Μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων αναφορικά με την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, των διεθνών αγορών και της εγχώριας αγοράς αναλύει, μιλώντας στο insider.gr ο Διευθύνων Σύμβουλος της Χρυσοχοΐδης Χρηματιστηριακής, Νίκος Χρυσοχοΐδης.
Ο έμπειρος χρηματιστής επισημαίνει τους κινδύνους που απορρέουν από τον πόλεμο στην Ουκρανία και διαχέονται μέσω διάφορων «καναλιών», ενισχύοντας περαιτέρω την «τροχιά» του πληθωρισμού. Παράλληλα, υπογραμμίζει τους παράγοντες που διατηρούν το αίσθημα επενδυτικής αισιοδοξίας για το έναυσμα μιας νέα ανοδικής κίνησης στο Χρηματιστήριο, ενώ παραθέτει και τις μετοχές που ξεχωρίζει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θέση του ως προς τις τραπεζικές μετοχές και την αποφυγή τους ως προς το core χαρτοφυλάκιο που θέτει.
- Ο πόλεμος στην Ουκρανία επανέφερε τα «σύννεφα» πάνω από τις αγορές μετοχών που είχαν ήδη να αντιμετωπίσουν ένα εύθραυστο περιβάλλον εν μέσω της σηματοδούμενης στροφής των κεντρικών τραπεζών και των επίμονα έντονων πληθωριστικών πιέσεων. Πιστεύετε πως είμαστε μπροστά σε μια υψηλότερη διόρθωση διεθνώς ή διατηρείτε μια πιο αισιόδοξη οπτική;
Δυστυχώς τα προβλήματα είναι μπροστά μας: αυξημένο ενεργειακό κόστος και αλυσιδωτά αυξημένο κόστος στις πρώτες ύλες και σε πλειάδα προϊόντων. Οι πληθωριστικές πιέσεις είναι ήδη φανερές, αλλάζοντας το μείγμα της νομισματικής πολιτικής και πιέζοντας ανοδικά τα επιτόκια, κάτι που προβληματίζει τις αγορές μετοχών. Άλλωστε οι αγορές των ΗΠΑ φλερτάρουν ήδη με ένα περιβάλλον inverted curve στα επιτόκια.
- Ποια είναι η στρατηγική και η διαχείριση που προτείνετε για τα χαρτοφυλάκια στο τρέχον περιβάλλον;
Στο τρέχον ρευστό περιβάλλον ενδείκνυται η αύξηση της ρευστότητας ταυτόχρονα με τη διακράτηση μετοχών αξίας και υψηλού μερίσματος. Αντίστοιχα, οι πληθωριστικές πιέσεις που αναμένεται να ενταθούν ευνοούν την επένδυση σε επιχειρήσεις που έχουν τη δυνατότητα μετακύλισης του αυξημένου κόστους τους στους πελάτες τους.
- Στο εγχώριο σκηνικό και στο Χρηματιστήριο μέχρι στιγμής για φέτος, έχουμε δει δύο εντελώς αντικρουόμενες φάσεις. Από την αισιοδοξία και την υπεραπόδοση, η εγχώρια αγορά πέρασε εκ νέου σε μια περιορισμένη φάση υποαπόδοσης, με χαμηλότερες «ζώνες» άμυνας. Πώς προβλέπετε να εξελίσσεται χρηματιστηριακά η φετινή χρονιά;
Διαφωνούμε ότι έχουμε περάσει σε υποαπόδοση. Το spread γερμανικών - ελληνικών ομολόγων παρουσίασε μία τελείως αναμενόμενη αύξηση λόγω της λήξης του προγράμματος PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρική Τράπεζας, ενώ κατέγραψε και ένα υψηλό κατά την πρώτη εβδομάδα της ρωσικής εισβολής. Πλέον το spread έχει υποχωρήσει και αποτυπώνει μία σταθερή (όχι διευρυνόμενη) διαφορά ρίσκου ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία. Οι αποδόσεις αυξάνονται αποτυπώνοντας κατά βάση τις πληθωριστικές πιέσεις. Αισιοδοξούμε ότι εντός της χρονιάς θα μπορούσε επαναληφθεί το φαινόμενο του Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου κατά το οποίο καταγράφηκε ένα ανοδικό «ράλι» σε αντίθεση με τις έξω κινήσεις.
- Εκτιμάτε πως η χώρα βρίσκεται στην αρχή ενός ενάρετου κύκλου στη βάση και των εισροών από το Ταμείο Ανάκαμψης που θα οδηγήσει σε σημαντικό re-pricing των αξιών μεσοπρόθεσμα. Τι μπορούμε να προσδοκούμε;
Το διατυπώνετε με ακρίβεια. Είμαστε στην αρχή ενός ενάρετου κύκλου ο οποίος διακόπηκε με την πανδημία. Σαφώς είναι σημαντικό να επανέλθουμε στην επενδυτική βαθμίδα, γεγονός που όμως έχει τεθεί ως στόχος για το 2023 και όχι πάντως μεσοπρόθεσμα.
- Ποια είναι τα upside risk που ελλοχεύουν για την ελληνική οικονομία (από τη διεθνή σκοπιά αλλά και των εσωτερικών ζητημάτων) αλλά και τα downside και ποια θεωρείτε πως υπερτερούν;
Ο πληθωρισμός και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος που τον συνοδεύει, καθώς και η ρωσική εισβολή (που τον επιταχύνει ακόμα περισσότερο) μειώνουν τις προβλέψεις για την ανάπτυξη. Στις αρχές του χρόνου το να περίμενε κανείς ανάπτυξη 4% το 2022 ήταν συντηρητικό. Τώρα το +3% είναι αυτό που ευχόμαστε. Upside risk θα χαρακτήριζα την ευρωπαϊκή ενοποίηση και την πορεία των τουριστικών εσόδων. Μετά το πρώτο ευρωπαϊκό ομόλογο του 2020, έχει ανοίξει μία συζήτηση για τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς στόχους που ίσως θα μας βοηθήσει. Ως downside risk θα χαρακτήριζα την πορεία προς ένα διαιρεμένο κόσμο με μείωση της κινητικότητας των επενδύσεων.
- Σε ποιους κλάδους και μετοχές πιστεύετε ότι θα πρέπει να εστιάσουν για φέτος οι επενδυτές στο Χρηματιστήριο;
Τον Δεκέμβριο παρουσιάσαμε ένα άρθρο στο οποίο υποδεικνύαμε τις μετοχές των Titan, ΟΠΑΠ, Coca Cola, ΟΤΕ, ως σημαντικά value «plays», την Tερνα Ενεργειακή και τη Mytilineos για έκθεση στην ενέργεια, την Εpsilon Net και την Profile για έκθεση στην τεχνολογία, τη Moτοδυναμική και τον Παπουτσάνη.
Ακόμα και για την περίπτωση της Coca Cola η οποία έχει ένα σημαντικό ποσοστό έκθεσης στην Ρωσία και την Ουκρανία, διατηρούμε μια στάση αναμονής για να επανέλθουμε σε δεύτερο χρόνο.
Ο ΟΠΑΠ και η Titan προσφέρουν σήμερα το μεγαλύτερο discount από τις δίκαιες τιμές αποτίμησης που υπολογίζουμε. Ο ΟΤΕ δείχνει σταθερότητα κατά τη διάρκεια της ρωσικής εισβολής και πιστεύουμε ότι έχει ακόμα ένα 10% περιθώριο ανόδου. Η Coca Cola η οποία έχει χάσει σημαντικό μέρος της αξίας της, ακόμα και στο χειρότερο σενάριο στο οποίο δεν καταφέρνει για την επόμενη πενταετία να έχει έσοδα από τη Ρωσία και την Ουκρανία, η δίκαιη τιμή που υπολογίζουμε είναι στα 25,50 ευρώ, ήτοι +30% από τα τωρινά επίπεδα.
Η Τερνα Ενεργειακή δείχνει να έχει «τρέξει» αρκετά και να είναι κοντά στη δίκαιη τιμή της. Μένει όμως να δούμε τα πραγματικά κέρδη που μπορεί να φέρνουν τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων για να αποτιμηθεί σωστά. Προς το παρόν, τα έργα διαχείρισης απορριμμάτων από πλευράς EBITDA τα αποτιμούμε συντηρητικά, σαν να πρόκειται για νέες ανεμογεννήτριες. Η Profile και η Epsilon Net βρίσκονται στη δίκαιη τιμή τους. Η έως τώρα συμπεριφορά της Μοτοδυναμικής και του Παπουτσάνη κατά την ρωσική εισβολή μας κρατούν αισιόδοξους με την γρήγορη ανάκαμψή τους. Πιστεύουμε στη μέσομακροπρόθεσμη αξία τους, και σημειώνουμε ότι τα φετινά τους αποτελέσματα θα κριθούν σε μεγάλο βαθμό από την πορεία του τουρισμού, για τον οποίο είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι.
- Ποια είναι η εκτίμηση σας και η θέση σας για τις τραπεζικές μετοχές;
Το «ράλι» του Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου έδειξε ότι υπάρχει μια σοβαρή διάθεση για τοποθέτηση στις τραπεζικές μετοχές. Μέσω των τραπεζών θα γίνει διαχείριση αρκετά μεγάλων επενδυτικών προγραμμάτων και υπάρχει η πίστη ότι εντός της χρονιάς θα γυρίσουν σε κερδοφορία. Κάνοντας ένα βήμα πίσω, θα μπορούσαμε ακόμα να πούμε ότι το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων ευνοεί τις τράπεζες δίνοντάς τους τη δυνατότητα να λειτουργούν με μεγαλύτερες διαφορές επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων.
Ωστόσο, τις αποφεύγουμε ως προς το core χαρτοφυλάκιο μας: Δεν έχουμε καταφέρει να εντοπίσουμε το διακύβευμα για τις τράπεζες την κάθε χρονική στιγμή, δεν έχουμε επαρκή γνώση για την πορεία των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των ανοιγμάτων τους στις νέες προβληματικές συνθήκες και δεν αντιλαμβανόμαστε το premium που τους τιμολογεί η αγορά.