Ολοένα και πιο αμυντικές θέσεις προτείνει πλέον ο κορυφαίος αναλυτής στρατηγικής της JP Morgan, Marko Kolanovic, καθώς όπως αφήνει να εννοηθεί μάλλον επικρατεί μια πλασματική ευφορία στις αγορές.
«Με τις μετοχές να διαπραγματεύονται κοντά στα υψηλά του περασμένου καλοκαιριού και τους δείκτες αποτίμησης να βρίσκονται υψηλότερα του μέσου όρου, παρά την αποδυνάμωση της κερδοφορίας των εταιρειών και την πρόσφατη απότομη αύξηση των επιτοκίων, υποστηρίζουμε ότι οι αγορές υπερτιμολογούν τα πρόσφατα θετικά νέα για τον πληθωρισμό και εφησυχάζουν γύρω από τους κινδύνους που ελλοχεύουν», αναφέρει ο Kolanovic.
Οι αγορές μετοχών φάνηκε να βλέπουν τις συνεδριάσεις της Fed αυτό το μήνα ως αρκετά «dovish», ενώ απέρριψαν το αδύναμο πλαίσιο κερδοφορίας του τέταρτου τριμήνου και τις επιπτώσεις της ισχυρής έκθεσης γύρω από την αγορά εργασίας των ΗΠΑ τόσο για τη νομισματική πολιτική όσο και για τα περιθώρια κερδοφορίας.
Η JP Morgan θεωρεί ότι το risk - reward στις αγορές μετοχών (ο συνδυασμός κινδύνου - ανταμοιβής, καλύτερο προφίλ για Κίνα, αναδυόμενες αγορές, Ιαπωνία και Ευρώπη) λαμβάνει μια κλίση προς την καθοδική πλευρά, καθώς η δυναμική μια ανοδικής κίνησης για τις αγορές είναι πιθανόν αρκετά περιορισμένη, δεδομένων των πιεσμένων αποτιμήσεων και των υψηλών επιτοκίων, τη στιγμή που μια πτώση θα μπορούσε να είναι αρκετά σημαντική, για παράδειγμα σε περίπτωση μιας περαιτέρω αποδυνάμωσης της δραστηριότητας, ενός πιο επίμονου πληθωρισμού, μια υψηλότερης τελικής γραμμής στα επιτόκια ή της αναζωπύρωσης του γεωπολιτικού κινδύνου.
Μάλιστα, ο Kolanovic εκτιμά πως το «ράλι» που έχει λάβει χώρα στις αγορές μετοχών είναι απίθανο να λάβει τη στήριξη και την επιβεβαίωση από την πλευρά των θεμελιωδών μεγεθών, ώστε να υπάρξει μια περαιτέρω αναρρίχηση. Με την ανάκαμψη των τοποθετήσεων, πιθανότατα το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους να αποτελέσει χρονικά το σημείο, στο οποίο οι αγορές θα καταγράψουν τα υψηλά τους, σύμφωνα με τη JP Morgan.
Ως εκ τούτου, ο αμερικανικός οίκος ενισχύει την αμυντική της κλίση στην κατανομή των περιουσιακών στοιχείων, μετακινώντας ελαφρώς την «underweight» σύσταση για τα κρατικά ομόλογα προς την «overweight» μέσω της μείωσης των θέσεων και του κινδύνου σε μετοχές, αγορές εταιρικών ομολόγων και εμπορεύματα.
Ωστόσο, συνεχίζει να θέτει «overweight» σύσταση για τα εμπορεύματα και για τις μετοχές των αναδυόμενων αγορών, ώστε να καρπωθεί το όφελος που προκύπτει από το re-opening της Κίνας. Στις αγορές ομολόγων, προτιμά μια τοποθέτηση προς την επιπεδοποίηση του long-end τμήματος της αμερικανικής καμπύλης, υπό το πρίσμα μια ενδεχόμενης διακοπής των αυξήσεων των επιτοκίων από τη Fed, αλλά και στα ομόλογα των αναδυόμενων αγορών καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί και δημιουργεί ένα χώρο για μια πιο χαλαρή στάση από τις κεντρικές τράπεζες της εν λόγω ζώνης.
Τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας στους πελάτες της JP Morgan έδειξαν ότι:
(1) η έκθεση σε μετοχές είναι σχετικά χαμηλή κατά μέσο όρο, (2) το 33% των ερωτηθέντων σχεδιάζει να αυξήσει την έκθεσή του σε μετοχές και το 65% να αυξήσει την έκταση σε διάρκεια στα ομόλογα σε βραχυπρόθεσμη βάση, (3) οι περισσότεροι (68%) εκτιμούν ότι οι χρηματοοικονομικές συνθήκες έχουν ελαφρώς χαλαρώσει από τον Δεκέμβριο, (4) η πλειονότητα εκτιμά ότι η ερμηνεία των αγορών στις πιο πρόσφατες συνεδριάσεις της Fed (68%) και της ΕΚΤ (59%) δεν ήταν δικαιολογημένη, ενώ το 65% θεωρεί ότι η Fed ήταν η πιο «dovish» κεντρική τράπεζα στις συνεδριάσεις αυτού του μήνα, (5) κατά μέσο όρο οι ερωτηθέντες αναμένουν ότι το επιτόκιο των Fed Funds θα φτάσει στο 5,2% στα τέλη του 2023 και (6) ο μεγαλύτερος αριθμός των ερωτηθέντων (31%) αναμένει ότι η ενέργεια θα είναι ο κλάδος που θα καταγράψει τις καλύτερες επιδόσεις κατά τους επόμενους τρεις μήνες.