%).
Σύμφωνα με την έρευνα, το 40% των επενδυτών εκτιμά ότι οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών θα καταγράψουν τις υψηλότερες αποδόσεις το 2022, ενώ μόλις το 5% εκτιμά ότι τα 30ετή αμερικανικά κρατικά ομόλογα και τα τρίμηνα έντοκα θα έχουν καλύτερη απόδοση.
Τα πιο «crowded trades» του Φεβρουαρίου είναι long στις τεχνολογικές μετοχές (28%), short στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα (18%) long στο ESG (17%), long στα commodities (15%) και στο Bitcoin (10%).
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος απρόσμενων γεγονότων (tail risk) είναι οι «επιθετικές» αυξήσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες (41%), ο πληθωρισμός (23%), οι «φούσκες» στις αγορές (11%), μια παγκόσμια ύφεση (8%), μια σύγκρουση Ουκρανίας - Ρωσίας (7%), η πανδημία (4%) και ένα σκηνικό όπως η κατάρρευση του αμερικανικού hedge fund LTCM (3%).
Οι διαχειριστές εκτιμούν παράλληλα πως το «Fed put» (παρέμβαση της Fed για τον περιορισμό της πτώσης των αγορών) θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί στις 3.750 μονάδες για τον S&P 500, με ένα ποσοστό άνω του 20% να εκτιμά πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί στις 3.500 μονάδες.
Από την άλλη, το 37% των επενδυτών πιστεύει πως η βασική αιτία που θα οδηγήσει τον S&P 500 στις 5.000 μονάδες είναι «ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ να υποχωρήσει στο 3%», ενώ στη δεύτερη θέση τοποθετείται «ο μικρότερος από τον αναμενόμενο αριθμός αυξήσεων στα επιτόκια από τη Fed» και στην τρίτη τα «χαμηλότερα από το αναμενόμενο EPS των εταιρειών στον S&P 500».
Αναφορικά με την πορεία του πληθωρισμού, το 56% των διαχειριστών (καθαρό ποσοστό) εκτιμά πως θα κινηθεί χαμηλότερα, με το 39% να θεωρεί πως λαμβάνει πιο μόνιμα χαρακτηριστικά. Οι προσδοκίες για την παγκόσμια ανάπτυξη έχουν επιδεινωθεί (καθαρό ποσοστό -20% τον Φεβρουάριο) αλλά μόλις το 12% των διαχειριστών εκτιμά ότι θα υπάρξει μια ύφεση κατά τους επόμενους 12 μήνες.
Στο πολιτικό σκέλος, ο κίνδυνος «σάρωσης» των Ρεπουμπλικανών στις ενδιάμεσες εκλογές «εκτινάχθηκε» από το 35% στο 46%. Αυτό συγκρίνεται με τις πιθανότητες της OddsChecker που αναμένει στο 70% ένα Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο, ενώ μόλις το 7% αναμένει ένα Δημοκρατικό Κογκρέσο.
Φωτογραφία: Associated Press